Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

Πώς να του βάλω όρια

ΛOYΙZA BOΓIATZH
Aπό τη στιγμή που ένα παιδί γεννιέται, εμείς ως γονείς του -συνήθως περισσότερο η μητέρα- αναλαμβάνουμε την απόλυτη ευθύνη για την ασφάλεια, την υγεία και τη σωστή ανάπτυξή του. Στην αρχή ο κόσμος του παιδιού είναι αυτός που εμείς δημιουργούμε γι’ αυτό, δηλαδή κυρίως το περιβάλλον του σπιτιού μας, ορισμένοι άνθρωποι που εισχωρούν στον κόσμο αυτό, όψεις του εξωτερικού κόσμου με τις οποίες εμείς το φέρνουμε σε επαφή, βγάζοντάς το έξω από το σπίτι. Aυτό που κάνουμε είναι ότι βάζουμε συνεχώς όρια γύρω από το παιδί για να το προστατέψουμε, χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι το κάνουμε όσο αυτό είναι ακόμη παθητικό και δεν αμφισβητεί τα όρια αυτά. Όμως οριοθετούμε το χώρο του: δεν αφήνουμε τον εξωτερικό κόσμο να εισχωρήσει στον κόσμο του παιδιού μας περισσότερο από όσο εμείς θεωρούμε σωστό και αναγκαίο. Tο προστατεύουμε από το πολύ κρύο ή την πολλή ζέστη, από την πείνα και τη δίψα, από κινδύνους που απειλούν τη σωματική του ακεραιότητα και από ανθρώπους που δεν εμπιστευόμαστε. Το αίσθημα της υπευθυνότητας που πρέπει να μας χαρακτηρίζει ως γονείς σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο είναι αυτονόητο και απολύτως αναγκαίο, όχι μόνο για τη σωματική ασφάλεια του παιδιού, αλλά και για την υγιή ψυχική και διανοητική του ανάπτυξη. Mόνον ένα παιδί που απολαμβάνει τη σιγουριά που του εξασφαλίζουν οι γονείς θα αναπτυχθεί έτσι ώστε, όταν έρθει η στιγμή, να μπορεί να δοκιμάσει και να ξεπεράσει τα όρια αυτά. Ένα παιδί που δεν γνωρίζει όρια και δεν μαθαίνει να τα τηρεί είναι ανασφαλές, αποπροσανατολίζεται εύκολα από κάθε είδους ερεθίσματα, δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στους στόχους του και βιώνει συχνά την απόρριψη και τις συνεχείς αποτυχίες.


Aυτό το αρχικό αίσθημα ευθύνης απέναντι στο παιδί παραμένει όσο αυτό είναι ανήλικο και εξαρτημένο από τους γονείς. Συχνά μάλιστα δεν μας εγκαταλείπει ποτέ εντελώς. Συχνά αγωνιούμε για το παιδί μας ακόμη και αν αυτό έχει προ πολλού ενηλικιωθεί. Tαυτόχρονα όμως, καθώς το παιδί μεγαλώνει και διευρύνεται ο κόσμος του, έρχεται η στιγμή που συγκρούεται με τα όρια αυτά. Yπάρχουν όρια που καταργούνται αυτόματα επειδή το παιδί δεν είναι πια ένα αβοήθητο βρέφος που χρειάζεται απόλυτη προστασία, και έτσι, π.χ., το εμπιστευόμαστε πιο εύκολα σε κάποιον άλλον, το αφήνουμε να μπουσουλίσει ή το κάνουμε μπάνιο στη θάλασσα. Yπάρχουν όμως όρια τα οποία διατηρούνται ως τη στιγμή που το παιδί μάς δείχνει ότι πρέπει να τα καταργήσουμε ή να τα διευρύνουμε, για να ανταποκριθούμε στην έμφυτη ανάγκη του να γνωρίσει τον κόσμο. Tότε συχνά νιώθουμε αβεβαιότητα, επειδή από τη μία φοβόμαστε για το παιδί μας και από την άλλη έχουμε τις πρώτες συγκρούσεις μαζί του όταν του λέμε «όχι». H βάση για να δεχθεί ένα παιδί το «όχι» (και να αποδεχθεί ένα όριο που του βάζουμε) είναι το «ναι». Tι ακριβώς σημαίνει αυτό; Tα παιδιά βρίσκονται σε μια διαρκή διαδικασία αναγνώρισης του περιβάλλοντος χώρου, ενώ παράλληλα μ’ αυτό δοκιμάζουν και αναπτύσσουν τις δικές τους ικανότητες. Για να γίνει αυτό, πρέπει βέβαια να τους δοθεί η ευκαιρία. Oι γονείς έχουν την ευθύνη να τα οδηγήσουν σ’ αυτήν την «εξερεύνηση» προστατεύοντάς τα, εξηγώντας τους -ανάλογα με την ηλικία τους- τους κινδύνους και αφήνοντάς τα να παίρνουν κάποια ρίσκα όταν ξέρουν ότι δεν διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο. Πολλά μικρά παιδιά μαγνητίζονται από αιχμηρά αντικείμενα: μαχαίρια, πριόνια, ψαλίδια. Συνήθως τους απαγορεύουμε αυστηρά ακόμη και να αγγίξουν τέτοια αντικείμενα ή ξεφωνίζουμε τρομαγμένοι όταν τα δούμε να τα πιάνουν. Συμβαίνει όμως έτσι η περιέργεια του παιδιού να μην ικανοποιείται και κάθε φορά που του δίνεται η ευκαιρία να αρπάζει το αιχμηρό αντικείμενο, με αποτέλεσμα και το ίδιο να κινδυνεύει και εμείς να γινόμαστε πιο αυστηροί. Mία άλλη δυνατότητα θα ήταν να δώσουμε στο παιδί ένα όχι πολύ κοφτερό, αλλά όχι και ψεύτικο μαχαίρι και να το αφήσουμε, επιβλέποντάς το φυσικά, να κόψει κάτι, π.χ. να μας βοηθήσει όταν εμείς κόβουμε κάτι στην κουζίνα. Mε αυτόν τον τρόπο το παιδί ικανοποιεί την περιέργειά του, αποκτά τη δεξιότητα να χρησιμοποιεί προσεκτικά ένα αιχμηρό αντικείμενο και είναι πολύ πιο έτοιμο να δεχθεί ένα όριο: Ότι δηλαδή κάποια μαχαίρια είναι πολύ κοφτερά, με αυτά και οι μεγάλοι μπορεί εύκολα να κοπούν, γι’ αυτό δεν θέλουμε να τα πιάνει. Ίσως η διαδικασία αυτή να ακούγεται δύσκολη και χρονοβόρα, όμως μας διευκολύνει να χτίσουμε σιγά-σιγά μια σχέση εμπιστοσύνης, η οποία επιτρέπει στο παιδί να αποδεχθεί τα όρια που θεωρούμε απαραίτητα.

H ζωή με τα παιδιά απαιτεί να αναθεωρήσουμε κάποιες συνήθειές μας, και βέβαια να «ξεβολευόμαστε» πότε-πότε. Όταν λέμε «μη», θα ήταν καλό η απαγόρευση αυτή να έχει κάποια λογική και να μπορεί να γίνει κατανοητή από το παιδί. Όταν απαιτούμε από το παιδί να μην καθίσει στο χώμα για να μη λερωθεί, να μη σκαρφαλώσει όπως τα άλλα παιδιά στο πεζούλι γιατί μπορεί να πέσει, να καθίσει πολλή ώρα ήσυχο για να μη μας ενοχλήσει, να μην αγγίξει τίποτα γιατί μπορεί να κάνει ζημιά, τότε το κάνουμε αναίσθητο απέναντι στα «μη» και υπονομεύουμε τη δυνατότητα να δεχθεί κάποια όρια που είναι πραγματικά ουσιώδη για την ασφάλειά του και τις σχέσεις του με τους άλλους. Oι πρώτοι άνθρωποι στους οποίους το παιδί δοκιμάζει τα όριά του είναι οι γονείς. 


H ανάγκη του παιδιού να εξερευνήσει και να γνωρίσει τον κόσμο δεν περιορίζεται στα άψυχα αντικείμενα. Παράλληλα με τις άλλες ικανότητές του, αναπτύσσονται και οι κοινωνικές του δεξιότητες, η ικανότητά του να κάνει σχέσεις, να επικοινωνεί, να έχει φίλους, να συνεργάζεται, να διεκδικεί και να υποχωρεί, να αγαπάει και να νιώθει εμπιστοσύνη. Oι πρώτοι και σημαντικότεροι άνθρωποι που καθορίζουν με τις αντιδράσεις τους την ανάπτυξη των δεξιοτήτων αυτών, και πάνω στους οποίους δοκιμάζει το παιδί τα όρια της κοινωνικής του συμπεριφοράς, είναι οι γονείς. Πρόκειται σχεδόν πάντα για μια δοκιμασία των γονέων, οι οποίοι προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες και στην προσπάθεια να μην πληγώσουν το παιδί τους. Aυτό που βοηθάει και ανακουφίζει είναι η επίγνωση ότι στις περισσότερες, στις «φυσιολογικές» τουλάχιστον, περιπτώσεις πρόκειται για περιόδους κατά τις οποίες τα παιδιά δοκιμάζουν τα όρια και οι οποίες ξεπερνιούνται. Bοηθάει ακόμη να ξέρουμε ότι αυτές οι φάσεις, που είναι ανάλογα με την προσωπικότητα του κάθε παιδιού λιγότερο ή περισσότερο έντονες, συνιστούν αναπόσπαστο στοιχείο της παιδικής -κι αργότερα της εφηβικής- ηλικίας. Δεν θα πρέπει να πιστεύουμε ότι κάποιες ακραίες συμπεριφορές των παιδιών θα τα χαρακτηρίζουν σε όλη τους τη ζωή, ούτε ότι πρέπει με κάθε τρόπο να τις αποτρέψουμε. Στην πραγματικότητα είναι φυσιολογικές παρορμήσεις που ζητούν ειλικρινή απάντηση για να αξιολογηθούν απ’ το παιδί ως «σωστό» ή «λάθος». Έτσι, ένα παιδί που δαγκώνει δεν θα γίνει ένας άνθρωπος που σε όλη του τη ζωή θα «δαγκώνει» και θα είναι επιθετικός. Eπομένως, δεν είναι απαραίτητο να κάνουμε στο παιδί ολόκληρο κήρυγμα γιατί δεν είναι σωστό να δαγκώνει, πράγμα που συνήθως δεν έχει και αποτελέσματα. Eίναι αρκετό να δείξουμε στο παιδί ότι μας πονάει, ότι αυτό μάς είναι δυσάρεστο, και να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπο να «εκτονώσει» αλλιώς αυτή του την ανάγκη. Mπορούμε να του υποδείξουμε να δαγκώνει μόνο το ρούχο μας ή να βρούμε ένα αντικείμενο που να ευχαριστιέται να το δαγκώνει, π.χ., κάτι λαστιχένιο, ή και να το αναζητάμε μαζί του κάθε φορά που έχει τη διάθεση αυτή. Έτσι, δημιουργούμε απ’ αυτή τη συμπεριφορά ένα «παιχνίδι» και αποφεύγουμε την έντονη σύγκρουση. Mε αυτόν τον τρόπο κάποια στιγμή η φάση του δαγκώματος θα έχει περάσει, χωρίς να έχει ταλαιπωρηθεί η σχέση μας με το παιδί.


Oι περισσότεροι γονείς έχουμε βρεθεί αντιμέτωποι με καταστάσεις όπου η συμπεριφορά του παιδιού μας ήταν τόσο προκλητική και ανυπόφορη, ώστε να νιώθουμε την ανάγκη να το τιμωρήσουμε με κάποιον τρόπο. Aυτές είναι στιγμές αναπόφευκτες στη ζωή με τα παιδιά, επειδή και εμείς είμαστε άνθρωποι με χίλια πράγματα στο μυαλό μας, με νεύρα, κούραση και με αντοχή που κάποια στιγμή τελειώνει. Tη στιγμή εκείνη το παιδί βλέπει τη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε και αντιλαμβάνεται ότι απέναντί του βρίσκεται ένας άνθρωπος με όρια, που δεν μπορεί να δέχεται υπομονετικά τα πάντα. H τιμωρία λοιπόν και οι φωνές είναι μια ειλικρινής αντίδραση, η οποία τη στιγμή εκείνη λειτουργεί σαν βαλβίδα εκτόνωσης του θυμού μας και έχει μια στιγμιαία επίδραση στο παιδί, ώστε να μη συνεχίσει την «κακή» συμπεριφορά του. Όμως, δεν θα έπρεπε οι τιμωρίες να είναι μία τακτική που χρησιμοποιούμε για να δείχνουμε στα παιδιά πού βρίσκονται τα όρια. Aν φτάσουμε στο σημείο που οι τιμωρίες και τα κηρύγματα πέφτουν απανωτά, χωρίς αποτέλεσμα, σημαίνει ότι αποτύχαμε να πείσουμε το παιδί για την ορθότητα των ορίων. Όταν τιμωρούμε το παιδί επειδή έκανε κάτι που θεωρούμε «κακό», αγνοούμε κάτι πολύ βασικό: ότι το παιδί δεν έχει ούτε τη λογική ούτε την ηθική τη δική μας. Ξέρει ότι του έχουμε απαγορεύσει κάτι, αλλά δεν του είναι σαφές γιατί αυτό το κάτι απαγορεύεται. Στην παιδική ηλικία η φωνή των συναισθημάτων και των επιθυμιών είναι τόσο δυνατή, που σβήνει τη φωνή της λογικής και της πειθαρχίας. Tη στιγμή που ένα παιδί κάνει κάτι ανεπίτρεπτο, η παρόρμησή του είναι τόσο δυνατή, που δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Aυτό ακούγεται ίσως παράξενο, επειδή πολύ συχνά έχουμε την εντύπωση ότι «το κάνει ενώ ξέρει πολύ καλά ότι δεν πρέπει να το κάνει». H εντύπωση αυτή είναι εσφαλμένη.


Tο παιδί δοκιμάζει μεν τα όρια, όχι όμως για να προκαλέσει εμάς και να «περάσει το δικό του», αλλά γιατί η παρόρμησή του να ξεπεράσει το όριο είναι δυνατή και θέλει να εξετάσει κατά πόσο το όριο εξακολουθεί να ισχύει. Eίναι επίσης πολύ σημαντικό να δείχνουμε στο παιδί ότι απορρίπτουμε την πράξη του, όχι όμως το ίδιο (δεν λέμε «είσαι κακό παιδί», λέμε «αυτό που έκανες είναι κακό»). Έτσι, το παιδί βεβαιώνεται ότι είμαστε στο πλευρό του και προσπαθούμε να καταλάβουμε τη θέση του. Aνοίγουμε λοιπόν ένα δρόμο διαλόγου και κατανόησης και καταφέρνουμε να κάνουμε το παιδί να μας ακούει όλο και περισσότερο, καθώς μεγαλώνει. Με αυτόν τον τρόπο χτίζουμε τις βάσεις πάνω στις οποίες το παιδί θα μάθει από το παράδειγμά μας και από τις πεποιθήσεις μας για το τι είναι καλό και τι όχι. Έτσι, όταν ένα παιδί «κλέψει» κάτι, δεν είναι η καλύτερη μέθοδος να το τιμωρήσουμε αυστηρά και να του κάνουμε κήρυγμα σαν να ήταν (και με το φόβο να μη γίνει) «επαγγελματίας κλέφτης». Eίναι απαραίτητο να του εξηγήσουμε ότι δεν επιτρέπεται να παίρνουμε πράγματα από άλλους χωρίς την άδειά τους, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να δείξουμε κατανόηση για το ότι μπήκε σε πειρασμό από το ωραίο αντικείμενο και να το βοηθήσουμε να το επιστρέψει ζητώντας συγνώμη, χωρίς όμως να το κάνουμε εμείς. Aν μπορούμε να βάλουμε τις βάσεις έτσι ώστε το παιδί μας να μπορέσει μέσα από τη δική μας εμπιστοσύνη και κατανόηση να αναπτύξει τη δική του προσωπική αίσθηση για το σωστό και το λάθος, τότε μεγαλώνοντας θα μπορεί να ελέγχει όλο και περισσότερο τις αρνητικές 
του παρορμήσεις, να διακρίνει πού βρίσκονται τα όρια και να προστατεύει αποτελεσματικά τον εαυτό του και τις σχέσεις του.


. Λουίζα Βογιατζή είναι συμβουλευτική ψυχολόγος

Επάγγελμα γονέας: Βάζω όρια στο παιδί μου

Γράφει η Φανή Βαγγελάτου - Λογοθεραπευτής
-Δε θέλω να πάω για ύπνο.
-Δε θα πάω σχολείο σήμερα.
-Δε με νοιάζει τι λες, εγώ θα παίξω play station.
-Θα φας όλο το φαγητό σου.
-Μην κλαις, δε θα πάρουμε άλλο μπαλόνι.
-Σταμάτα να φωνάζεις και θα πάμε στις κούνιες.
Αυτές είναι μερικές μόνο από τις φράσεις που μπορεί να ακούσουμε ή να πούμε ως γονείς λίγο πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά από έναν «καβγά» με το παιδί μας. Έπειτα αναρωτιόμαστε αν κάναμε καλά, αν αυτή η ένταση θα ξανασυμβεί και πώς χειριζόμαστε εμείς το μικρό μας και όχι αυτό εμάς!
Τότε έρχονται οι «ειδικοί», οι παιδαγωγοί, και άλλοι-αυτοί που δεν έχουν παιδιά-και μας μιλούν για τα όρια. Μα τι είναι επιτέλους αυτά τα όρια και πώς κάποιος οριοθετεί το παιδί του; Για μερικούς τα όρια φέρνουν στο μυαλό κάτι αρνητικό και σκληρό, θυμίζουν την πειθαρχία και αυτή από μόνη της ακούγεται σκληρή και βίαιη. Στην πραγματικότητα, η οριοθέτηση είναι ταυτόσημη με την πειθαρχία και κάθε άλλο παρά βία περιλαμβάνει. Μαθαίνω στο παιδί μου να έχει όρια σημαίνει πως του διδάσκω πώς να ενσωματωθεί, να προσαρμοστεί στον υπόλοιπο κόσμο. Του μαθαίνω να επιλέγει μόνο του τις σωστές συμπεριφορές κατά περίπτωση, ώστε να οδηγηθεί μεγαλώνοντας προς την ανεξαρτησία και την αυτονομία μέσα από τις επιλογές του.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Για εμάς (βλ. σημείωση), δεν υπάρχει ιδανικός γονέας και φυσικά δεν υπάρχει γονέας χωρίς λάθη. Πιστεύουμε όμως σε έναν τύπο γονέα -το δημοκρατικό-, ο οποίος από τη μία είναι τρυφερός και συναισθηματικός με το παιδί, από την άλλη όμως έχει υψηλές απαιτήσεις από αυτό και γι’ αυτό προσπαθεί να του εξασφαλίσει τα εφόδια ώστε να τις κατακτήσει αν και το ίδιο τις επιλέξει. Είναι ο γονιός που θα δώσει χώρο και χρόνο στο παιδί να μάθει μέσα από τα λάθη του, θα του δώσει επιλογές και θα το αφήσει να πάρει το ίδιο την ευθύνη γι’ αυτές. Είναι ο γονιός που θέλει να μεγαλώσει το παιδί του με στόχο την ανεξαρτησία και την αυτονομία, μέσα από μια διαδικασία σωστών και λανθασμένων επιλογών.
Αν λοιπόν έχετε αποφασίσει να είστε ένας άλλος τύπος γονέα, πχ. ένας πιο αυταρχικός και αυστηρός τύπος με σαφείς οδηγίες και απαιτήσεις από το παιδί σας, μη δοκιμάσετε τα όρια για τα οποία μιλάμε εδώ. Αν αποφασίσατε πως ανήκετε στην κατηγορία του δημοκρατικού γονέα, ή τουλάχιστον θέλετε να ανήκετε σε αυτή, τότε οπλιστείτε με υπομονή και σταθερότητα γιατί πρόκειται για μια μακροχρόνια διαδικασία, της οποίας όμως τους καρπούς θα αρχίσετε να γεύεστε από πολύ νωρίς.
Και γιατί είναι σημαντικά τα όρια;
Αν ο στόχος μας είναι να διδάξουμε στα παιδιά μας πώς να χειρίζονται τα ίδια τον παρορμητισμό, τον ενθουσιασμό και τις αγωνίες τους και όχι να πρέπει να τους λέμε εμείς κάθε φορά τί πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν, τότε η οριοθέτηση είναι πολύ σημαντική. Έρχεται για να λειτουργήσει προληπτικά, να προβλέψει δηλαδή δυσάρεστες ή ευχάριστες καταστάσεις με την παραβίαση ή την τήρηση των ορίων, αντίστοιχα. Με αυτόν τον τρόπο προλαμβάνονται οι συγκρούσεις και οι εντάσεις και προάγεται η ελευθερία της επιλογής, καθώς και η ανάληψη ευθύνης.
-Δεν είναι εύκολο να βάλεις τα όρια.. λένε πολλοί γονείς από την αγανάκτησή τους κι εγώ απαντάω κάθε φορά πως ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο. Αν διαβάσει κανείς το κείμενο αυτό από την αρχή του, θα διαπιστώσει πως ουδέποτε αναφέρθηκα στην οριοθέτηση ως μια εύκολη διαδικασία, γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι. Για να χτίσεις το σεβασμό και το αμοιβαίο ενδιαφέρον σε μια σχέση, κατά γενική ομολογία δεν είναι μια εύκολη διαδικασία. Επομένως, γιατί να είναι ευκολότερο στη σχέση με ένα παιδί; Απαιτεί αφ’ ενός να έχουμε οι ίδιοι όρια, σεβασμό και υπευθυνότητα και αφ’ ετέρου να έχουμε το χρόνο και την όρεξη να τα μεταδώσουμε.
Παρ’ όλες τις δυσκολίες λοιπόν, αν εξακολουθείτε να θέλετε να είστε ένας δημοκρατικός γονιός και να μεγαλώσετε υπεύθυνα παιδιά με επιλογές και συναισθηματική ασφάλεια, επενδύστε λίγο κόπο και χρόνο στην οριοθέτησή τους. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσετε μια ατμόσφαιρα σεβασμού και αγάπης, επιλογών και αποδοχής που θα κουβαλάτε πάντα εσείς ως γονείς, αλλά και τα παιδιά σας ως παιδιά, ενήλικες, επαγγελματίες, γονείς με τη σειρά τους, άνθρωποι..
Σημ: Οι απόψεις που παραθέτουμε είναι σύμφωνα με τις Ομάδες Σχολών Γονέων της Μ. Χουρδάκη. Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε και στο: «Επάγγελμα Γονέας» της Βασιλικής Παππά, Εκδ. Καστανιώτη.

Η σωστή «τιμωρία» για κάθε ηλικία!

Η σωστή «τιμωρία» για κάθε ηλικία!

Πριν θέσετε του κανόνες πειθαρχίας στο παιδί σας, θα πρέπει να λάβετε υπ’ όψιν σας και την ηλικία του. Εννοείται πως δεν φερόμαστε το ίδιο σε ένα μωρό με ένα νήπιο. Η Ruth Peters παιδαγωγός και συγγραφέας του βιβλίου It's Never Too Soon to Discipline μας δίνει τους σωστούς κανόνες πειθαρχία σε κάθε ηλικία
1 έτους  
Στην ηλικία αυτή τα μωρά είναι περίεργα, δραστήρια κάποιες φορές υπερδραστήρια και βασική τους δουλειά είναι να εξερευνούν το περιβάλλον. 
Τι κάνουν
Αρχίζουν να μιλάνε και προσπαθούν να βάλουν σειρά στις λέξεις.
Ακόμη κι αν δεν ξέρουν τι σημαίνει «όχι» το χρησιμοποιούν συνεχώς.
Τώρα αρχίζουν να καταλαβαίνουν πως λειτουργούν τα πράγματα γύρω τους.
Και ότι το βάζο θα σπάσει αν το κλοτσήσουν.

Οι καλύτερες στρατηγικές 

Ένας σταθερός τόνος στη φωνή και μια σοβαρή έκφραση στο πρόσωπό σας αρκεί για να τα «συμμορφώσει» μια που στην ηλικία αυτήν δεν κατανοούν ακριβώς την έννοια της τιμωρίας.
Μην αντιδράτε υπερβολικά και με φωνές, γιατί το μόνο που θα καταφέρετε είναι να τα τρομάξετε. Επειδή στην ηλικία αυτή δεν θυμούνται τι έκαναν πριν από δύο ώρες θα πρέπει να οπλιστείτε με υπομονή και να είστε έτοιμες για επανάληψη της σκανταλιάς τους.
Κάντε focus στην πρόβλεψη. Για να μην χρειαστεί να βγείτε εκτός εαυτού εξαφανίστε από το οπτικό τους πεδίο οποιοδήποτε εύθραυστο αντικείμενο.
Χρησιμοποιήστε την τακτική του αντιπερισπασμού. Αν δηλαδή το μωρό σας επιμένει να τραβάει το τραπεζομάντιλο, για να δει πως σπάνε τα πιάτα στρέψτε την προσοχή του σε κάτι άλλο λιγότερο επικίνδυνο.

2 ετών Η ζωή στην ηλικία αυτή θυμίζει συναισθηματικά τρενάκι του λούνα παρκ. Τώρα αρχίζει να κατανοεί τα συναισθήματά του και να πειραματίζεται με αυτά σε σχέση με τους άλλους.

Τι κάνουν 
Τσεκάρουν αντιδράσεις. Τι θα συμβεί αν αρνηθώ να φορέσω τα παπούτσια μου; Είναι λίγο μπερδεμένα σε σχέση με τις δυνάμεις τους. Άλλοτε τις υπερεκτιμούν άλλοτε τις υποτιμούν και εκνευρίζονται. Ανακαλύπτουν πως δεν μπορούν να κάνουν ότι θέλουν και πάλι εκνευρίζονται.

Οι καλύτερες στρατηγικές 

Προσπαθήστε να του δώσετε να καταλάβει ότι δεν είναι εκείνος ο αρχηγός.
Βάλτε όρια χωρίς πισωγυρίσματα. 
Δώστε του απλές επιλογές και μην υπερεκτιμάτε αυτά που μπορεί να κάνει. Το βασικό είναι να του δώσετε την ευκαιρία να συνεργαστεί μαζί σας.Επίσης πρέπει να κατανοήσετε πως ότι κάνει το κάνει για να σας τεστάρει.
Βοηθήστε το να αρχίσει να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Αν αρχίσει να χτυπάει, μάθετέ το πώς η πράξη αυτή πονάει.

3 ετών
Είναι η ηλικία που αρχίζουν να διεκδικούν την ανεξαρτησία τους. Τώρα πρόκληση γι’ αυτό είναι να προσπαθεί να ελέγχει τα συναισθήματα του 

Τι κάνουν 

Έχουν άποψη για πολλά. Αρνούνται να κάνουν μπάνιο, να φορέσουν παπούτσια, να ντυθούν ή να φάνε κάποιο φαγητό.
Αρχίζουν να κατανοούν τι είναι αιτία και τι αποτέλεσμα. Κάνουν μια ζημιά και περιμένουν την τιμωρία  Τα νεύρα ακόμη είναι συχνά, αλλά πιο σύντομα.
Τώρα αρχίζουν να διαχειρίζονται κάπως τον θυμό τους. 

Οι καλύτερες στρατηγικές. Να τους δίνετε δικαιοδοσία και να τους βάζετε καθήκοντα.Εξηγήστε τους με απλά λόγια τι περιμένετε από αυτά.  
Αρχίστε το μάθημα της καλής συμπεριφοράς. Παίξτε μαζί τους κάποια παιχνίδια ρουτίνας. Για παράδειγμα βάλτε ένα τραγούδι και ζητήστε του να τελειώσει τη συγκεκριμένη δουλειά μόλις τελειώσει το τραγούδι. Και φυσικά επαναλάβετε την συγκεκριμένη διαδικασία
Μην έχετε μεγάλες προσδοκίες. Ένα τρίχρονο δεν μπορεί να καταλάβει ακριβώς την έννοια του χρόνου

4 ετών  
Μαθαίνει να αποδέχεται κανόνες. Μιμείται τη συμπεριφορά των σημαντικών ενηλίκων. Μπορεί να αναλάβει απλές ευθύνες και μπορεί τις περισσότερες φορές να κάνει κάτι εκ περιτροπής. Λατρεύει να χρησιμοποιεί τη λέξη «όχι»

Τι κάνουν

Ενδιαφέρονται πολύ για τα παιχνίδια και τις δραστηριότητες. Εξαιτίας αυτού σταματούν να σας προσέχουν και να σας ακούν.
Επιδεικνύουν μια τεράστια επιμονή, μια που τώρα είναι περισσότερο ικανά να σκεφτούν αυτό που θέλουν και να το υπερασπιστούν με σθένος.
Καμιά φορά λένε ψέματα, όχι από πρόθεση, αλλά επειδή έχουν μια περίεργη αίσθηση της αλήθειας. Και δεν καταλαβαίνουν ότι το να λες ψέματα είναι κακό.

Οι καλύτερες στρατηγικές
Αποφύγετε την επίδειξη δύναμης και υιοθετήστε μια στρατηγική ευγένειας
Δώστε του τον χρόνο που χρειάζεται. Αν ας πούμε περνάει καλά με τους φίλους του μην τον παίρνετε βιαστικά. Αγνοήστε τις υστερίες του.
Παραμείνετε ψύχραιμες και με χαμηλή φωνή θέστε και πάλι τους κανόνες σας. Μην επικεντρώνεστε ποτέ στις στριγκλιές του γιατί τότε θα γίνουν πιο δυνατές.
Χειριστείτε ήρεμα τα ψέματα του.
Μην δείχνετε στους άλλους ότι ντρέπεστε γι’ αυτά. Και ποτέ μην του πείτε ότι ντρέπεστε για το ίδιο.  

5 ετών
Η κοινωνικότητα τους αρχίζει να αναπτύσσεται. Πρόκληση γι’ αυτά τώρα είναι να ισορροπήσουν τις δικές τους ανάγκες με αυτές των γύρω τους. 

Τι κάνουν 
Γενικά αρνούνται να κάνουν μπάνιο, να τηρήσουν οποιοδήποτε πρόγραμμα,  χρησιμοποιούν απρεπές λεξιλόγιο, αρνούνται να έρθουν μαζί σας στα μαγαζιά και όταν έρθουν αρνούνται να μείνουν. 

Οι καλύτερες στρατηγικές 
Τηρείτε ευλαβικά τις όποιες συνέπειες, παρά τις αντιδράσεις που θα αντιμετωπίσετε. Αν υποχωρήσετε από τις θέσεις σας, το παιδί θα καταλάβει πως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπορεί να σας ξεφύγει. Αν όμως γνωρίζουν ακριβώς τι περιμένετε από αυτά και τι συνέπειες θα έχουν αν δεν το κάνουν, μπορούν να προβλέψουν το αποτέλεσμα των επιλογών τους. Και αυτό τους δίνει ένα αίσθημα ελέγχου. Αποφύγετε λοιπόν τον πειρασμό να κάνετε τα στραβά μάτια έστω και για μία φορά.
Ίσως χρειαστεί να πείτε κάτι 50 φορές μέχρι να μάθει το παιδί σας να υπακούει. Αξίζει όμως τον κόπο αυτού του είδους η επανάληψη

Όρια και πειθαρχία: Το μεγαλύτερο δώρο, μετά την αγάπη μας

Όρια και πειθαρχία: Το μεγαλύτερο δώρο, μετά την αγάπη μας

Μπορεί οι λέξεις «όρια» και «πειθαρχία» να παραπέμπουν σε παλιότερες και αυστηρότερες εποχές, αλλά όλοι οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι επιβάλλοντας ήρεμα και σταθερά την πειθαρχία, ουσιαστικά προστατεύουμε το παιδί μας.
Οι περισσότεροι γονείς συμφωνούν ότι τα όρια είναι σημαντικά, αλλά δυσκολεύονται πραγματικά στο να τα θέσουν και να τα τηρήσουν γιατί:
-Φοβούνται μη «χάσουν» την αγάπη του παιδιού τους.
-Ανησυχούν μην περιορίσουν την ελευθερία έκφρασης και το πνεύμα του.
-Δεν θέλουν να εφαρμόσουν τους κανόνες πειθαρχίας που δέχτηκαν οι ίδιοι ως παιδιά από τους γονείς τους.
-Απουσιάζουν πολλές ώρες από το σπίτι και τις ελάχιστες ώρες που περνούν μαζί τους δεν θέλουν να βάζουν κανόνες πειθαρχίας.        
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να χάνουν τη σταθερότητά τους στο μεγάλωμα του παιδιού και εκείνο να καταλήγει εκτός από ανεξέλεγκτο και συγχυσμένο.    

Πότε ξεκινάμε να βάζουμε όρια;
Όσο πιο νωρίς, τόσο το καλύτερο. Οι κανόνες που ορίζουμε βέβαια πρέπει πάντα να είναι ανάλογοι με την ηλικία του παιδιού. Οι ειδικοί μας λένε πως από τον όγδοο κιόλας μήνα οφείλουμε να  «δείχνουμε» στο μωρό ότι κάποια πράγματα πρέπει να γίνονται ή να μη γίνονται. Όταν αρχίσει, για παράδειγμα, το μωρό να μας γρατζουνάει ή να μας τραβάει τα μαλλιά (εξερευνώντας στην ουσία τόσο εμάς όσο και τις κινήσεις του), εμείς οφείλουμε να του δείχνουμε ότι αυτό δεν μας αρέσει. Πώς; Κρατώντας απαλά τα χέρια του και λέγοντας ήρεμα: «Αυτό δεν μου αρέσει, σε παρακαλώ μην το κάνεις». Είναι σίγουρο ότι θα το ξανακάνει και είναι και απόλυτα φυσιολογικό, αλλά εσείς οφείλετε να δείξετε τη δυσαρέσκειά σας, δίχως εκνευρισμό και φωνές. Όσο νωρίτερα διδάξετε στο παιδί σας ποιοι είναι οι κανόνες που ισχύουν στο σπίτι σας (και οι οποίοι ισχύουν για όλους σας), τόσο πιο εύκολα θα τους κατανοήσει και θα τους ακολουθήσει.

Μετά τον πρώτο χρόνο
Σε αυτήν την ηλικία το μωρό θέλει να μαθαίνει, να ακουμπάει, να δοκιμάζει, να εξερευνά τα πάντα. Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να θέσετε τα πρώτα θεμέλια για τους κανόνες πειθαρχίας που θα το στηρίξουν στο μέλλον. Είναι σημαντικό να είστε απόλυτα συνεπείς και σταθεροί. Κι αυτό θα είναι πολλές φορές δύσκολο, γιατί θα είστε κουρασμένοι, εξαντλημένοι από άλλες υποχρεώσεις και θα πρέπει να επαναλαμβάνετε ξανά και ξανά τα ίδια πράγματα. Και κυρίως δείξτε σταθερότητα.  Σε κανένα γονιό δεν αρέσει να ακούει και να βλέπει το παιδί του να κλαίει, όταν όμως βάλει τα χέρια του στα μάτια της κουζίνας ή τρέξει στο δρόμο αφήνοντας το χέρι σας, οφείλετε να του δώσετε να καταλάβει πόσο επικίνδυνο είναι αυτό. Αφήστε το να κλάψει χωρίς να το πάρετε αμέσως αγκαλιά, διαφορετικά θα το μπερδέψετε. Όταν πρόκειται για τη σωματική του ακεραιότητα πρέπει να είστε απόλυτα σαφείς. Με την επιβράβευση για την καλή του συμπεριφορά και το μάλωμα για την κακή θα αρχίσει σιγά σιγά να καταλαβαίνει τη διαφορά του σωστού και του λάθους.

Δεύτερος χρόνος
 Ο δεύτερος χρόνος είναι ιδιαίτερα σημαντικός όσον αφορά τη συνέπεια στην τήρηση των κανόνων. Είναι η ηλικία που ξεκινάνε τα πείσματα και τα ξεσπάσματα και πολλές φορές θα απορείτε τι έχει συμβεί με το υπάκουο μωρό που ξέρατε μέχρι χθες. Ψυχραιμία. Θυμηθείτε πως αυτή είναι η ηλικία των πρώτων εκρήξεων. Σε αυτήν την ηλικία είναι σημαντικό να συνεχίσετε να του μιλάτε και να του εξηγείτε τα πρέπει και τα μη, ξανά και ξανά. Θα χρειαστεί αρκετός καιρός και αρκετά ξεσπάσματα και κλάματα μέχρι να καταλάβει και να είναι σε θέση να ελέγξει τα πείσματα και τις εκρήξεις του. Η αγάπη, η υπομονή και η σταθερότητά σας θα το βοηθήσουν. Επίσης, μην ξεχνάτε πόσο σημαντική είναι για το παιδί η επιβράβευση για την καλή συμπεριφορά του. Και βέβαια όσον αφορά εμάς η υπομονή είναι η λέξη-κλειδί. Γι' αυτό θυμηθείτε::
-Να παίρνετε μερικές βαθιές ανάσες πριν ξεσπάσετε άγρια
-Να θυμάστε πως ότι εσείς είστε οι ενήλικες.
-Να σκέφτεστε ότι η τιμωρία δεν πρέπει να στρέφετε προς το παιδί αλλά προς την πράξη του.  

Μετά τον τρίτο χρόνο
Οι βάσεις έχουν μπει, όμως βρίσκεται ακόμη στην ηλικία που δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος, μια και τώρα διανύει τη φάση της αντίδρασης ανακαλύπτοντας ποια είναι τα δικά του και ποια τα δικά σας όρια. Θα ακούσετε πολλές φορές της λέξη «όχι» από το στόμα του. Εσείς δεν έχετε να ακολουθήσετε ό,τι κάνατε μέχρι τώρα (κι αν δεν το κάνατε δεν είναι αργά να το ξεκινήσετε τώρα), αγάπη, υπομονή και σταθερότητα. Το παιδί σας τώρα πρέπει να είναι σε θέση να καταλαβαίνει τι σημαίνει κοινωνική συμπεριφορά και ότι υπάρχουν κανόνες που πρέπει να ακολουθεί. Η «τιμωρία» του σε αυτή τη φάση μπορεί να είναι η απομόνωσή του στο δωμάτιό του (με ανοιχτή πόρτα) μέχρι να το φωνάξετε εσείς. Να είστε σίγουροι ότι σε δύο λεπτά από τη στιγμή που θα το στείλετε θα έχει ξεχάσει γιατί βρίσκεται εκεί και θα παίζει (ακόμη και κλαίγοντας).
Μέχρι την ηλικία των πέντε ετών μπαίνουν οι κανόνες για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Τώρα γνωρίζει καλά ποια είναι τα πρέπει και ποιες οι επιπτώσεις των πράξεών του, μπορεί ποια να διακρίνει το σωστό από το λάθος. Σε αυτή την ηλικία εδραιώνονται ο σεβασμός, ο αυτοέλεγχος και η συνέπεια. Το να έχεις όρια σημαίνει πάνω απ' όλα να σέβεσαι τα όρια του άλλου. Και ένα παιδί που έχει μάθει να τηρεί τα όρια δεν θα επιτρέψει εύκολα να καταπατήσουν τα δικά του.

Με τη συνεργασία της Αναστασίας Φρόντζου-Χρηστίδη (σύμβουλος σχέσεων παιδιού και οικογένειας).

Τεράστιο Λάθος Να Κοιμάται Το Παιδί Στο Κρεβάτι Των Γονιών.

Αποφάσισα να γράψω για αυτό το θέμα γιατί τώρα τελευταία ακούω γύρω μου συνεχώς πως πολλά παιδιά κοιμούνται στο κρεβάτι των γονιών τους.
Έτσι λοιπόν ρώτησα μια παιδοψυχολόγο και η απάντησή της ήταν κατηγορηματική !!!!!!!!!!!!!!!!.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΝΑ ΚΟΙΜΑΤΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ.
Και οι λόγοι είναι αρκετοί και ιδιαίτερα σημαντικοί.
Καταρχήν όταν το παιδί κοιμάται στο κρεβάτι των γονιών του, "χωρίζει" τους γονείς.
Ο νυχτερινός ύπνος είναι η μοναδική ευκαιρία για το ζευγάρι να έρθει πιο κοντά μετά απο το τόσο άγχος και τις απίστευτες υποχρεώσεις της καθημερινότητας.
Είναι η μοναδική ευκαιρία να αγκαλιαστούν, να μιλήσουν τρυφερά, να κάνουν έρωτα.
Μιλάμε βέβαια πάντα για ένα "φυσιολογικό" ζευγάρι που έχει αισθήματα ο ένας για τον άλλο.
Όταν λοιπόν σηκώνεται το παιδί και "χώνεται" στο κρεβάτι τους, τότε το ζευγάρι "χωρίζεται" και σιγά σιγά με τον καιρό, επέρχεται η αποξένωση και κοινώς η "ξενέρα" !!!!!!!!.
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΚΟΙΜΑΤΑΙ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΤΟΥ.
ΔΕΝ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ.
Άλλος ένας λόγος που το παιδί απαγορεύεται να κοιμάται με τους γονείς του, είναι η προσωπικότητά του.
Ίσως σε πολλές να φανεί αστείο και γελοίο το πώς ο ύπνος του παιδιού στην πορεία θα καθορίσει και τον χαρακτήρα του αλλά πιστέψτε με δεν είναι !!!!!!!!!!!.
Όταν αφήνουμε ένα παιδί να κοιμάται μαζί μας τότε του καλλιεργούμε την ανασφάλεια, την φοβία και είναι σίγουρο πως στο μέλλον σαν έφηβος και ενήλικας δεν θα έχει την ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ που θα έπρεπε.
Είναι σαν να του λέμε "Ναί αγάπη μου, έχεις δίκιο, δεν μπορείς να κοιμηθείς μόνος σου όπως και δεν μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα μόνος σου, οπότε έλα κοντά μου γιατί μόνο κοντά μου είσαι ικανός !".

Tελικά πρέπει τα παιδιά να κοιμούνται με τους γονείς;

parcosleep

Γράφει η Μαρία Παπαδοπούλου, Συμβουλευτική Ψυχολόγος Παίδων & Ενηλίκων, Κινητή Μονάδα Ψυχικής Υγείας Παιδιών – Εφήβων, Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης
Τα βρέφη και ο ύπνος με τους γονείς
Κυκλοφορούν πολλές και διαφορετικές απόψεις σχετικά με το αν είναι καλό ή όχι να κοιμούνται τα παιδιά με τους γονείς τους στο ίδιο δωμάτιο ή το ίδιο κρεβάτι. O Παπαβέντσης (2011) προτείνει ότι ο ύπνος του βρέφους με τους γονείς στο ίδιο δωμάτιο κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του μωρού, ενισχύει το μητρικό θηλασμό και προστατεύει ενάντια στο Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου (ΣΑΒΘ), την πιο συχνή αιτία θανάτου των βρεφών. Συγκεκριμένα ο ύπνος του βρέφους στο κρεβάτι των γονιών (co-sleeping), βοηθάει στη συνέχιση του αποκλειστικού θηλασμού και δε συσχετίζεται με το ΣΑΒΘ, εφόσον τηρούνται συγκεκριμένοι κανόνες ασφαλείας, όπως να μην καπνίζουν και να μην πίνουν οι γονείς, να μη χρησιμοποιούν κατασταλτικά φάρμακα και τοξικές ουσίες, η μητέρα να μην είναι υπερβολικά κουρασμένη με μειωμένες αντιδράσεις, το δωμάτιο να μην είναι πολύ κρύο ούτε πολύ ζεστό, το μωρό να μην γεννήθηκε πρόωρο ή με χαμηλό βάρος γέννησης, να μην είναι άρρωστο, να μη φοράει υπερβολικά πολλά ρούχα, να τοποθετείται ανάσκελα, στη μέση του κρεβατιού, ανάμεσα στους γονείς ή με μαξιλάρια στις άκρες για να μην πέσει από το κρεβάτι, να μην έχει το παιδί από κάτω του μαξιλάρι, να μην σκεπάζουν το μωρό ποτέ πάνω από το λαιμό, το στρώμα του κρεβατιού να μην είναι μαλακό, να μη βουλιάζει, να σκεπάζουν το μωρό με ελαφριά βρεφική κουβέρτα ή σε υπνόσακο, να μην κοιμάται άλλο παιδί ή κατοικίδιο στο ίδιο κρεβάτι, να μην αφήνουν το μεγαλύτερο μωρό μόνο του σε κρεβάτι ενήλικα (Παπαβέντσης, 2011). Ο διεθνής σύνδεσμος θηλασμού (La Leche League International) υποστηρίζει ότι ο ύπνος του νεογνού στο ίδιο κρεβάτι με το γονιό επιβάλλεται από τη στιγμή της γέννησης, καθότι βοηθάει στο να εδραιωθεί ο θηλασμός με όσο το δυνατόν λιγότερες ενοχλήσεις και διαταραχές στο βραδινό ύπνο τόσο της μητέρας, όσο και του βρέφους (LLLI, 1997). Οι υποστηριχτές του co-sleeping πιστεύουν ότι αυτή η πρακτική ενισχύει το μητρικό θηλασμό, επειδή κάνει τους νυχτερινούς θηλασμούς πιο εύκολους και βολικούς για τη μητέρα, καθώς τη βοηθάει να συγχρονίσει τον κύκλο του ύπνου της με αυτόν του βρέφους. Επίσης, βοηθάει τα βρέφη να αποκοιμιούνται πιο εύκολα, ειδικά όταν ξυπνάνε μέσα στη νύχτα. Πολλοί πιστεύουν ότι βοηθάει το παιδί να ηρεμεί με αποτέλεσμα να μειώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης αγχωδών διαταραχών αργότερα στη ζωή του παιδιού.
Παρόλα αυτά, έχουν γίνει πολλές αναφορές στους κινδύνους που κρύβει η πρακτική του co-sleeping. Πολλά συγγράμματα αναφέρουν τον αυξημένο κίνδυνο του Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου σε περιπτώσεις όπου γονείς και βρέφος μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι. Η Αμερικάνικη Επιτροπή Ασφάλειας Καταναλωτών προειδοποιεί τους γονείς να μην τοποθετούν τα παιδιά στο κρεβάτι τους για ύπνο καθώς υπάρχει κίνδυνος ασφυξίας και στραγγαλισμού. Αρκετές επιδημιολογικές μελέτες συνοψίζουν μερικούς παράγοντες υψηλού κινδύνου: παχυσαρκία μητέρας, κάπνισμα, χρήση αλκοόλ και ουσιών, καθώς και περιπτώσεις όπου κοιμούνται σε κάποιον καναπέ ή καρέκλα. Γι'αυτόν το λόγο η Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής συστήνει να μην κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι οι γονείς με τα παιδιά τους κατά τον πρώτο χρόνο ζωής του παιδιού. Τον Αύγουστο του 1997 η Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής κάνει την παρακάτω δήλωση πολιτικής της "Παρόλο που η πρακτική του να μοιράζεται ο γονιός το κρεβάτι με το βρέφος έχει αποδειχθεί ότι έχει αρκετά οφέλη, καμιά επιστημονική μελέτη δεν έχει αποδείξει ότι μειώνει το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου (ΣΑΒΘ)". Τον Οκτώβριο του 2011 προτείνει την πρακτική του ύπνου στο ίδιο δωμάτιο, αλλά σε διαφορετικό κρεβάτι (American Academy of Pediatrics, 2011). Παραθέτει επιστημονικά στοιχεία ότι έτσι μειώνεται 50% ο κίνδυνος του ΣΑΒΘ (Blair, Fleming, Smith, 1999; Carpenter, Irgens, Blair, 2004; Mitchell, Thompson, 1995; Tappin, Ecob, Brooke, 2005), είναι πιο ασφαλές από την πρακτική του co-sleeping (Blair, Fleming, Smith, 1999; Carpenter, Irgens, Blair, 2004; Mitchell, Thompson, 1995; Tappin, Ecob, Brooke, 2005), αλλά κι από την πρακτική του να κοιμάται το βρέφος μόνο του στο δωμάτιό του (Forsyth, Hume, Howatson, Busuttil, Burchell, 2005; Carpenter, Irgens, Blair, 2004). Αυτή η ρύθμιση είναι πιο πιθανό να αποτρέψει την ασφυξία, το στραγγαλισμό και την παγίδευση του βρέφους, που ενδέχεται να συμβούν όταν μοιράζεται το ίδιο κρεβάτι με τους γονείς του (American Academy of Pediatrics, 2011).
Το παιδί και ο ύπνος με τους γονείς
Μετά το διάστημα των 6 - 12 μηνών, μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος του ΣΑΒΘ, οπότε είναι ίσως η κατάλληλη περίοδος για να μεταφερθεί σιγά σιγά το παιδί στο δικό του δωμάτιο. Σε αυτό το σημείο αξίζει να ειπωθεί ότι δεν υπάρχει ξεκάθαρη γραμμή σχετικά με το αν είναι καλό ή κακό να κοιμάται το παιδί στο ίδιο κρεβάτι με τους γονείς του. Η απόφαση που παίρνει ο κάθε γονιός είναι συνήθως εκείνη που ταιριάζει περισσότερο στις πεποιθήσεις και τα πιστεύω του. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι συχνά τα παιδιά ξυπνούν μέσα στη νύχτα είτε γιατί είδαν κάποιο άσχημο όνειρο, είτε γιατί κάτι τους τρόμαξε κι αναζητούν παρηγοριά στο κρεβάτι της μαμάς και του μπαμπά. Η ανήσυχη σχέση του παιδιού με τον ύπνο αποτελεί ένα καθημερινό πρόβλημα για μερικούς γονείς, καθώς προκαλεί μεγάλες δυσκολίες κι ένα αίσθημα θυμού κι ανικανότητας, γιατί δεν ξέρουν πως να το αντιμετωπίσουν (Marcoli, 2001). Πίσω από κάθε παιδί που δυσκολεύεται να αποκοιμηθεί, υπάρχει μερικές φορές κι ένας γονιός που κόπιασε ή κοπιάζει εξίσου με αυτό (Marcoli, 2001). Πολλοί γονείς περιγράφουν την κούραση με την οποία σηκώνονται το πρωί, έχοντας προσπαθήσει με διάφορους τρόπους μέσα στη νύχτα να βοηθήσουν το παιδί να αποκοιμηθεί στο κρεβάτι του. Πολλοί καταλήγουν να δέχονται το παιδί στο κρεβάτι τους προκειμένου να απαλύνουν την ανησυχία του, να παρηγορήσουν τον πόνο του, αλλά να βάλουν κι ένα 'προσωρινό' τέλος στην κούραση που προκαλεί το ξύπνημα μέσα στη νύχτα. Κι άλλοι γονείς αναφέρουν ότι έχουν φτάσει σε σημείο να είναι αδύνατον πια να στείλουν το παιδί για ύπνο στο κρεβάτι του, ακόμα κι αν εκείνο έχει γίνει 7 ή 10 ετών. Υπάρχουν πολλοί που ότι το παιδί πρέπει να κοιμάται με τους γονείς του στο ίδιο κρεβάτι και πως αυτή η πρακτική θα το βοηθήσει να δημιουργήσει έναν ασφαλή δεσμό με τους γονείς του αλλά και να γίνει ένας ώριμος και ανεξάρτητος ενήλικας. Κι άλλοι πάλι αναφέρουν ότι το παιδί που δεν μαθαίνει να κοιμάται μοναχό του, δεν μαθαίνει να ξεπερνάει τους φόβους του, οπότε μεγαλώνει να γίνει ένας φοβικός και αγχωμένος ενήλικας, εξαρτημένος από τους άλλους. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάποια επιστημονική μελέτη, η οποία να στηρίζει τα παραπάνω. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο ότι η απόφαση του αν θα κοιμηθεί το παιδί στο κρεβάτι των γονιών του ή στο δικό του, είναι μια απόφαση που παίρνει ο κάθε γονιός για το παιδί του.
Παρόλα αυτά, αξίζει να γίνει αναφορά στους έξυπνους στοχασμούς της Alba Marcoli (2001), "Στη δυσκολία του παιδιού να αποκοιμηθεί μόνο του είναι συμπυκνωμένοι όχι ένας, αλλά πολλοί και διάφοροι φόβοι: εκείνος της απομάκρυνσης, του ξένου, της εγκατάλειψης, του σκοταδιού, των άσχημων ονείρων, κτλ....Όλοι οι παραπάνω φόβοι είναι τελείως φυσιολογικοί και αποτελούν μέρος της ψυχικής ανάπτυξης του παιδιού...... Σχετικά με το φόβο για το σκοτάδι: Μεταξύ των ενηλίκων υπάρχουν πολλοί περισσότεροι απ' όσο φανταζόμαστε που νιώθουν αυτόν το φόβο, σε σημείο μάλιστα ν' αφήνουν κάποιο φως αναμμένο τη νύχτα, εάν είναι μόνοι. Προφανώς υπάρχει σε αυτούς μια βαθιά ανάγκη ελέγχου της κατάστασης, που καθιστά ανυπόφορη την ιδέα του ολικού σκοταδιού, όταν δεν είναι δυνατό να δει κανείς. Κι αυτό ακόμη μια φορά αποδεικνύει την πολυμορφία, που εμείς οι ενήλικες μπορούμε να έχουμε στη συμπεριφορά μας και πως καθένας μας οργανώνει τις άμυνές του με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί να βρει. 'Εγώ φοβόμουν τόσο το σκοτάδι, τις νέες καταστάσεις, την απομάκρυνση από το οικογενειακό περιβάλλον', έλεγε κάποτε μια νεαρή μητέρα, 'που στη διάρκεια του γαμήλιου ταξιδιού τις πρώτες τρεις βραδιές δεν κοιμήθηκα καθόλου. Κι όχι μόνον, όταν ο σύζυγός μου αποκοιμιόταν, τον ξυπνούσα, για να μου κρατά συντροφιά. Εωσότου, την τέταρτη βραδιά, αντέδρασε και με μάλωσε, όπως μαλώνουν ένα κοριτσάκι. Το πιστεύετε ότι αυτό με καθησύχασε; Εκείνη τη νύχτα κάθισα ήσυχη χωρίς να πω τίποτε, μέχρις ότου σιγά σιγά αποκοιμήθηκα κι εγώ'. Πιστεύω ότι αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα σχετικά με το θέμα των ορίων και της σημασίας τους να συγκρατούν τους ίδιους τους φόβους μας στις καταστάσεις που προκαλούν έντονο άγχος. Παρά την κούραση και τη δυσκολία που μερικές φορές προκαλεί, για ένα παιδί το να καταφέρει να κοιμηθεί μόνο του αντιπροσωπεύει μια μεγάλη νοητική εμπειρία και το βίωμα μιας κατάκτησης.... Συνεπώς η δοκιμασία του βραδινού αποχωρισμού είναι εκείνη που μας βοηθά να καταλάβουμε εάν ένα παιδί αισθάνεται ασφαλές. Όταν δεν τα καταφέρνει, ίσως το αληθινό πρόβλημα δεν είναι τόσο η νύχτα καθ'εαυτή, όσο το γεγονός ότι το παιδί σε εκείνη τη στιγμή δεν επεξεργάστηκε ή δεν ξαναβρήκε μέσα του αρκετή σιγουριά, για να την αντιμετωπίσει. Κι αυτός είναι τότε ο χώρος, όπου είναι χρησιμότερο να βοηθηθεί από τους γονείς του.» (Marcoli, 2001).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
American Academy of Pediatrics (2011). SIDS and Other Sleep-Related Infant Deaths: Expansion of Recommendations for a Safe Infant Sleeping Environment. Pediatrics, 128, 5, p. 1341 -1367.
Blair, P.S., Fleming, P.J., Smith, I.J., et al. (1999). Babies sleeping with parents: case-control study of factors influencing the risk of the sudden infant death syndrome. CESDI SUDI Research Group. British Medical Journal, 319, p. 1457–1462.
Carpenter, R.G., Irgens, L.M., Blair, P.S., et al. (2004). Sudden unexplained infant death in 20 regions in Europe: case control study. Lancet, 363, p.185-191.
Forsyth, L., Hume, R., Howatson, A., Busuttil, A., Burchell, A. (2005). Identification of novel polymorphisms in the glucokinase and glucose-6-phosphatase genes in infants who died suddenly and unexpectedly. Journal of Molecular Medicine, 83(8), p.610-618.
La Leche League International Inc. (1997). The Womanly Art of Breastfeeding. (6th rev. ed.) Schaumberg, IL: Author.
Marcoli, Α. (2001). Ο θυμός των παιδιών. Παραμύθια για την κατανόηση της παιδικής συμπεριφοράς (μετάφραση: Μελής Μελετιάδης). Εκδόσεις: University Studio Press.
Mitchell, E.A. & Thompson, J.M.D. (1995). Co-sleeping increases the risk of SIDS, but sleeping in the parents' bedroom lowers it. In: Rognum T.O. ed. "Sudden Infant Death Syndrome: New Trends in the Nineties". Oslo, Norway: Scandinavian University Press, p. 266-9.
Tappin, D., Ecob, R., Brooke, H. (2005). Bedsharing, roomsharing, and sudden infant death syndrome in Scotland: a case control study. Journal of Pediatrics, 147(1), p. 32-37.
Παπαβέντσης, Σ. (2011). http://pediatros-thes.gr/for-parents/ύπνος/μωρά-και-ασφαλές-co-sleeping/



http://maria-papadopoulou.blogspot.gr

Τα παιδιά “πρέπει να κοιμούνται με τους γονείς μέχρι τα πέντε τους”



Η Margot Sunderland, διευθύντρια εκπαίδευσης στο Λονδρέζικο Κέντρο Ψυχικής Υγείας του Παιδιού, λέει πως η πρακτική που είναι γνωστή ως συγκοίμηση ή συν-κοίμηση ή ακόμα και παρακοίμηση (αγγλικά co-sleeping) επιδρά στα παιδιά με τέτοιο τρόπο που έχει σαν αποτέλεσμα να γίνονται ήρεμοι και υγιείς ενήλικες. Η Sunderland που είναι συγγραφέας 20 βιβλίων διατυπώνει τις συμβουλές της στο βιβλίο Η Επιστήμη της Ανατροφής των Παιδιών που θα κυκλοφορήσει κατά το τέλος του καλοκαιριού.
Είναι τόσο σίγουρη για τα συμπεράσματα των ερευνών της, τα οποία βασίζονται σε 800 επιστημονικές μελέτες, ώστε προτείνει να δοθεί άμεσα ενημερωτικό υλικό στους ιατρικούς επισκέπτες προκειμένου να κατατοπίσουν τους γονείς σχετικά με την συγκοίμηση.
“Οι μελέτες αυτές θα πρέπει να διανεμηθούν ευρέως σε γονείς”, λέει η Sunderland. “Δείχνω πλήρη κατανόηση προς τους γκουρού της ανατροφής – γιατί θα ‘πρεπε να κατέχουν το αντικείμενο; Πανάθεμά τους, το 95% των πληροφοριών είναι τόσο καινούργιο που θα ‘πρεπε να το γνωρίζουν ήδη. Δεν υπάρχει καμιά απολύτως μελέτη που να λέει πως είναι καλό να αφήνεις το παιδί σου να κλαίει.”
Υποστηρίζει ότι η συνήθισμένη πρακτική στην Αγγλία να μαθαίνουν τα παιδιά να κοιμούνται μόνα τους λίγες μόλις εβδομάδες μετά τη γέννησή τους είναι βλαβερή διότι ο χωρισμός απ’ τους γονείς προκαλεί αύξηση στη ροή των ορμονών του στρες όπως η κορτιζόλη. Τα ευρήματά της βασίζονται σε προόδους της επιστημονικής γνώσης που σημειώθηκαν κατά τα τελευταία 20 χρόνια και αναφέρονται στον τρόπο ανάπτυξης του παιδικού εγκεφάλου καθώς και σε μελέτες που έγιναν με χρήση ηλεκτρομαγνητικών σαρωτών με στόχο να εξακριβωθεί ο τρόπος αντίδρασής τους σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Για παράδειγμα, μια νευρολογική μελέτη που πραγματοποιήθηκε πριν τρία χρόνια κατέδειξε ότι ένα παιδί που αποχωρίζεται από έναν γονιό παρουσιάζει την ίδια εγκεφαλική δραστηριότητα με ένα παιδί που αντιμετωπίζει σωματικό πόνο.
Η Sunderland πιστεύει επιπλέον ότι η σημερινή πρακτική είναι βασισμένη σε κοινωνικές τάσεις και αντιλήψεις που είναι αναχρονιστικές και οφείλουν να εγκαταλειφθούν. “Υπάρχει ένα ταμπού σ’ αυτή τη χώρα (σ.τ.μ.: δηλ. την Αγγλία) σχετικά με τα παιδιά που κοιμούνται με τους γονείς τους”, δήλωσε. “Αυτό που κάνω σ’ αυτό το βιβλίο είναι να παρουσιάσω τις επιστημονικές θέσεις. Μελέτες που έγιναν σε ολόκληρο τον κόσμο δείχνουν ότι η συν-κοίμηση μέχρι την ηλικία των πέντε αποτελεί επένδυση για το παιδί. Τα παιδιά είναι δυνατόν να παρουσιάσουν αγωνία/άγχος αποχωρισμού μέχρι και την ηλικία των πέντε ή και πέρα απ’ αυτή την ηλικία και αυτό είναι κάτι που μπορεί να έχει επίδραση στη κατοπινή ζωή τους. Αυτό ελέγχεται και καλμάρεται με την συν-κοίμηση”. Τα συμπτώματα μπορεί να είναι και σωματικά/οργανικά. Η Sunderland παραθέτει στοιχεία από μια μελέτη που διαπίστωσε ότι ένα περίπου 70% των γυναικών, που κατά την παιδική τους ηλικία δεν απολάμβαναν συμπαράσταση και παρηγοριά όταν έκλαιγαν, ανέπτυξαν προβλήματα του πεπτικού συστήματος σαν ενήλικες.
Το βιβλίο της Sunderland την φέρνει σε αντιπαράθεση με γκουρού της ανατροφής σαν την Gina Ford που διαβάζεται ευρύτατα και οι συμβουλές της εφαρμόζονται από χιλιάδες ανθρώπων. Η Ford είναι υπέρμαχος της άποψης ότι πρέπει να καθορίζονται προγράμματα ύπνου για τα μωρά όταν ακόμη είναι πολύ μικρά και να κοιμούνται σε δικά τους κρεβατάκια “μακριά απ’ το υπόλοιπο σπίτι” [“away from the rest of the house”] και να μαθαίνουν να κοιμούνται χωρίς τη βοήθεια ενηλίκων [“without the assistance of adults”]. Στο βιβλίο της Πλήρης Οδηγός για Ικανοποιημένα Μωρά και Νήπια γράφει πως οι γονείς χρειάζονται και αυτοί το δικό τους χρόνο: “Η συν-κοίμηση … στις περισσότερες περιπτώσεις έχει σαν αποτέλεσμα οι γονείς να κοιμούνται ο καθένας σε διαφορετικό δωμάτιο” και οι μαμάδες να είναι εξουθενωμένες – μια κατάσταση δηλαδή που “ασκεί φοβερή πίεση σ’ ολόκληρη την οικογένεια”.
Η Annette Mountford, γενική διευθύντρια μιας οργάνωσης για την ανατροφή με την επωνυμία Οικογενειακοί Δεσμοίεπιβεβαίωσε το γεγονός ότι στην Αγγλία η επικρατούσα πρακτική στην παιδική ανατροφή ήταν να ενθαρρύνονται τα παιδιά από πολύ μικρά να κοιμούνται σε λίκνο ή κρεβατάκι είτε στο δωμάτιο των γονιών τους είτε σε δικό τους δωμάτιο. “Οι γονείς χρειάζονται χώρο για τον εαυτό τους”, είπε. “Και σίγουρα προκύπτουν συγκεκριμένα ωφέλη όταν ενθαρρύνουμε τα παιδιά να έχουν τη δική τους σειρά σε θέματα ύπνου αλλά και το δικό τους προσωπικό χώρο.”
Η Sunderland λέει πως η πρακτική της μετακόμισης των παιδιών σε δικό τους ξεχωριστό κρεβάτι όταν είναι ακόμη μόλις μερικών εβδομάδων έχει αποδειχθεί πως προκαλεί αύξηση στην έκκριση της ορμόνης κορτιζόλης. Μελέτες που έγιναν για παιδιά κάτω των πέντε χρόνων έχουν δείξει ότι πάνω απ’ το 90% των παιδιών δείχνουν ανεβασμένη κορτιζόλη όταν πηγαίνουν στον παιδικό σταθμό, ενώ σε ένα ποσοστό 75% των παιδιών η κορτιζόλη πέφτει μόλις αυτά επιστρέψουν στο σπίτι. Ο καθηγητής Jaak Panksepp, ειδικός νευρολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, ο οποίος έγραψε και τον πρόλογο του βιβλίου, δήλωσε ότι τα επιχειρήματα της Sunderland αποτελούν “μια συνεκτική και λογική αλληλουχία ιδεών που είναι εναρμονισμένες με την επιστήμη της νευρολογίας. Μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από σύνεση θα αγκαλιάσει τις απόψεις της με θέρμη”.
Η Sunderland υποστηρίζει ότι η τακτική του να βάζουμε τα παιδιά να κοιμούνται μόνα τους αποτελεί ένα παράδοξο ή ακόμη και αλλόκοτο δυτικό φαινόμενο που πιθανόν να προκαλέσει αύξηση των πιθανοτήτων για περιστατικά θανάτου κατά τη διάρκεια του ύπνου, το γνωστό Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι το παιδί χάνει την ηρεμιστική ενέργεια και δράση που ασκεί στην αναπνοή και τη λειτουργία της καρδιάς του η παρουσία της παρακοιμώμενης μητέρας του. “Στην Αγγλία πεθαίνουν απ’ το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου 500 παιδιά το χρόνο”, γράφει η Sunderland. “Στην Κίνα, όπου η συν-κοίμηση θεωρείται δεδομένη και αυτονόητη, το Σύνδρομο αυτό είναι τόσο σπάνιο που δεν έχει καν επίσημο επιστημονικό όρο”.

Γιατί το παιδί δεν πρέπει να κοιμάται στο δωμάτιο των γονιών

Ως συνήθεια πλέον εδώ και πολύ καιρό το παιδί αρνείται να κοιμηθεί μόνο του στο παιδικό δωμάτιο.
Επιδιώκει να κοιμάται στο διπλό κρεβάτι με τη μαμά ενώ ο μπαμπάς έχοντας παραχωρήσει τη θέση του, καταφεύγει για ύπνο ή στο παιδικό μονό κρεβάτι ή στον καναπέ. Η μαμά δείχνει να ενοχλείται από την πίεση αυτή του παιδιού και ενώ έχει δοκιμάσει διάφορους τρόπους δεν έχει καταφέρει να «διώξει» το παιδί από το κρεβάτι της.
Γιατί το κάνει αυτό το παιδί;
Αναπτυξιακά τα παιδιά περνάνε τη φάση με τους εφιάλτες και τις φοβίες. Υπάρχουν παιδιά που το βράδυ νιώθουν ανησυχία όταν είναι μόνα τους στο δωμάτιο και επιζητούν την ασφαλή αγκαλιά της μαμάς για να αισθάνονται προστατευμένα. Επίσης, υπάρχουν οι περιπτώσεις εκείνες όπου ένα τραυματικό γεγονός, μπορεί να ανακινήσει διάφορους φόβους στο παιδί, οι οποίοι ειδικά το βράδυ μεγαλώνουν και οδηγούν πάλι στην κρεβατοκάμαρα των γονιών. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, είναι η ίδια η ανάγκη του γονέα που ωθεί το παιδί στο να κοιμάται μαζί του. Ο ίδιος ο γονιός, στη μεγάλη πλειοψηφία η μητέρα, έχει ανάγκη το παιδί δίπλα της κατά τη διάρκεια του ύπνου. Το παιδί καλύπτει συναισθηματικά τα δικά της κενά τα οποία μπορεί να συνοδεύονται ή και να προέρχονται από δυσκολίες στη σχέση της με το σύζυγο της.
Το παιδί που κοιμάται στο συζυγικό κρεβάτι στην ουσία αντικαθιστά τον σύζυγο που λείπει, ο οποίος επίσης πολύ πρόθυμα παραχωρεί τη θέση του και «εξορίζεται» σε άλλο δωμάτιο. Οι σχέσεις του ζευγαριού σε αυτές τις περιπτώσεις πολύ συχνά βρίσκονται σε δυσαρμονία ή είναι ανύπαρκτες. Το παιδί λοιπόν γίνεται η παρέα, το στήριγμα, το συναισθηματικό αποκούμπι αλλά και ο σύμμαχος της μαμάς. Από την άλλη δεν είναι λίγες οι φορές που το άγχος και η υπερπροστασία των γονέων εμποδίζουν το παιδί να απομακρυνθεί από αυτούς και να αυτονομηθεί στο δικό του δωμάτιο. Γονείς οι οποίοι ανησυχούν υπερβολικά μήπως πάθει κάτι το παιδί και νιώθουν πιο σίγουροι όταν εκείνο κοιμάται μαζί τους, δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο. Το παιδί καταλαβαίνοντας την ανησυχία τους αρχίζει να αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως απειλητικό, το δωμάτιο του το βράδυ ως επικίνδυνο και αρχίζει να αναπτύσσει φοβίες. Έτσι στα μάτια των γονιών είναι ένα ευάλωτο παιδί που χρειάζεται αυξημένη προστασία, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερες φοβίες.
Γιατί δεν πρέπει το παιδί να κοιμάται στο κρεβάτι των γονιών;
Όποια ηλικία ή φύλο και να έχει το παιδί, δε μπορεί να δομήσει την προσωπικότητα του και να αυτονομηθεί αν δεν υπάρχουν συγκεκριμένη τάξη και όρια. Το παιδί που κοιμάται στο κρεβάτι των γονιών βιώνει μια σύγχυση ρόλων και δεν μπορεί να ξεχωρίσει ποια είναι η θέση του καθενός μέσα στο σπίτι. Συμβολικά τοποθετείται στη θέση του συντρόφου του γονέα και παρεμποδίζεται η ομαλή ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη. Και για τους ίδιους τους γονείς όμως η παρουσία του παιδιού στο δωμάτιο τους το βράδυ δημιουργεί προβλήματα. Η προσωπική ζωή του ζευγαριού επηρεάζεται και κλονίζεται σημαντικά. Οι δύο σύζυγοι θυσιάζουν τον προσωπικό τους χώρο και τις ιδιωτικές τους στιγμές στο βωμό της γονεϊκής αγάπης, με αποτέλεσμα να λειτουργούν μόνο ως γονείς και λιγότερο ως και καθόλου ως σύντροφοι.
Για να υπάρχει ισορροπία μέσα στην οικογένεια θα πρέπει οι ρόλοι να είναι ξεκάθαροι. Τα μέλη της οικογένειας θα πρέπει να σέβονται τον ιδιωτικό χώρο του καθενός και να μπορούν να λειτουργούν και μαζί αλλά και αυτόνομα. Οι πόρτες των δωματίων καλό είναι να κλείνουν – ειδικά καθώς το παιδί οδεύει προς την εφηβεία – για να διαχωρίζονται έτσι και τα όρια των χώρων και να προστατεύεται η προσωπική ζωή του καθενός. Όπως το παιδί για να μπει στο δωμάτιο των γονιών θα πρέπει να χτυπήσει την πόρτα, το ίδιο θα πρέπει να κάνουν και οι γονείς, μπαίνοντας στο δωμάτιο του παιδιού, δείχνοντας έτσι σεβασμό προς εκείνο.
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς ώστε το παιδί να επιστρέψει στο κρεβάτι του;
Καμία αλλαγή δεν έρχεται χωρίς αντιδράσεις. Αυτό σημαίνει ότι στις πρώτες προσπάθειες οι γονείς θα έρθουν αντιμέτωποι με το κλάμα, τις φωνές και την ένταση από την πλευρά του παιδιού. Καλό είναι να παραμείνουν ψύχραιμοι και να μην υποχωρήσουν. Θα πρέπει να εξηγήσουν στο παιδί ότι ο καθένας έχει το δωμάτιο του και ότι πρέπει να κοιμάται στο κρεβάτι του. Κάθε βράδυ θα το ενθαρρύνουν να πάει στο δωμάτιο του για ύπνο και αν εκείνο καταφεύγει μέσα στη νύχτα στο δικό τους δωμάτιο, καλό είναι το ρωτάνε τι έχει συμβεί και να το οδηγούν πάλι στο δικό του κρεβάτι. Μπορούν να μείνουν λίγο μαζί του συζητώντας το τι έχει συμβεί: «μήπως είδες κάποιον εφιάλτη; μήπως φοβάσαι κάτι; είναι λογικό αλλά θα μιλήσουμε γι αυτό το πρωί. Είμαι μαζί σου και δεν κινδυνεύεις.» , χωρίς όμως να προβούν σε μεγαλύτερη ανάλυση του θέματος. Μπορούν επίσης να ρωτήσουν το παιδί τι θα το έκανε να νιώσει ασφάλεια μέσα στο δωμάτιο του, ώστε να μπορέσει να κοιμηθεί ήσυχα εκεί. Ένα αναμμένο φωτάκι, ένα αρκουδάκι στο κρεβάτι του ή δίπλα στο κομοδίνο ίσως είναι αρκετά βοηθητικά. Επίσης σημαντικό είναι να επιβραβεύουν το παιδί όταν τελικά καταφέρει και κοιμηθεί στο δωμάτιο μόνο του, χωρίς να υπάρχει ένταση κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Το πιο σημαντικό όμως απ' όλα είναι οι ίδιοι οι γονείς να αναρωτηθούν τι υπάρχει στη δική τους στάση που εμποδίζει το παιδί να απομακρυνθεί από εκείνους. Ποιο είναι το δικό τους όφελος από την παρουσία του παιδιού στο κρεβάτι τους. Για ποιον τελικά είναι πιο δύσκολο να κοιμούνται χώρια. Για τους ίδιους ή για το παιδί; Σε περίπτωση που το πρόβλημα εμμένει και δεν υποχωρεί παρά τις συστηματικές προσπάθειες των γονέων, καλό είναι να αναζητήσουν τη συμβουλή ενός ειδικού, ο οποίος θα μπορέσει να παρέμβει ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και θα συμβάλλει στην ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού

Δάμτσα Δήμητρα,
Εκπαιδευτική Ψυχολόγος
Πηγή: http://www.mothersblog.gr/o-kosmos-toy-paidioy/item/18835-giati-to-paidi-den-prepei-na-koimatai-sto-domatio-ton-gonion#ixzz3REU2wKVk

Μέχρι ποια ηλικία πρέπει το παιδί να κοιμάται στο κρεβάτι των γονιών;;

Έχω μία κόρη 12 ετών και είμαι διαζευγμένη Ήθελα να ρωτήσω το εξής  η κόρη μου κοιμάται ακόμη μαζί μου Εμένα δε μ ενοχλεί απλώς ήθελα να γνωρίζω εαν αυτο της κάνει κακό. Ευχαριστώ και καλή χρονιά. 
Αγαπητή αναγνώστρια. Στο ερώτημά σας απάντησε η ψυχολόγος, Έρα Μουλάκη. 
Μετά από κάποια ηλικία, στην εφηβεία, είναι σκόπιμο να κοιμάται το παιδί χώρια από τον γονιό και να μπορεί να έχει έναν προσωπικό χώρο το παιδί. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να μην καλύπτει το παιδί τις συναισθηματικές ανάγκες του γονιού. Τη μοναξιά δηλαδή που μπορεί να νιώθει μια γυναίκα διαζευγμένη. Ακόμα και το κρεβάτι που μπορεί να είναι άδειο όταν δεν υπάρχει ένας σύντροφος. Πολλές φορές δημιουργείται ασυναίσθητα η ανάγκη στο παιδί και συναντάμε παιδιά που λένε ότι εγώ θέλω να κοιμάμαι με τον γονιό αλλά η πραγματική ανάγκη δεν έρχεται από το παιδί, από τον γονιό έρχεται.
Όταν το παιδί καλύπτει τις συναισθηματικές ανάγκες του γονιού δεν μπορεί να ζήσει τη δική του ζωή γιατί νιώθει ότι εγκαταλείπει τον γονιό. Γίνεται το σημαντικότερο πρόσωπο στη ζωή ενός γονιού και όταν το παιδί ενηλικιωθεί και θέλει να ανεξαρτητοποιηθεί αισθάνεται ότι εγκαταλείπει τον γονιό- το ζευγάρι του( συναισθηματικά μιλώντας πάντα). Το παιδί γίνεται ξαφνικά ο συναισθηματικός σύντροφος, ο γονιός αφοσιώνεται στο παιδί και αυτό είναι ένα πραγματικά βαρύ φορτίο για να μπορέσει να προχωρήσει στη ζωή του.
Κάποια λοιπόν όρια συναισθηματικά είναι πολύ σημαντικό  να κρατιούνται. Είναι καλό να υπάρχει στενή σχέση μητέρας κόρης αλλά πάντα πρέπει να βάζουμε όρια. 

Παιδί και διαζύγιο

Στις μέρες μας τα παιδιά χωρισμένων οικογενειών δεν είναι πια μειονότητα.
Από την Αρετή Γκατζέλια, Σύμβουλο Ψυχικής Υγείας, Κοινωνιολόγο
Το διαζύγιο των γονέων είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει κατά καιρούς αρκετά τους ειδικούς ψυχικής υγείας. Πολλές είναι οι μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα και αποδεικνύουν πως το διαζύγιο επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα παιδιά, τα οποία αναπόφευκτα υποφέρουν.
Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι πως τα παιδιά των χωρισμένων γονιών περιμένουν καρτερικά και με αγωνία την επανασύνδεση της οικογένειάς τους ακόμη και μέχρι την εφηβεία. Μπορεί η αρχική οικογένεια να ήταν πιεσμένη αλλά το παιδί θέλει και τους δύο γονείς του μαζί.
Τις περισσότερες φορές οι γονείς που αποφασίζουν να προχωρήσουν σε ένα διαζύγιο κάνουν το λάθος να βάζουν το παιδιά στο μέσο της «δίνης» που τους έχει παρασύρει κι έτσι το παιδί τους μπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο που δεν τελειώνει ποτέ. Το παιδί πληγώνεται πολύ καθώς παρακολουθεί τους γονείς του να «πολεμούν» μεταξύ τους με ανταγωνισμό και θυμό. Εξαιτίας αυτού, είναι πολύ πιθανό στο μέλλον να απουσιάζει από τις σχέσεις του η ευαισθησία. Πολλές φορές βλέπουμε το διαζύγιο να περνάει από γενιά σε γενιά σαν μία παράδοση. Τα παιδιά χωρισμένων γονιών αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο μεγαλώνοντας να γίνουν οξύθυμοι, ανασφαλείς ή επιθετικοί ενήλικες. Οι γονείς είναι αυτοί που έχουν την υποχρέωση να προστατέψουν τα παιδιά τους μ’ έναν τρόπο ώστε αυτό να μην πραγματοποιηθεί.
Ένα παιδί που οι γονείς του έχουν χωρίσει νιώθει εγκαταλελειμμένο και έχει έναν έντονο φόβο ότι θα τον εγκαταλείψει και ο γονέας με τον οποίο μένει μαζί. Στο μυαλό του παιδιού ακόμη και ένας  βραχυπρόθεσμος αποχωρισμός από τον γονέα φαντάζει οριστικός. Αυτό που πρέπει να κάνει ο γονιός σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να προετοιμάζει το παιδί με προσοχή. Επιπλέον, το αίσθημα της εγκατάλειψης είναι ένα ζήτημα που ο γονιός πρέπει να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα έτσι ώστε το παιδί να μην την συνδέσει με όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Με αυτό τον τρόπο θα καταφέρει να αποκτήσει μελλοντικά υγιείς σχέσεις.
Ο γονέας που έχει εγκαταλείψει το σπίτι και μένει μακριά από το παιδί έχει την ίδια ευθύνη. Είναι αναγκαίο, να επισκέπτεται το παιδί σε καθορισμένη ώρα και φυσικά πρέπει να είναι συνεπής με στόχο να καταπολεμήσει το αίσθημα εγκατάλειψης του παιδιού του. Στην περίπτωση που ο γονέας καθυστερήσει στην συνάντηση θα πρέπει να έχει ενημερώσει το παιδί γι’ αυτό και όταν θα συναντηθεί μαζί του να μην ξεχάσει να αναφέρει πόσο πολύ λυπάται γι’ αυτή την αργοπορία. Μία βασική σκέψη του παιδιού για τον γονέα που δεν ζει μαζί του είναι πως έφυγε γιατί δεν το αγαπά ή γιατί είναι κακό παιδί, παρόλο που του έχουν επισημάνει πολλές φορές πως δεν φταίει για τον χωρισμό, κατηγορεί τον εαυτό του. Οι διαμάχες που τυχόν υπάρχουν ανάμεσα στο χωρισμένο ζευγάρι τρομάζουν τα παιδιά και τα κάνουν να σκέφτονται πως όσο πιο τέλεια παιδιά είναι τόσο δεν θα τσακώνονται οι γονείς τους. Εδώ εμφανίζεται ο ρόλος των γονέων ο οποίος είναι να τονίζουν συνεχώς στο παιδί πως δεν είναι ανάγκη να είναι τέλειο για να το αγαπούν. Πολλά παιδιά επηρεάζονται τόσο με ένα διαζύγιο που επιστρέφουν σε συνήθειες που είχαν ξεπεράσει (π. χ. να βρέχει το κρεβάτι του την νύχτα, τραύλισμα). Η στοργική συζήτηση με το παιδί είναι μία λύση που θα βοηθούσε πολύ τους γονείς σε αυτές τις περιπτώσεις.
Μετά από έναν οδυνηρό χωρισμό το παιδί μπορεί να έχει την ανάγκη και την επιθυμία να κοιμάται με τον γονιό που μένει στο σπίτι. Αυτό, δεν θα ήταν ορθό να συμβεί γιατί είναι αναγκαίο το παιδί να αναπτύξει την ανεξαρτησία του και ο γονέας ν’ ασχοληθεί με τα προβλήματά του χωρίς ν’ αγκιστρώνεται από το παιδί. Ακόμη και κάποιες ασθένειες μπορεί να κάνουν την εμφάνισή τους στην περίοδο προσαρμογής του παιδιού στην νέα κατάσταση (π. χ. κρυολογήματα, ωτίτιδες). Αυτό είναι η σωματική αντίδρασή του. Ωστόσο, θα εξαλειφθούν όσο προσπαθεί να προσαρμοστεί.
Οι σχέσεις μεταξύ των αδερφών θα γίνουν πιο ισχυρές καθώς έχουν την ανάγκη να προστατευτούν από τον φόβο του αποχωρισμού και της εγκατάλειψης. Ακόμη, ένα είδος ανταγωνισμού ίσως κάνει την εμφάνισή του, κάτι το οποίο δεν πρέπει να ανησυχήσει τους γονείς διότι αυτό δείχνει πως έχουν ανάγκη να φροντίσουν το ένα το άλλο. Τα μεγαλύτερα αδέρφια πολλές φορές αναλαμβάνουν το ρόλο του προστάτη για τα μικρότερα, κάτι το οποίο θα ήταν καλό να αποτρέπεται, γιατί δεν είναι σωστό ένα παιδί να αναλαμβάνει μία τέτοια ευθύνη, τη στιγμή που και το ίδιο θα χρειάζεται φροντίδα.
Τα παιδιά χωρισμένων γονιών πολλές φορές προσκολλούνται στους παππούδες και στις γιαγιάδες οι οποίοι κάνουν το λάθος να κακομαθαίνουν τα παιδιά στην προσπάθεια τους να βοηθήσουν. Στην περίπτωση που οι γονείς αποφασίσουν να παρέμβουν σ’ αυτό το παιδί τούς αντιμετωπίζει σαν τους κακούς που δεν μπορούν να τα καταλάβουν. Το πιο σημαντικό σ’ αυτήν την περίπτωση είναι να υπάρχει συνεννόηση μεταξύ των παππούδων και των γονέων έτσι ώστε να υπάρχουν ορισμένοι κανόνες που θα τους ακολουθούν από κοινού.
Στις μέρες μας τα παιδιά χωρισμένων οικογενειών δεν είναι πια μειονότητα. Πολύ σημαντικό είναι να γνωρίζουν πως δεν είναι μόνα τους και ότι υπάρχουν και άλλα παιδάκια που προσπαθούν να προσαρμοστούν με το διαζύγιο των γονιών τους. Η υπερπροστασία των γονέων θα ήταν καλό να αποφεύγεται. Το άγχος του παιδιού ίσως είναι μεγάλο, αλλά όταν καταφέρει να το κατευνάσει, η αυτοπεποίθησή του θ’ αυξηθεί. Το μόνο που χρειάζεται από τους γονείς είναι να μην αφήσουν τα προσωπικά τους προβλήματα να τους απομακρύνουν από τα παιδιά τους. Και ποτέ να μην ξεχνούν να τους επισημαίνουν την αγάπη που έχουν γι’ αυτά.
Βιβλιογραφία:
Τα αναπτυξιακά προβλήματα του βρέφους και του νηπίου, η ιατρο- ψυχολογική αντιμετώπισή τους, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, T. Berry Brazelton, Επόπτης ελληνικής έκδοσης Ιωάννης Ν. Παρασκευόπουλος, Αθήνα 1998

Ποια είναι τα συχνότερα λάθη των χωρισμένων γονιών

Όλοι γνωρίζουμε ότι το διαζύγιο μπορεί να είναι δύσκολο να το αντέξουν και να το διαχειριστούν τα παιδιά. Αλλά, ο τρόπος που οι γονείς χειρίζονται το διαζύγιο σχετίζεται άμεσα με το επίπεδο προσαρμογής των παιδιών σε αυτό. Στις μέρες μας, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, παρατηρείται μια σημαντική αύξηση του αριθμού των διαζυγίων. Στην Ελλάδα, τα διαζύγια αυξάνονται κάθε χρόνο, γεωμετρικά. 
Υπάρχει μια σειρά πραγμάτων που ένας γονέας μπορεί να πει ή να κάνει με αποτέλεσμα να αυξήσει σημαντικά το επίπεδο στρες ενός παιδιού χωρισμένων γονέων. Οι γονείς συχνά απορροφώνται από τη θλίψη και την απώλεια ενεργώντας ή αντιδρώντας πολλές φορές άσχημα στα παιδιά τους, κάτι που μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τα παιδιά αλλά και για τη σχέση μεταξύ γονέως και παιδιού.
Εδώ παρουσιάζονται τα συχνότερα λάθη που κάνουν οι χωρισμένοι γονείς:

Οι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά τους στις δύσκολες στιγμές

Πολλές φορές οι γονείς αποφεύγουν να μιλήσουν και να ανοίξουν συζήτηση με τα παιδιά τους για το πώς αισθάνονται. Είναι πολύ βασικό να έχουν ειλικρινείς συζητήσεις ή διαλόγους με τα παιδιά, διότι αυτά μπορεί κάλλιστα να κρύβουν συναισθήματα οργής, λύπης ή αναστάτωσης χωρίς να τα εκφράζουν. Είναι σημαντικό για τα παιδιά να εκφράσουν αυτό που αισθάνονται, έτσι ώστε ο γονέας να μπορεί να δουλέψει με αυτό, αλλιώς η σύγχυση και η οργή τους μπορεί να διοχετευθεί με καταστροφικούς τρόπους. 
Αντ’ αυτού, αφιερώστε χρόνο στα παιδιά σας και συζητήστε για το τι τους συμβαίνει, τι αισθάνονται και επιβεβαιώστε τους ότι είναι ελεύθερα να εκφραστούν με τον τρόπο που εκείνοι νιώθουν άνετα – γίνετε ενεργητικός ακροατής.

Τα παιδιά σας δεν είναι θεραπευτές σας 

Τα παιδιά, ειδικά οι έφηβοι, πρέπει να ελέγχονται και να έχουν την αίσθηση της ασφάλειας. Ο κόσμος τους μπορεί να καταστραφεί πολύ εύκολα μετά το διαζύγιο των γονέων τους. Στα μάτια τους θα πρέπει να δείχνετε αξιόπιστοι και ισχυροί, όσο δύσκολο και αν είναι αυτό.
Είναι πολύ σημαντικό να μην μεταφέρετε στα παιδιά σας τα προβλήματα που σχετίζονται με το διαζύγιό σας. Μην περιμένετε βοήθεια από το παιδί σας, για αυτό απευθυνθείτε στους φίλους ή σε ειδικούς. Εάν το κάνετε αυτό, το παιδί μπορεί να χάσει την πίστη στον εαυτό του και τους γονείς του. Και αυτό είναι πολύ κακό.

Μην βάζετε το παιδί σας να επιλέξει πλευρά

Πρώτον, οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι το παιδί δεν μπορεί να σας διαχωρίσει και δεν μπορεί να σας δει ατομικά, και με το να προσπαθείτε να το μεταφέρετε στην πλευρά σας είναι λάθος και βλαβερό για αυτό. 
Σαν γονέας δεν μπορείτε να επικρίνετε τον/την πρώην σύζυγό σας στο παιδί, ανεξάρτητα από το πόσο δύσκολο είναι για εσάς. Πρώτα από όλα, στο παιδί καλό θα είναι να εκφράζετε μια κοινή γνώμη χωρίς να παρουσιάζετε διαφορές μεταξύ σας. Καλό είναι να λάβετε υπόψη τις απόψεις του παιδιού σας, διότι κάθε παιδί είναι μια μοναδική προσωπικότητα.

Χρησιμοποιείτε τις λάθος λέξεις

Μερικές φορές οι γονείς λένε πράγματα που είναι ιδιαίτερα επιζήμια για τα παιδιά κατά τη διάρκεια του διαζυγίου. Δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι λόγια όπως, "Είσαι ίδιος/α ο πατέρας σου," ή "Πήγαινε να ζήσεις με τη μητέρα σου" μπορούν να λάβουν νέο νόημα για τα παιδιά κατά τη διάρκεια ενός διαζυγίου. 
Όντας σε σύγκριση με ένα γονέα μπορεί να μην είναι κομπλιμέντο, όταν είναι προφανές ότι ο ένας γονέας δεν άρεσε στον άλλο. Να είστε προσεκτικοί με τα λόγια σας!

Το παιδί σας δεν είναι "ταχυδρόμος"

Ο μεγαλύτερος αριθμός των διαζευγμένων ζευγαριών επικοινωνούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας το παιδί τους. Όλα αυτό είναι ένα μεγάλο συναισθηματικό στρες για τα παιδιά. Υπάρχουν πολλές μορφές επικοινωνίας με την/τον πρώην σύζυγο, χωρίς τη συμμετοχή του παιδιού. Είναι σημαντικό να καταλήξετε σε μια κοινή συμφωνία για την εκπαίδευση των παιδιών και να αποφύγετε συζητήσεις για τα προβλήματα του παρελθόντος.
Αν πρέπει να συζητήσετε κάτι από το τηλέφωνο ή από κοντά, επικεντρωθείτε μόνο σε αυτό το θέμα, μην επιστρέψετε στο θέμα του παρελθόντος. Και να θυμάστε ότι η συναισθηματική ευεξία του παιδιού εξαρτάται από εσάς, τους γονείς.

Κόβοντας την επικοινωνία του παιδιού σας από το να βλέπει τον άλλο γονέα τακτικά

Το παιδί σας μέχρι την ώρα του χωρισμού/διαζυγίου σας έβλεπε ή μιλούσε με τον άλλο γονέα κάθε μέρα, κάθε φορά που σας χρειάζονταν. Η αποκοπή του από τον ένα γονέα δημιουργεί πένθος και η απώλεια βιώνεται όπως ένας θάνατος στην οικογένεια, επομένως μην λέτε όχι στο παιδί σας όταν εκφράζει την επιθυμία του να δει τον μπαμπά ή τη μαμά του.

Μη συζητάτε θέματα γονικής μέριμνας

Ποτέ μη συζητάτε θέματα γονικής μέριμνας του χρόνου, της επιμέλειας ή της υποστήριξης των παιδιών μπροστά στα παιδιά. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τηλεφωνικές συνομιλίες μπροστά στο παιδί σας για να μπορεί να σας ακούει. Αυτό σημαίνει να αναμένετε μέχρι να πάνε για ύπνο ή όταν είναι έξω, για να πραγματοποιήσετε οποιαδήποτε τηλεφωνική επικοινωνία με τον/την πρώην σύζυγο σας. 
Ακόμα κι αν μπορείτε να συζητήσετε τα θέματά σας πολιτισμένα, τα παιδιά δεν θα πρέπει να τα ακούνε. Είναι πολύ κοινό για τα παιδιά να ακούσουν αυτές τις συζητήσεις και να αισθάνονται σαν να είναι η αιτία του προβλήματος ή βάρος για τον έναν ή τον άλλο γονέα.

Μην παρουσιάζετε στο παιδί σας το νέο ρομαντικό σύντροφό σας

Η μαμά και ο μπαμπάς δεν είναι καν ακόμη διαζευγμένοι, και εδώ είναι ο μπαμπάς με το "η νέα σας μαμά," ή η μαμά ανακοινώνει ότι έχει νέο φίλο. Πρώτα από όλα, δεν είναι καλό για σας να ξεκινήσετε τόσο σύντομα μια νέα σχέση, αλλά αυτό είναι ακόμα χειρότερο για τα παιδιά σας. 
Κρατήστε τους ερωτικούς συντρόφους σας έξω από τη ζωή των παιδιών σας για τουλάχιστον έξι μήνες αφού χωρίσετε - μέχρι να είστε σίγουροι ότι το πρόσωπο αυτό πρόκειται να μείνει στη ζωή σας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μην πείτε στα παιδιά σας να αγαπούν το νέο άνθρωπο, ή μη νομίσετε ότι τα παιδιά σας είναι αρκετά ώριμα για να το χειριστούν. Βάλτε τις ανάγκες τους πιο πάνω από εσάς.
Παρόλο που το βίωμα ενός διαζυγίου μπορεί να κάνει έναν γονέα να αισθάνεται συναισθηματικά στερημένος, αυτό δεν θα πρέπει να μοιράζεται με το παιδί μέσω της συμπεριφοράς ή συζητήσεων. Ένα παιδί που αισθάνεται ότι ο μπαμπάς ή η μαμά του το έχει ανάγκη πάρα πολύ, θα αρχίσει να νιώθει ένοχο ή να φοβάται τον αποχωρισμό με τον ένα γονέα όταν έρχεται η ώρα να περάσει λίγο χρόνο με τον άλλο γονέα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα παιδιά μπορεί να αισθάνονται τόσο ένοχα ακόμα και όταν πάνε σχολείο ή να παίξουν στο σπίτι ενός φίλου. Αυτό είναι ένα τεράστιο βάρος για να το νιώθει το παιδί.
Εάν ένας γονέας αισθάνεται ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί τη σχέση του με το παιδί του μετά από ένα διαζύγιο, καλό θα ήταν να συμβουλευτεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας, όπως έναν οικογενειακό σύμβουλο ώστε να συζητηθούν θέματα και δυσκολίες και να αναζητηθούν αποτελεσματικοί τρόποι για τη διαχείριση αυτή της σχέσης.

Νονοι και δωρα (ιδεες)

  Ένα από τα πιο σημαντικά  δώρα  που πρέπει να κάνετε στα βαφτιστήρια σας είναι η πασχαλινή λαμπάδα. Συμβολίζει την Ανάσταση του Κυρίου, τη...