Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Φτιάξτε εύκολα, τρισδιάστατα φωτιζόμενα σύννεφα για το παιδικό δωμάτιο! Πόσο cool θα ήταν να είχατε μια τρισδιάστατη συννεφένια κατασκευή στο δωμάτιό σας; Αν νομίζετε ότι θα ήταν μεγάλη φασαρία, ακολουθήστε τις παρακάτω οδηγίες για να κάνετε ένα φοβερό 3D κρεμαστό σύννεφο!

1
Διαδικασία:
1). Κάντε με το σύρμα ένα στρογγυλό πλέγμα. Αντ’ αυτού θα μπορούσατε αν θέλετε να πάρετε ένα χάρτινο φωτιστικό που πωλείται πάμφθηνο στην αγορά. 
2 3
2). Κολλήστε με σιλικόνη το βαμβάκι γύρω γύρω στο σχήμα του σύννεφου.
4
3). Στο εσωτερικό τοποθετείστε τα φωτάκια και αφήστε μερικά να κρέμονται προς τα κάτω. 
1 2
Δείτε βήμα βήμα τη διαδικασία στο video που ακολουθεί:

Πηγή:  mamastv.gr

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016

Τα βιβλία σ' ένα σπίτι ανεβάζουν το μορφωτικό επίπεδο των παιδιών

Τα βιβλία σ' ένα σπίτι ανεβάζουν το μορφωτικό επίπεδο των παιδιών
Τα παιδιά που ζουν σε σπίτια όπου οι γονείς διαθέτουν πολλά βιβλία, έχουν συνήθως στη συνέχεια αυξημένο μορφωτικό επίπεδο, ενώ αντίθετα τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον χωρίς βιβλία γύρω τους, εμφανίζουν αργότερα χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης (αν και πάντα υπάρχουν οι εξαιρέσεις), σύμφωνα με μια νέα αμερικανική έρευνα.
Όσο πιο πολλά βιβλία υπάρχουν σε ένα σπίτι τόσο πιο πολύ ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο των παιδιών αργότερα.
Η μελέτη, που διήρκεσε 20 χρόνια, υπό την καθηγήτρια κοινωνιολογίας Μαράια Έβανς του πανεπιστημίου της Νεβάδα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είτε οι γονείς είναι πλούσιοι ή φτωχοί, είτε περισσότερο ή λιγότερο μορφωμένοι οι ίδιοι, αν διαθέτουν μια βιβλιοθήκη στο σπίτι τους, ακόμα και αν δεν είναι μεγάλη, συμβάλλουν καθοριστικά στο να αποκτήσουν τα παιδιά τους ένα καλύτερο επίπεδο εκπαίδευσης.
Η επίδραση της οικογενειακής βιβλιοθήκης στο μορφωτικό επίπεδο των παιδιών διαφέρει από χώρα σε χώρα. Στην Κίνα, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι 500 ή περισσότερα βιβλία σε ένα σπίτι «προσθέτουν» κατά μέσο όρο 6,6 περισσότερα χρόνια εκπαίδευσης, στις ΗΠΑ 2,4 χρόνια, ενώ ο μέσος παγκόσμιος όρος (με βάση στοιχεία της έρευνας σε 27 χώρες) είναι 3,2 χρόνια περισσότερης μόρφωσης.
Εδώ και χρόνια, οι επιστήμονες πίστευαν ότι ο σημαντικότερος παράγων για το μορφωτικό επίπεδο ενός παιδιού στη ζωή του (δηλαδή πόσα χρόνια συνολικά θα σπουδάσει) είναι το μορφωτικό επίπεδο των γονιών του.
Όμως η νέα έρευνα δείχνει ότι η ωφέλεια που προέρχεται από την ανατροφή ενός παιδιού σε ένα σπίτι με εκατοντάδες βιβλία (σε σχέση με την ανατροφή ενός παιδιού σε ένα περιβάλλον με ολοσχερή ή σχεδόν πλήρη έλλειψη βιβλιοθήκης), είναι ουσιαστικά ίδια με την ωφέλεια που έχει ένα παιδί, το οποίο ανατρέφεται από γονείς με πανεπιστημιακή εκπαίδευση (σε σχέση με ένα παιδί που μεγαλώνει σε μια οικογένεια με αμόρφωτους γονείς).
Η μελέτη εκτιμά ότι και οι δύο παράγοντες (τόσο η ύπαρξη μιας βιβλιοθήκης με τουλάχιστον 500 βιβλία, όσο και η ύπαρξη γονέων με ανώτατη εκπαίδευση) προσδίδουν στο παιδί, κατά μέσο όρο, 3,2 χρόνια πρόσθετης εκπαίδευσης στη ζωή του, γεγονός που έχει συνήθως ευεργετικά αποτελέσματα αργότερα (περισσότερες κοινωνικές επιλογές και δυνατότητες εύρεσης εργασίας, υψηλότερες αμοιβές κ.α.).
Σύμφωνα με την Έβανς, τα παιδιά εκείνα που αναλογικά ωφελούνται περισσότερο από τα βιβλία, είναι όσα προέρχονται από γονείς με χαμηλότερη μόρφωση, οι οποίοι όμως φροντίζουν να έχουν βιβλιοθήκη στο σπίτι τους.
Η αγορά βιβλίων, σύμφωνα με τη μελέτη, αποτελεί μια καλή και όχι ακριβή επένδυση, που μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη των παιδιών και γενικότερα της κοινότητας όπου ζουν. Όπως διαπίστωσε, ακόμα και μόνο 20 βιβλία σε ένα σπίτι μπορούν να «σπρώξουν» ένα παιδί να αποκτήσει αργότερα καλύτερη μόρφωση, ενώ όσο αυξάνεται ο αριθμός των βιβλίων τόσο μεγαλώνει και το όφελος για τα παιδιά.
Αν και η αγορά εργασίας γίνεται διεθνώς όλο και πιο ανταγωνιστική, δυσκολεύοντας την εύρεση εργασίας και συμπιέζοντας τους μισθούς, οι στατιστικές δείχνουν ότι γενικά οι πιο μορφωμένοι παίρνουν πάντα περισσότερα χρήματα από τη δουλειά τους, σε σχέση με τους λιγότερο μορφωμένους, συνεπώς η μόρφωση δεν παύει να είναι μια «επένδυση που αποδίδει».

Πηγή: ipaideia.gr

Τα τρία κοστούμια των σχέσεων

Τα τρία κοστούμια των σχέσεων
 Στην αρχή της ερωτικής μας ζωής, οι άνθρωποι, φέρουμε την περιουσία της ψυχής μας απείραχτη· ανέγγιχτη από οποιονδήποτε άλλο παρά ημών, έτοιμη να επενδυθεί σε εκείνον που θα επιλέξουμε.
Η λέξη επένδυση, εδώ, κρύβει μεγαλύτερη σημασία από όσο φανερώνει η πρώτη ανάγνωσή της καθώς – με μία ασυνείδητη κυριολεξία – αφορά το ντύσιμο του εκλεκτού μας με το συναισθηματικό μας ενδυματολόγιο, το οποίο, όμως, είναι στις δικές μας διαστάσεις...
Τι συμβαίνει, λοιπόν, όταν προσπαθήσουμε να το εφαρμόσουμε στον άλλο και πώς επηρεάζει την “αναπνοή” του κάτι το οποίο ενδεχομένως τον στενεύει;
Για αρχή, καλό είναι να δούμε τι περιέχει το “ενδυματολόγιο” αυτό, που κουβαλάμε, και πόσο αποπνιχτικά καθιστά τα πράγματα για εμάς τους ίδιους.
Μέσα σε αυτό, λοιπόν, εδρεύουν τρία κοστούμια...
Το πρώτο ονομάζεται εξιδανίκευση και είναι το πιο καλοσιδερωμένο απ’ όλα...
Με μία απαράβατη επιμέλεια, τόσο καθαρό που μας αντικατοπτρίζει αλαβάστρινους και απερίγραπτα όμορφους. Αυτή είναι και η ανάγκη μας όταν το φοράμε στο άλλο...
Να καθρεφτιστούμε επάνω του ιδανικοί και να νιώσουμε όπως θα θέλαμε να είχαμε νιώσει στην παιδική μας ηλικία. Αγαπημένοι, δηλαδή, από ένα ιδανικό πλάσμα.
Σύντομα, όμως, διαπιστώνουμε πως το κοστούμι αυτό μας εμποδίζει από το να νιώσουμε το δέρμα που στεγάζεται κάτω του και – ως εκ τούτου – να έχουμε μία βαθιά επαφή με τον σύντροφό μας. Βλέπετε, το κοστούμι αυτό, στην εσωτερική του τσέπη, έχει αυτό που ονομάζουμε έρωτα και αυτό δημιουργεί μία άηχη υπόσχεση...
Έτσι, δημιουργούμε σταδιακά, επάνω του, μικρές αμυχές καθώς η λαχτάρα μας πλέον αφορά το άδραγμα της έννοιας τούτης, στην ελπίδα μας να τη βιώσουμε στον μέγιστο βαθμό. Χρειάζεται, όμως, μεγάλη προσοχή στο πως θα απογδύσουμε τον άλλο καθώς τότε, το ψύχος της πραγματικότητας, θα μας επιβάλει να βγάλουμε από την ντουλάπα μας, και να του φορέσουμε το δεύτερο κοστούμι...
Το δεύτερο κοστούμι ονομάζεται μεταβίβαση και είναι ραμμένο από ένα υλικό που θυμίζει το βέλκρο. Εκείνη την κολλώδη επιφάνεια που συγκρατεί οτιδήποτε έρθει σε επαφή μαζί της· οτιδήποτε την αγγίξει. Έτσι, οποιαδήποτε συμπεριφορά του συντρόφου μας, που μας θυμίζει συμπεριφορές που είχαμε υφισταθεί στην αρχή της ζωής μας, μπολιάζεται και με τα ανάλογα συναισθήματα...
Το κοστούμι αυτό παγιδεύει το θυμό μας, τη θλίψη, ή την αμφιθυμία μας επάνω στο πρόσωπο που το φορά με αποτέλεσμα να θάβεται κάτω από αυτό και να ξεχνάμε πολλές φορές σε ποιον απευθυνόμαστε. Η ένταση των συναισθημάτων μας, σαν επιδέξιος γλύπτης, το σμιλεύει στη μορφή των πρωτόλειων φιγούρων της ζωής μας που μας πλήγωσαν ή μας πόνεσαν.
Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που φοράμε στον άλλο το κοστούμι αυτό, αυτή είναι η ανάγκη μας... Να αποβάλλουμε τον συσσωρευμένο θυμό και να επικρατήσουμε στις φιγούρες εκείνες που κάποτε υπήρξαμε πολύ αδύναμοι να αντιδράσουμε.
Το τρίτο κοστούμι ονομάζεται προβολή και μοιάζει να έχει δεκάδες τσέπες ραμμένες επάνω του.
Σε κάθε μία από αυτές τοποθετούμε επιθυμίες, ιδιότητες ή και συναισθήματα, τα οποία αφαιρούμε από επάνω μας, καθώς μας είναι επίπονο να παραδεχτούμε ότι είναι δικά μας. Έτσι, τα αποδίδουμε στον άλλο και τον κρίνουμε που τα φέρει, καθώς μας είναι πιο εύκολο να λιδορήσουμε κάποιον άλλο παρά τον εαυτό μας...
Εκείνα, βέβαια, προσθέτουν βάρος στο κοστούμι κάνοντας τον να φαντάζει απειλητικός, με τον όγκο του, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε να τον αντιμαχόμαστε. Να τον απωθούμε και να προσπαθούμε να τον καθηλώσουμε προσθέτοντας όλο και περισσότερα από τα μεμπτά του χαρακτήρα μας.
Συνοψίζοντας, αυτό που πραγματικά φανερώνει το συναισθηματικό μας ενδυματολόγιο είναι η ανάγκη μας να αφομοιώσουμε τον άλλο· να τον σταθμίσουμε στα βιώματα μας, να τον κάνουμε αντιληπτό μέσα από την πορεία της δικής μας εμπειρίας αντί να δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να βιώσει τη διαφορετικότητά του ανεπεξέργαστη.
Ο, σαφώς, μονομερής τρόπος που μάθαμε να αποδεχόμαστε τον άλλο – η ομοιότητα – έγινε προστάτης μας από την απειλή της ανομοιογένειας, καθώς θεωρούμε πως οι άνθρωποι που σχετίζονται χαρακτηρίζονται από την ομοιοτυπία ενός μίγματος δύο υλικών.
Η αλήθεια είναι, όμως, πως περισσότερο χαρμάνι από χοντροκομμένα κομμάτια θυμίζει, του οποίου η γεύση κρύβει τόσο την “μυρωδιά” του καθενός όσο και την επίγευση των δύο...
Μπορεί, λοιπόν, το κοστούμι της εξιδανίκευσης να φαντάζει όμορφο και πολλά υποσχόμενο...
Μπορεί το κοστούμι της μεταβίβασης να φαντάζει εκτονωτικό...
Μπορεί εκείνο της προβολής να μοιάζει απελευθερωτικό...
Είναι, όμως, η γύμνια που απαιτείται από δύο σώματα και όχι η ένδυση, για να άγουν το ηλεκτρικό φορτίο και να χτυπήσει τους συναισθηματικούς κάλυκες της ψυχής, βάζοντας σε λειτουργία το μηχανισμό της αγάπης...

Ιάκωβος Σιανούδης
Ο Ιάκωβος Σιανούδης είναι ψυχολόγος Bsc και ασχολείται με την συνθετική ψυχοθεραπεία και με δράσεις ψυχολογίας όπως ημερίδες και βιωματικά σεμινάρια. Είναι επιστημονικός συνεργάτης του ιστότοπου psychorropia.gr
Πηγή: psychologein

Στενός κορσές: Αδυνατίζει μετά τον τοκετό ή όχι;

Στενός κορσές: Αδυνατίζει μετά τον τοκετό ή όχι;

Στενός κορσές: Αδυνατίζει μετά τον τοκετό ή όχι;


Το κόλπο δεν το κάνει μόνο η Κιμ, η γνωστή. Το έκαναν και οι παλιές, τότε που τα μέσα για να μπει η κοιλιά μετά τη γέννα δεν ήταν και τόσα πολλά. Μπορεί ο κορσές να σε βοηθήσει να αδυνατίσεις μετά τη γέννα ή απλά θα σε κάνει να ασφυκτιάς;

ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ: Δηλώστε συμμετοχή και κερδίστε ένα ΣΤΟΛΙΣΜΕΝΟ Χριστουγεννιάτικο δέντρο αξίας 500€

Κι όμως, ισχύει! Στη διαδικασία απώλειας υγρών θα σε βοηθήσει στο να φοράς έναν κορσέ συμπίεσης. Επίσης ο κορσές θα σε κάνει να νιώθεις πιο «μαζεμένη» και θα μπορείς να φοράς τα ρούχα σου άνετα, χωρίς ανησυχία μήπως όλα πετάνε…
Τι κάνει ο κορσές:
1. Οι κοιλιακοί μυς θα μπουν και πάλι στη θέση τους.
2. Οι αρθρώσεις θα σταθεροποιηθούν.
3. Ο κορσές θα στηρίζει τη μέση σου και θα βοηθήσει στην καλύτερη ευθυγράμμιση και στάση του σώματος.
4. Τα εσωτερικά όργανα θα επιστρέψουν στην προ εγκυμοσύνης θέση τους.
5. Βοηθάει την κοιλιά να μην χαλαρώσει.
6. Συντελεί σε μείωση των πόνων στην πλάτη, τη λεκάνη και τη μέση σου.
Προσοχή όμως: Εάν δεν ακολουθήσεις μια ισορροπημένη διατροφή και δεν αρχίσεις να ασκείσαι, δεν θα κάνεις ουσιαστική δουλειά με το σώμα σου.
Πηγή: faysbook.gr

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Όταν στην καρέκλα της σκέψης δεν κάθεται κανείς

Θα λέω τα ίδια και τα ίδια και θα επαναλαμβάνομαι συχνά.
Οι επίδοξοι γονείς θα πρέπει να περνάνε από κάποια ψυχολογικά τεστ, κάποιες εξετάσεις που έχουν να κάνουν με την ψυχολογική τους κατάσταση και μετά να τους δίνεται το πράσινο φως για να κάνουν παιδιά. Υποχρεωτικά.
Βέβαια, το ευτυχές θα ήταν, αυτές οι εξετάσεις να μην ήταν υποχρεωτικές και τα ζευγάρια να ζητούσαν από μόνα τους να τις κάνουν, αλλά αυτό μπορεί να γίνει κάποτε στο μέλλον και ίσως σε μια άλλη χώρα.
Γιατί προς το παρόν, στη χώρα που ζω, το να είσαι άρρωστος αποτελεί ταμπού. Πόσο μάλλον αν η ασθένεια σου είναι νευρολογικής φύσεως.
Φυσικά κανείς δεν μπορεί να συλλάβει το μέγεθος και την σοβαρότητα ενός ψυχιατρικού συνδρόμου και είτε το βλέπει σαν κάτι απλό, κάποιο καπρίτσιο – πόσες φορές δεν έχετε ακούσει κάποιος να λέει ελαφρά τη καρδία «έχω κατάθλιψη» –  ή είναι τόσο σοβαρό που θα πρέπει να το κρύψουμε καλά μην το ακούσει η γειτονιά.
Δεν θέλουμε να είμαστε το σπίτι με τον τρελό.
Και μέσα σε όλο αυτό το παραλήρημα, οι γονείς, απλά δεν ξέρουν τι να κάνουν και πώς να αντιδράσουν.
Όταν έκανα θεατρικό παιχνίδι σε παιδιά 3 με 6 ετών υπήρχε ένα αξιολάτρευτο κοριτσάκι που εξ’ αρχής φαινόταν ότι αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα.
Το παιδί δεν άφηνε κανέναν να εκφραστεί μέσα στο παιχνίδι, ήταν βίαιο και πολλές φορές επαναλάμβανε φράσεις οι οποίες ήταν ξεκάθαρα ενηλίκων την ώρα που την έβαζαν τιμωρία στο σπίτι.  Εκτός των ουρλιαχτών στο πάτωμα και των επαναλαμβανόμενων κινήσεων.
Στο τμήμα υπήρχε συνεργασία όλων των παιδιών και είχαμε καταφέρει αυτοί οι μπόμπιρες να αναπτύξουν μια φοβερή αλληλεγγύη.
Λέγαμε ότι όποιος βαριόταν, είχε νεύρα ή οτιδήποτε άλλο και δεν ήθελε να παίξει, μπορούσε να κάτσει στην μπλε καρέκλα της σκέψης και όταν θα ένιωθε έτοιμος και ήρεμος, να ξαναμπεί στο παιχνίδι.
Αυτό συνέβαινε και με αυτό το παιδί. Όταν δεν ήθελε, καθόταν εκεί από μόνο του ή το προέτρεπα εγώ, ως οργανωτής του παιχνιδιού.
Αυτό γινόταν για 2 ημέρες μέχρι που σε ένα μάθημα ήρθε το παιδί πανικόβλητο και κλαίγοντας. Μου έλεγε έντονα ότι δεν ήθελε να κάτσει ξανά σ΄ εκείνη την καρέκλα.
Αυτό συνέβη μια μέρα μετά από την γνωριμία μου με την μητέρα του και την περιγραφή της μπλε καρέκλας της σκέψης. Όταν γνώρισα και τους δύο  γονείς συνειδητοποίησα ακριβώς ποιο ήταν το πρόβλημα του παιδιού.
Οι γονείς του.
Κάναμε μια συζήτηση μαζί τους, εξηγώντας ότι το παιδί είχε κάποια θέματα συμπεριφοράς, που δεν πήγαζαν από την προσωπικότητα του αλλά από κάτι άλλο, νευρολογικής φύσεως, που φυσικά δεν ήμασταν σε θέση να αναλύσουμε γιατί δεν είμαστε ψυχίατροι. Εκείνοι μας επιτέθηκαν. Πήραν το παιδί από τα μαθήματα βρίζοντας και απειλώντας.
Το κακό στην όλη ιστορία ήταν ότι οι φόβοι μου επιβεβαιώθηκαν. Μετά από λίγες ημέρες το παιδί έπαθε κρίση και απ’ ότι έμαθα θα ξεκινούσε να λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να το προλάβουμε όλο αυτό. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι αν οι γονείς μπορούσαν να ακούσουν και ν’ αφήσουν πίσω το ταμπού του «προβληματικού παιδιού» θα ήταν πιο ευτυχείς.
Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να είχαν το θάρρος να επισκεφτούν έστω για μια φορά στη ζωή τους έναν ψυχολόγο ή έναν ψυχίατρο.
Δεν καταλαβαίνει κανείς, ποτέ, ότι το να χρειάζεσαι ψυχίατρο ή ψυχολόγο είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό, όπως ένας νεφροπαθής χρειάζεται τις αιμοκαθάρσεις του, ένας καρκινοπαθής τις θεραπείες του, ένας φορέας HIV την αγωγή του (άλλο ταμπού).
Το να φέρεις στον κόσμο ένα παιδί δεν είναι κάτι απλό. Πρέπει να έχεις ξεκαθαρίσει πάρα πολλά πράγματα μέσα σου για να μπορέσεις να προσφέρεις σε αυτό το πλάσμα. Και το κυριότερο απ’ όλα: να ξέρεις να προσφέρεις.
Να έχεις τις κεραίες σου ορθάνοιχτες στον γύρω κόσμο και να μπορείς να αφουγκράζεσαι.
Δεν μπορείς απλά να αγνοείς τον εκπαιδευτικό που θέλει από μόνος του να σου πει δυο πράγματα. Εκτός αν έχεις πολλά κρυμμένα μυστικά στο σπίτι σου που, ως ειδικός, αρχίζει να ανακαλύπτει και με την επίθεση σου απέναντί του τα κουκουλώνεις όπως όπως. Ή νομίζεις ότι το κάνεις.
Δεν είναι όλα θέμα ίματζ κι εγωισμού. Η μπλε καρέκλα της σκέψης υπάρχει ακόμα εκεί. Τα παιδιά μπορούν να συνειδητοποιήσουν από μόνα τους πότε ξεπερνούν τα όρια και να καθίσουν όταν το θελήσουν.
Η αντίστοιχη καρέκλα για τους γονείς παραμένει άδεια.

Αγαπημένη μου κόρη, ο ρόλος της γιαγιάς δεν είναι το babysitting

Οι μέρες που ξυπνούσα αλαφιασμένη, στις 6.40 για να σε ντύσω, να σε χτενίσω, να σου φτιάξω πρωινό και να σε πάω στο σχολείο μοιάζουν με ένα μακρινό όνειρο. Οι μέρες που ξημεροβραδιαζόμουν πάνω από τον πυρετό σου, τα βασιλεμένα σου μάτια από την γρίπη, με βρεγμένες πετσέτες να σου δροσίζουν το μέτωπό, ανήκουν σε ένα όμορφο παρελθόν, που όμως είναι παρελθόν. Τα ποδοβολητά σου μέσα στο σπίτι, και των φίλων σου επίσης, οι σοκολάτες στις κουρτίνες, τα ατελείωτα άπλυτα από τα παιδιά σου πάρτι, τα κομφετί στα χαλιά από τα αποκριάτικα και οι πευκοβελόνες από τα χριστουγεννιάτικα δέντρα, που ποτέ δεν γούσταρα, αλλά στόλιζα για να χαίρεσαι, και χαιρόμουν κι εγώ μαζί σου, δεν το κρύβω, ανήκουν σε ένα όμορφο χθες , σε έναν ρόλο μαγικό που έζησα χάρη σε εσένα, αυτόν την μάνας.
Και μετά η αγωνία για τους έρωτές σου, τα δάκρυά σου πάνω στο μαξιλάρι σου, μέσα στην αγκαλιά μου, κάτω από τη μασχάλη μου, όπου σκουπιζόσουν με το μανίκι μιας πιδεκένιας ρόμπας που μου είχε φέρει ο πατέρας σου από το εξωτερικό και την έβρισκες γελοία.
Και μετά διάβασμα, πανελλήνιες, σπουδές. Πέρασες στην επαρχία, άντε να τρέχουμε για σπίτια, ενοίκια, και εγώ να στέλνω τα τάπερ με το Κτελ γιατί όσο μοντέρνα και αν ήθελα να λέγομαι, ήθελα να έχεις λίγη σπιτίσια μυρωδιά στο ψυγείο σου, λίγη από «μαμά» στο πιάτο σου. Μια φροντίδα που ταξίδευε 400 χιλιόμετρα σκεπασμένη με αλουμινόχαρτα, σε κεσέδες από φέτα και κουτιά από φυτίνη, μια φόρμα κεικ τυλιγμένη σε μεμβράνη και ένα φακελάκι με ένα μικρό χαρτζιλίκι. Ο πατέρας σου ήθελε να σου βάζουμε και αυγά, και του έλεγα «παιδί μου εκείνη είναι στην επαρχία όχι εμείς».
Και μετά γνώρισες τον έρωτα της ζωής σου, μας τον έφερες σπίτι, τον κάναμε παιδί μας, γιο μας, και τους γονείς του συγγενείς μας και γιορτάσαμε τη νέα σου ζωή με μια σεμνή τελετή όπως την ήθελες σε ένα ξωκλήσι στο πουθενά, πάνω σε κάτι βράχους, όπου ήταν απαγορευτικό το τακούνι, κι αυτό στο κρατάω ακόμα παράπονο, γιατί δεν ήμουν ποτέ ψηλή.
Την ημέρα που θα κοιμόσουν πια και επίσημα εκτός σπιτιού την πρώτη μέρα του γάμου σου, την ημέρα  αυτή και τις επόμενες που ακολουθούν, που υποτίθεται ότι ακολουθεί το άδειασμα της φωλιάς και η μελαγχολία, εγώ ένιωσα ελεύθερη. Ικανοποιημένη, γεμάτη. Πλήρης, πως το λένε. Άρχισα να ασχολούμαι πιο συστηματικά με τα λουλούδια μου, να διαβάζω τα βιβλία μου, να πηγαίνω εκδρομές με τον πατέρα σου, να παίζουμε μπιρίμπες με φίλους στη βεράντα με γέλια, σόκιν ανέκδοτα και παγωμένη σουμάδα. Κάποιες φορές ερχόσασταν τις Κυριακές με τον άντρα σου για φαγητό, αλλά δεν ήθελα να γίνει αυτό συνήθεια, δεν μου άρεσε το επιβεβλημένο του πράγματος και το είχα ξακαθαρίσει.
Και έπειτα έμεινες έγκυος έκανες το πρώτο σου μωρό και έγινα επίσημα γιαγιά. Επέμενες να βγάλετε το όνομά μου, αλλά εγώ δεν ήθελα. Όπως κι εσένα σε βάφτισα Μυρσίνη, γιατί μου είχε κολλήσει από ένα μυθιστόρημα κι ας ήθελε η μάνα μου να σε βγάλουμε Ιζαμπέλα και να σε φωνάζουμε Λέλα, αν είναι δυνατόν. Κάναμε να μιλήσουμε 3 μήνες θυμάμαι με τη γιαγιά σου, για εκείνο το «Λέλα». Ξενύχτια στο σπίτι, να σου δείξω και να βοηθήσω πώς θηλάζουν, πως ταίζουν, πως αλλάζουν, πως κοιμίζουν, πώς φτιάχνουν την κρέμα… Φώναζε ο πατέρας σου ότι έγινε εργένης, αλλά εγώ ήθελα να είμαι δίπλα σου σε αυτές τις μαγικές στιγμές, όχι μόνο για σένα, αλλά και για μένα. Ήταν η επίσημη βάφτισή μου σαν γιαγιά.
Ήρθε και δεύτερο μωρό, τώρα ήσουν πιο έμπειρη, πιο δυνατή, πιο εσύ. Τα μωρά μεγάλωσαν περισσότερο και άρχισες να τα φέρνεις στο σπίτι, να τα κρατάω, να τα φροντίζω για να πηγαίνεις στη δουλειά σου. Το έκανα για τρία χρόνια. Έγινα πάλι μάνα, χωρίς τις απαιτούμενες αντοχές. Γύρισα τον χρόνο πίσω, και έφτιαχνα πάλι κρέμες, έλεγα πάλι παραμύθια, και μάζευα ψίχουλα και παιχνίδια από τα χαλιά, έκανα ζωγραφιές, τον καραγκιόζη και ό,τι κάνει μια γιαγιά. Αν μπορούσαν να με κόψουν μικρά κομματάκια και να με μασουλήσουν τραγανιστή θα το έκαναν αυτά τα μικρά τερατάκια, και θα το χαιρόμουν.  Όταν γυρνούσες  από τη δουλειά το απόγευμα ερχόσουν να τα πάρεις και δύο ώρες μετά με έπαιρνες τηλέφωνο για να μου πεις «γιατί έδωσα τρία σοκολατάκια στον μικρό», «γιατί τους έβαλα να κάνουν προσευχή πριν το φαγητό», «γιατί δεν τους άφησα να μαζέψουν μόνοι τους τα πιάτα τους» «γιατί τους πήγα στο πάρκο ενώ έκανε κρύο», «γιατί δεν τους έβαλα καπέλο ενώ έκανε ζέστη».
Κάπου εκεί σου είπα πως ήρθε η ώρα να σταματήσει όλο αυτό. Σου πρότεινα να πάρετε μια κοπέλα, να κρατάει τα παιδιά, και μου είπες πως δεν θέλεις να τα μεγαλώνουν ξένοι άνθρωποι. Εγώ όμως κουράστηκα. Κουράστηκα να μεγαλώνω παιδιά, είναι κάτι που έκανα, και το έκανα καλά. Τώρα θέλω να ξεκουραστώ, να χαλαρώσω, να ζήσω τις μέρες που έχω ακόμα. Αγαπώ τα εγγόνια μου, αλλά αγαπώ και εμένα. Και τα παιδιά αυτά, δεν είναι δική μου ευθύνη, είναι δική σου. Είμαι δίπλα σου, ακοίμητος φρουρός, αλλά δεύτερη φορά μάνα δεν θέλω να γίνω.
Μου μίλησες για τις άλλες γιαγιάδες που κρατάνε τα παιδιά από το πρωί μέχρι το βράδυ, που ζουν και αναπνέουν για τα εγγόνια τους, που η ζωή τους είναι μόνο αυτά, που του παιδιού μου το παιδί, δυο φορές παιδί μου. Είναι άδικο να με συγκρίνεις με τους άλλους. Δεν είμαι σαν τις άλλες γιαγιάδες, όπως δεν ήμουν σαν τις άλλες μαμάδες. Αυτό μου έλεγες και τότε καμάρωνες. Τώρα έγινε μειονέκτημα.
Δεν είμαι άνθρωπος σύνταξη και κουβερτάκι και το ξέρεις. Έχω πολλά ακόμα να κάνω και να δω. Με είπες «εγωίστρια». Μπορεί και να είμαι. Αγάπα με όπως είμαι. Αυτό, άλλωστε, είναι από τα πρώτα πράγματα που σου έμαθα σε αυτή τη ζωή.
Γράφει η Γιαγιά Κατερίνα

Αφήστε τα παιδιά σας να «ταλαιπωρηθούν» – γιατί τίποτα δεν χαρίζεται στη ζωή

Η μητέρα μου ξέσπασε σε αναφιλητά, όταν ένα πρωινό, γύρω στα είκοσί μου χρόνια, της ανακοίνωσα την απόφασή μου να φύγω από το σπίτι και να μείνω μόνος. Ο πατέρας μου με σκυθρωπό ύφος μου έδωσε να καταλάβω πως δε θα με δεχόταν πίσω αν το έκανα. Δεν ενέδωσα στον πλάγιο εκβιασμό, ήμουν αποφασισμένος να πάρω τη ζωή στα χέρια μου.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το κλαμένο βλέμμα της μάνας, το πρωινό που μετακόμιζα. Από τη μία ήξερα πως έκανα το σωστό. Από την άλλη όμως μούδιαζα στην ιδέα της νέας προοπτικής. Εκείνο που δεν κατάλαβα ποτέ, ήταν γιατί η μητέρα έκανε τόσο μεγάλο θέμα το γεγονός πως μετακόμιζα στο δεύτερο σπίτι του κτήματος που βρισκόταν 20 μέτρα μακριά.
Για εκείνη, είτε πήγαινα στο διπλανό σπίτι, είτε σε διπλανό πλανήτη, η θλίψη ήταν ίδια. Έβλεπε ξεκάθαρα πλέον πως έκανα το πρώτο δειλό βήμα να ανοίξω τα φτερά μου και δε μπορούσε να συμφιλιωθεί με την ιδέα πως δεν θα την είχα πλέον ανάγκη. Ένας ανεξάρτητος άνδρας, θα έπαιρνε τη θέση του μικρού της που φρόντιζε και προστάτευε τόσα χρόνια. Κι αυτό την αποκαθήλωνε, εν μέρει, ως μητέρα, μηδένιζε το ρόλο της.
Ή έτσι νόμιζε.
Την πραγματική αλλαγή την ένιωσα όταν, μετά από λίγο καιρό, άφησα το νησί για να κυνηγήσω τα όνειρά μου. Στη μεγάλη πόλη που πήγα και που δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ, δεν θα μου έπλενε τα ρούχα η μαμά, ούτε θα μου είχε το φαγητό στο τραπέζι. Θα έπρεπε να ρυθμίζω μόνος μου την καθημερινότητά μου, όσα θεωρούσα δεδομένα. Εκείνοι θα έπαυαν να με φροντίζουν, να με συμβουλεύουν, να μου λένε τι να κάνω…
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ; Αυτή ήταν η μαγική φράση: Είτε ευθέως είτε πλαγίως, οι γονείς μου, πάντα με καλή πρόθεση, έλεγχαν τη συμπεριφορά μου με λέξεις, εκφράσεις, αλλά και πλάγιες επιδοκιμασίες και αποδοκιμασίες. Ακόμα και με το βλέμμα με έκαναν να σταματάω όταν υπήρχε κίνδυνος να πληγωθώ, όταν έκανα κάτι που δεν θα επιδοκίμαζε ο νησιώτικος μικρόκοσμος. Μου παρείχαν μια αρρωστημένη ασφάλεια που δεν με αντιπροσώπευε.
Σε αρκετά μέρη της επαρχίας, πολλά «σόγια» λαϊκών κυρίως στρωμάτων, καταλαμβάνουν ολόκληρες συνοικίες. Στην Αθήνα, αντίστοιχα, οι «οικογενειακές πολυκατοικίες» δίνουν και παίρνουν. Λόγω της ανεπάρκειας κοινωνικών παροχών του ελληνικού κράτους, τα μέλη αυτών των οικογενειών αλληλοπροστατεύονταν και εξακολουθούν, δυστυχώς, να το κάνουν μέχρι και σήμερα από ανάγκη. Έτσι, εκτός από τους παραδοσιακούς ρόλους, καλούνται να παίξουν κι εκείνους του νοσοκόμου, του γηροκόμου, του νηπιαγωγού, του ψυχολόγου.
Αλλά δυστυχώς, μαζί με τους δυνατούς δεσμούς, φουντώνει και η εξάρτηση.
Έτσι, παράλληλα με αυτό το αξιέπαινο φαινόμενο, καλλιεργήθηκε κι εκείνο της καταπιεσμένης σκέψης και κοινωνικής συμπεριφοράς, που σε συνδυασμό με τις κακώς εννοούμενες παραδόσεις, δεν αφήνει πολλά νεότερα μέλη των οικογενειών αυτών να ανοίξουν τα φτερά τους και να τολμήσουν ή να υιοθετήσουν εύκολα οτιδήποτε νέο. Η νοοτροπία των μελών της ευρύτερης οικογένειας, σφυρηλατείται καθημερινά με ένα πανομοιότυπο αναχρονιστικό τρόπο, από τους πρεσβύτερους, που έχουν το «αλάθητο». Τα παιδιά καταπίνουν τις απορίες τους, δε συγκρούονται με το παράλογο, γίνονται παθητικοί αποδέκτες της «αυθεντίας των σοφών», επικροτώντας, έτσι, άθελά τους τη συντήρηση.
Η υπερπροστασία των παιδιών, τα καταδικάζει σε μελλοντικό διανοητικό μαρασμό. Οι γονείς εξασφαλίζοντάς τους ένα αποστειρωμένο από μικρόβια περιβάλλον, δεν λαμβάνουν υπόψιν πως τα παιδιά τους δεν θα χρησιμοποιήσουν χειρουργική μάσκα βγαίνοντας εκεί έξω. Το απαίδευτο μυαλό τους δεν θα τους βοηθήσει να διακρίνουν τα εχθρικά από τα ωφέλιμα και απαραίτητα «μικρόβια» που ολοκληρώνουν την προσωπικότητα. Και οι αμήχανοι γονείς που το γνωρίζουν καλά αυτό, δεν τολμούν να αφήσουν τα παιδιά τους, επειδή ξέρουν μέσα τους πως δεν μπορούν να σταθούν μόνα, ακόμα και με διακριτική επίβλεψη. Ακόμα και όταν φεύγουν για σπουδές για λίγα χρόνια, σε άλλη πόλη, η επιρροή τους εξακολουθεί να κάνει ζημιά.
Οι κακουχίες των περασμένων δεκαετιών, έκανε πολλούς Έλληνες να θεωρήσουν ιερό καθήκον και απόδειξη αγάπης, να μην λείψει τίποτα στα παιδιά τους. Όμως αυτή η αγάπη-μπούμερανγκ τα πνίγει, μεταλλάσσοντας τα, μελλοντικά, σε ανώριμους πολίτες, που μαθαίνουν στην ακάματη επιβίωση.
Σε κάποιες περιπτώσεις εύπορων οικογενειών, τα παιδιά σπαταλούν το πατρικό χρήμα χωρίς να κοπιάζουν για την απόκτησή του, αφού δεν τα ενθάρρυναν ποτέ οι γονείς τους να δουλέψουν, έστω έναν από τους μήνες των θερινών διακοπών του σχολείου, ώστε να μάθουν να κολυμπούν στα ρηχά, με ασφάλεια. Και να πηγαίνουν σε πιο βαθιά νερά από μόνα τους, σαν πρόκληση.
Δυστυχώς τα περισσότερα ελληνόπουλα πνίγονται από τα πολλά σωσίβια που τους τυλίγουν οι γονείς τους και περιφέρονται σαν ζόμπι διεκδικώντας δικαιώματα, χωρίς υποχρεώσεις. Και που πολύ σύντομα θα βρεθούν αδύναμοι και θλιβεροί σε κάποια διαδήλωση για την αδικία που τους επιβάλλει ο νέος πατερούλης, που λέγεται κράτος.
Το κακό όμως, δεν σταματάει εδώ.
Έχοντας μάθει να λειτουργούν με αδύναμη κρίση, θα κληθούν να αποφασίσουν για τη χώρα τους πληγώνοντας ανεπανόρθωτα το συμπολίτη τους, με την ψήφο τους. Και ο αισχρός συνειρμός λέει πως αν η γενιά του πολυτεχνείου, που ήταν η γενιά της διανόησης, οδήγησε τη χώρα σε μια αδυσώπητη κρίση, τί επιφυλάσσει το μέλλον από τη σημερινή γενιά του I-PHONE, τη γενιά του «Γρηγορόπουλου», όπου παιδιά εύπορων οικογενειών επαναστατούν μόνο και μόνο επειδή τα έχουν όλα.
Όπου δεν υπάρχει χώρος για προσωπικά επιτεύγματα, που δεν τους επιτρέπουν να ταλαιπωρηθούν στη ζωή τους, να αγωνιστούν. Που οι γονείς τους κλείνουν γλυκά την πόρτα κρατώντας τα, όμως, μέσα. Που δεν τα αφήνουν να μάθουν από τα λάθη τους. Που τα αναγκάζουν να δημιουργήσουν δικούς τους δαίμονες ώστε να μπορέσουν να διοχετεύσουν την νεανική τους ενέργεια πολεμώντας τους.
Κάντε ένα δώρο ζωής στα παιδιά σας. Επικοινωνήστε μαζί τους, δείτε τις ανάγκες τους, βάλτε τα να δουλέψουν κάπου από νωρίς, δώστε τους τροφή για σκέψη.
Στείλτε τα να μείνουν για λίγο σε άλλες χώρες. Όχι για να γυρνάνε και να κοιτάζουν τα αξιοθέατα, αλλά να μείνουν σε οικογένειες, να δουν πως ζουν οι άνθρωποι, πώς σκέφτονται. Να καταλάβουν μια απλή αλήθεια. Πως η ανθρώπινη φύση είναι ίδια, πως υπάρχουν άπειρες νοοτροπίες, χιλιάδες απόψεις, δεκάδες όψεις του ίδιου νομίσματος.
Αφήστε τα να τσαλακωθούν, να ταλαιπωρηθούν, να μάθουν πως η ευτυχία αποκτιέται με καθημερινό αγώνα. Πως το χρήμα έχει ουσιαστική αξία όταν κερδίζεται κι όχι όταν χαρίζεται.
Δώστε τους ένα μάθημα ζωής. Και όταν επιστρέψουν διώχτε τα από το σπίτι, αλλά όχι από τη ζωή σας. Βοηθήστε τα να γίνουν ώριμοι και υπεύθυνοι άνθρωποι, να είναι κύριοι του εαυτού τους και όχι να περιμένουν από εσάς τα πάντα και κατά συνέπεια αργότερα από το κράτος, κυνηγώντας τη χίμαιρα του δημοσίου.
Μην τους στερείτε το πιο όμορφο παιχνίδι που έχουν πραγματικά ανάγκη, αλλά δεν το γνωρίζουν.
Γράφει ο Γιάννης Τζίτζης, o-klooun.com

Τα παιδιά χρειάζονται μια ώρα παραπάνω με τη μαμά και όχι μια extra ξένη γλώσσα

Σε  μια εποχή που κανένας δεν παραδέχεται την ηλικία του, τα βρέφη και τα νήπια εμφανίζουν συμπεριφορές επαναστατικές και τάσεις ανεξαρτητοποίησης που θυμίζουν οργισμένα νιάτα..
Τώρα τα μωρά μας αμφισβητούν την έννοια του χρόνου βλέποντας το μπαμπά τους να παίζει στο playstation και τη μαμά τους ανορεκτική μέσα στο skinny jean. Τα όρια ηλικίας καταργούνται και τα παιδιά το έχουν καταλάβει αυτό γιατί μπαίνουν από πολύ νωρίς στον κόσμο των μεγάλων.
Μας ακολουθούν στα ταξίδια μας, στα νησιά, στα beach bars, στα εστιατόρια και στα καφέ, στα εμπορικά κέντρα, κι εμείς πού και πού ανταποδίδουμε την παραχώρηση πίνοντας καφέ έξω από έναν παιδότοπο.
Η αλήθεια είναι ότι οι σύγχρονες μαμάδες και νηπιαγωγοί δεν θεωρούν τα παιδιά ανέμελα και αθώα, αλλά πανέξυπνα και “παραγινωμένα”. Τα κλισέ του τύπου “φάε για να μεγαλώσεις” και “η μαμά ξέρει” δεν πιάνουν εύκολα σε παιδάκια που πάνε από 18 μηνών έως 18 χρονών στον παιδικό σταθμό, στο σχολείο, στο κολυμβητήριο, στο φροντιστήριο, στο μπαλέτο, στο μπάσκετ, στο τέννις κ.τ.λ. με ωράριο και συγκεκριμένο πρόγραμμα.

Τα σύγχρονα παιδιά νιώθουν και συμπεριφέρονται σαν έφηβοι γιατί έχουν συνηθίσει να επιβιώνουν σε διάφορες καταστάσεις χωρίς την προστασία και στενή επίβλεψή μας, παρά μόνο με την υψηλή εποπτεία μας.
Ακόμη κι αν έχουμε καταφέρει ως γονείς να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη τους, δεν έχουμε καταφέρει να τους πείσουμε ότι είμαστε απαραίτητοι στην καθημερινότητά τους. Έτσι, το άγχος αποχωρισμού που άλλοτε εκδήλωναν τα παιδιά συνήθως στο νηπιαγωγείο τώρα ξεπερνιέται πολύ πιο νωρίς και, στη νηπιακή ηλικία, τα παιδιά εμφανίζουν εφηβικές αντιδράσεις και ψυχολογικά προβλήματα που θυμίζουν ενήλικες.
Αντιδρούν έντονα στα όρια, ακριβώς όπως ένας έφηβος που δεν  νιώθει έτοιμος να ενηλικιωθεί αλλά και δεν μπορεί να συνεχίζει να είναι παιδί, προσπαθούν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, νιώθουν υπεύθυνα για την υγεία τους και την οικογένειά τους. Συζητούν για το διαζύγιο των γονιών τους, την οικονομική τους κατάσταση, το πρόγραμμά τους το Σαββατοκύριακο. Συχνά ακούμε “δεν πιστεύω κι εσύ να παντρευτείς ξανά”, “δεν με καταλαβαίνεις καθόλου”, “έχω κι εγώ φίλους και θέλω να τους βλέπω όπως βλέπεις κι εσύ τους δικούς σου”, “η γιαγιά δεν ξέρει να με φροντίζει”, “δεν είμαι πια παιδί” κ.α.
Ως ειδικός, βλέπω στα σημερινά παιδιά συμπτώματα άγχους, κατάθλιψης, ακόμη και ψυχοσωματικά κι αναρωτιέμαι: πότε πρόλαβαν τα παιδάκια να μπουν στον κόσμο των μεγάλων;
Από τη μια αργούμε να κάνουμε οικογένεια γιατί θέλουμε να είναι όλα τέλεια, να βρούμε τον ιδανικό σύντροφο, να είμαστε αποκατεστημένοι επαγγελματικά, να είμαστε ώριμοι κι έτοιμοι να γίνουμε γονείς, κι απ’ την άλλη, μόλις κάνουμε παιδιά βιαζόμαστε να τα μεγαλώσουμε για να ξαναβρούμε τον παλιό μας εαυτό και την παλιά μας ζωή.
Δεκαετίες πριν, όταν τα παιδιά είχαν διαφορά με τους γονείς τους 20 χρόνια αντί για 35-40 που είναι σήμερα, οι νέες και άπειρες μαμάδες μάθαιναν για τη ζωή στην πορεία, κουράζονταν λιγότερο, βαριόντουσαν πιο δύσκολα και ωρίμαζαν σταδιακά.
Οι σημερινές μαμάδες τα’ χουν δει όλα, τα’ χουν κάνει όλα κι είναι έτοιμες να γράψουν και βιβλίο. Μπερδεύουν την ανεμελιά με την τεμπελιά και την αθωότητα με την βλακεία. Πιέζοντας τα παιδιά να αποδώσουν στο μέγιστο θεωρούν ότι τα κάνουν πιο προσαρμοστικά κι έτοιμα ν’ αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της ζωής.
Κάποιος πρέπει να μας θυμίσει ότι τα 2χρονα θα μπορούσαν να παίζουν με δακτυλομπογιές σε τεράστια χαρτιά στο πάτωμα κι όχι με superwashable μαρκαδόρους σφηνωμένα στο καρεκλάκι του φαγητού, ότι τα 3χρονα θα μπορούσαν να πλατσουρίζουν στην ακροθαλασσιά για τουλάχιστον 2 χρόνια ακόμα κι όχι να τρέχουν 2 φορές τη βδομάδα στο κολυμβητήριο, ότι τα 4χρονα δεν χρειάζονται φορητό DVD, αλλά μια μαμά παντός καιρού κι ότι τα 5χρονα δεν είναι απαραίτητο να μάθουν ανάγνωση από το νηπιαγωγείο αλλά να τους διαβάσει κάποιος το βράδυ, πριν κοιμηθούν, ιστορίες της μυθολογίας ή κλασικά παιδικά διηγήματα.
Τώρα που οι δουλειές γίνονται όλο και πιο δυσεύρετες κι όλο και πιο κακοπληρωμένες πολλοί θα σπεύσουν να μας θυμίσουν ότι δεν υπάρχει καλύτερη δουλειά από αυτή της αφοσιωμένης μανούλας. Αλλά το ζητούμενο δεν είναι ν’ αφήσουμε τις δουλειές μας για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, αλλά να αποδεσμευτούμε από όλες τις περιττές ασχολίες μας, ακόμη κι από την ανόητη κοινωνικότητά μας προκειμένου να γίνουμε πιο ανέμελες και πιο ήρεμες.
Κι ακόμη να μάθουμε να διεκδικούμε σεβασμό και υποστήριξη από τους ανθρώπους μας στην ανατροφή των παιδιών, όχι για να εξοικονομήσουμε μια ώρα παραπάνω στο γυμναστήριο ή στο κομμωτήριο, αλλά για να διαβάσουμε ένα βιβλίο, να απολαύσουμε ένα γλυκό, να ξαναβρούμε την ανθρωπιά και τη νεότητά μας.
Κι αυτό ακριβώς χρειάζονται και τα παιδιά μας. Μια βόλτα στη φύση κι όχι στο πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής, μια χαλαρή κουβέντα κι όχι μια ώρα στο cinema, μια ώρα παραπάνω με την πυτζάμα κι όχι μια extra ξένη γλώσσα.
Κοσκινίστε τα χιλιάδες ερεθίσματα, παιχνίδια και δραστηριότητες ακριβώς όπως προσπερνάτε τα κανάλια telemarketing στην τηλεόραση. Βγάλτε ιστορίες από το μυαλό σας κι αφήστε στην άκρη τα εκπαιδευτικά DVD για έξυπνα μωρά. Πείτε “ΟΧΙ” στα μικρομεγαλίστικα παιχνίδια: βαμμένα νύχια, παιδικά tatoos, ψεύτικα κινητά, παιδικά computers. Επενδύστε στην φαντασία των παιδιών σας.
Με λίγα λόγια, ξαναβρείτε την απλότητα της ζωής, ξαναθυμηθείτε τη ζεστασιά του σπιτιού, τα ατέλειωτα απογεύματα της δικιάς μας γενιάς, χωρίς υποχρεώσεις και εξωσχολικές δραστηριότητες μόνο με μυρωδιές από την κουζίνα, τον θόρυβο του απορροφητήρα, την αίσθηση της μαμάς στο διπλανό δωμάτιο.
Αγαπήστε το μέτριο. Ξοδέψαμε πολλά χρόνια και πολύ ενέργεια προσπαθώντας να ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας και τους συνομηλίκους μας σε ικανότητες, μόρφωση, καταξίωση, πλούτο και, είτε δικαιωθήκαμε είτε απογοητευτήκαμε, όλοι συμφωνούμε πλέον ότι χρειάζεται μέτρο παντού. Και η δική μου γνώμη είναι ότι το μέτριο είναι πιο κοντά στην ευτυχία και στη αρμονία της ζωής κι από το τέλειο ακόμα.
Γράφει η Λάρα Σουές Ψυχολόγος Ειδικευμένη στη Συμβουλευτική Ψυχολογία

Ένα παιδί που μεγαλώνει χωρίς κανόνες και όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο

Τα όρια, μπορεί κανείς να μιλά για αυτά μέρες! Τα όρια αφορούν όλους μας και υπάρχουν παντού.
Χωρίς αυτά δε θα μπορούσαμε να είμαστε λειτουργικοί, να συνεργαζόμαστε, να οργανωνόμαστε και να είμαστε αποδοτικοί. Τα όρια δημιουργούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κάθε άνθρωπος μπορεί να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του, να αντλεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ικανοποίηση και ασφάλεια, να εξελίσσεται και να δημιουργεί.
Γιατί μέσα στην οικογένεια οι γονείς βάζουν όρια στα παιδιά και δεν τα αφήνουν να τα ανακαλύψουν μόνα τους; Γιατί επιφορτίζονται εκείνοι με το απαιτητικό αυτό έργο, που στην πράξη αποδεικνύεται αρκετά ζόρικη υπόθεση;
Μα, γιατί τα παιδιά δεν κατανοούν τη χρησιμότητα των ορίων! Δεν καταλαβαίνουν τη σημασία του να αναστέλλουν τις επιθυμίες τους, να ασκούν αυτοέλεγχο, να λειτουργούν υπεύθυνα, να συμπονούν τους γύρω τους.
Εκτός αυτού, αν οι γονείς δε θέσουν όρια, τότε το παιδί αισθάνεται ανυπεράσπιστο και απροστάτευτο, αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως απειλή, συνεχώς μεταβαλλόμενο και το γονιό ως ανίσχυρο. Μπερδεύεται και δεν μπορεί να διαμορφώσει μια ξεκάθαρη εικόνα του άγνωστου κόσμου μέσα στον οποίο μεγαλώνει, αλλά και των προθέσεων και των συναισθημάτων των γονιών του απέναντί του.
Νιώθει δυστυχισμένο, αποθαρρυμένο, ανασφαλές και συχνά εκδηλώνει προβλήματα στη συμπεριφορά του. Ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες και σαφή όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο. Αντίθετα, είναι ένα παιδί σκλαβωμένο σε μια ασαφή και περίπλοκη δομή, μέσα στην οποία δεν μπορεί να καλλιεργήσει το αίσθημα της υπευθυνότητας και της συνεργασίας.
Από την άλλη, το παιδί που ζει και μεγαλώνει σε ένα υπερβολικά αυστηρό περιβάλλον, βομβαρδισμένο από αυταρχικούς και υπερβολικούς κανόνες, δυσκολεύεται να αναπτύξει ενδιαφέροντα, κλίσεις και προτιμήσεις. Συχνά είναι ένα παιδί με χαμηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης που μπορεί όμως μελλοντικά να εμφανίσει έντονα σημάδια ανυπακοής και αντίδρασης.
Πολλές μελέτες δείχνουν ότι όταν οι γονείς θέτουν σταθερά όρια, τα παιδιά μεγαλώνουν έχοντας μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και καλύτερη προσαρμογή στην ομάδα των συνομηλίκων. Εκτός αυτού, γίνονται περισσότερο αυτόνομα.
Η συνέπεια και η σταθερότητα στην εφαρμογή των κανόνων αυτών, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη και υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, καθώς και την ομαλή λειτουργία ολόκληρου του οικογενειακού συστήματος. Τα όρια, όσο και αν ακούγεται περίεργο, είναι ένδειξη αγάπης και μέρος της φροντίδας που οι γονείς παρέχουν στα παιδιά τους.
Είναι από τα σπουδαιότερα δώρα που μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο παιδί του, από τα σημαντικότερα εφόδια που του δίνει για να μάθει να πορεύεται μόνο του. Κάθε γονιός προσβλέπει σε ένα ευτυχισμένο μέλλον για το παιδί του και αυτό για να επιτευχθεί προϋποθέτει την ύπαρξη ορίων.
Στις μικρότερες ηλικίες, οι γονείς συχνά οριοθετούν τα παιδιά τους για λόγους ασφαλείας, π.χ. λένε στο παιδί του ενός έτους «ΟΧΙ!» όταν πάει να πιάσει τα χάπια της γιαγιάς από το κομοδίνο ή λένε «ΜΗ» στο δίχρονο παιδί τους όταν ανεβαίνει πάνω στην καρέκλα για να σκαρφαλώσει στη βιβλιοθήκη και να πάρει ένα παιχνίδι που του γυάλισε. Αυτή η οριοθέτηση είναι απολύτως απαραίτητη, αφού το παιδί δεν έχει ακόμη αίσθηση του κινδύνου και μπορεί να πάθει κακό.
Στις περιπτώσεις που δεν το κάνει ο γονιός μιλάμε για παραμέληση, η οποία αποτελεί μια μορφή βίας και διώκεται ποινικά. Εκτός αυτών των παρεμβάσεων, οι γονείς από πολύ νωρίς θέτουν κανόνες που σχετίζονται με τις ώρες ύπνου και διατροφής, ενώ στην πορεία βάζουν κανόνες και για το ντύσιμο, τα παιχνίδια, τις σχέσεις με τους άλλους, τη μελέτη, τις αγορές, την τηλεόραση, τις εξόδους, κλπ.
Καθώς το παιδί μεγαλώνει και ειδικά από το 2ο έτος της ζωής του και μετά, η οριοθέτηση αρχίζει να περιστρέφεται και γύρω από θέματα επιθετικής συμπεριφοράς, όπως όταν ένα παιδί θέλει το παιχνίδι που έχει ο αδερφός του και τον χτυπά για να το πάρει. Οι ανάγκες για οριοθέτηση είναι συνεχείς!
Ακόμα κι όταν ένας γονιός θεωρεί ότι έχει διευθετήσει πολύ καλά τα θέματα αυτά, την επόμενη κιόλας στιγμή θα προκύψουν νέες καταστάσεις, που πρέπει να επεξεργαστεί και να πάρει θέση. Γονείς και παιδιά βρίσκονται σε συνεχή συνδιαλλαγή, διαπραγμάτευση και κάνουν συμβιβασμούς.
Ένας πατέρας λέει: «ο μικρός τρίχρονος γιος μου επέλεξε τη χειρότερη ώρα για να κάνει μια κρίση θυμού. Καθώς περπατούσαμε στο διάδρομο ενός καταστήματος, άρπαξε ένα κουτί με καραμέλες. Του είπα ότι δεν μπορεί να πάρει τις καραμέλες τώρα και αν θέλει κάτι από το κατάστημα, πρέπει πρώτα να με ρωτήσει. Αντί να υπακούσει, όταν του είπα να το βάλει πίσω στη θέση του, άρχισε να κλαίει, να ουρλιάζει και να με χτυπά.
Μετά, έπεσε στο πάτωμα και ακολούθησε μια έκρηξη σε όλο της το μεγαλείο! Όλο το μαγαζί είχε γυρίσει και μας κοιτούσε! Δεν ήξερα τι να κάνω! Δε μου αρέσει καθόλου να αισθάνομαι ότι ένα δίχρονο παιδί έχει τόση δύναμη! Τι θέλει; Να με ρεζιλέψει; Αμάν πια! Άλλη φορά θα πάει με τη μάνα του και άμα κάνει τα ίδια, δε θα πάει ποτέ ξανά και με κανέναν!»

Τα καλά όρια χτίζουν καλές σχέσεις και οι καλές σχέσεις χτίζονται πάνω σε καλά όρια

Μια σχέση στέρεη και δυνατή, που τροφοδοτείται από το γονιό με αγάπη, αποδοχή, κατανόηση και τρυφερότητα προς το παιδί, είναι η καλύτερη βάση πάνω στην οποία μπορεί να στηριχτεί για να βάλει όρια. Αν η σχέση είναι δυνατή, ο θυμός από τις διενέξεις που αναπόφευκτα θα προκύψουν, θα εκτονωθεί σύντομα.
Επιβραβεύουμε τις επιθυμητές συμπεριφορές αντί να σχολιάζουμε τις μη επιθυμητές, π.χ. αντί για «Μην είσαι αφηρημένος!», λέμε «Συγκεντρώσου!» ή αντί για «Μην κρατάς τα παιχνίδια μόνο για σένα!» λέμε «Μπράβο παιδί μου, που παίζεις ωραία με την αδερφή σου! Πολύ σε χαίρομαι!». Πιο αναλυτικά, για να έχει αποτέλεσμα, η επιβράβευσή μας χρειάζεται να είναι:
– Άμεση: να δίνεται τη στιγμή που το παιδί εκδηλώνει την επιθυμητή συμπεριφορά και όχι πολύ αργότερα.
Συγκεκριμένη: να περιλαμβάνει ένα ξεκάθαρο λιτό λεκτικό μήνυμα, π.χ. «Κάθεσαι πολύ ωραία δίπλα μου στο καρότσι και με βοηθάς να ψωνίσω! Σ’ευχαριστώ!».
Ειλικρινής και απόλυτα αφιερωμένη σε αυτό που συμβαίνει: να δίνεται ενώ προσέχουμε το παιδί, π.χ. το κοιτάμε στα μάτια και στεκόμαστε στο ύψος του όταν του μιλάμε.
Προσανατολισμένη στην αναγνώριση της προσπάθειας και όχι μόνο στην επιτυχία: να δίνεται όταν το παιδί καταφέρνει κάτι, αλλά και ενδιάμεσα, όσο δείχνει να προσπαθεί, ώστε να ενθαρρύνεται να βάλει τα δυνατά του μέχρι το τέλος.
Σταθερή και συνεπής: να ενισχύει σε κάθε ευκαιρία το παιδί, καθημερινά και χωρίς διακυμάνσεις.

Ο τρόπος που ένας γονιός ορίζει, διατυπώνει και επικοινωνεί τα όρια, είναι πολύ σημαντικός.

1. Οι τρόποι πειθαρχίας που θα μεταχειριστεί ένας γονιός εξαρτώνται από τη δική του ιδιοσυγκρασία, καθώς και αυτή του παιδιού του. Τι ταιριάζει στον ίδιο, με ποιο τρόπο θα το κάνει, τι πιάνει στο παιδί του; Ό,τι ξέρει ο γονιός γύρω από το χαρακτήρα και τις ευαισθησίες του παιδιού του είναι ιδιαίτερα χρήσιμο.
Μπορεί για ένα παιδί η στέρηση των παιχνιδιών του να είναι η μέγιστη τιμωρία, ενώ για ένα άλλο να μη σημαίνει κάτι. Ή μπορεί το να κοιτά τον τοίχο για λίγα λεπτά να είναι ό,τι χειρότερο, ενώ να μην ενοχλείται καθόλου άμα δε φάει σοκολάτα για μια μέρα.
2. Τα όρια πρέπει να συμβαδίζουν με το στάδιο ανάπτυξης του παιδιού και να προσαρμόζονται στα χαρακτηριστικά της ηλικίας του. Όσο πιο μικρό το παιδί, τόσο πιο σύντομες, ξεκάθαρες και λιτές οι εντολές του γονιού προς αυτό. Αν πρόκειται για βρέφος ή νήπιο που μόλις άρχισε να στέκεται στα πόδια του, ο γονιός μπορεί να στρέψει την προσοχή του σε μια άλλη δραστηριότητα.
Από την άλλη, για ένα παιδί άνω των δύο ετών, η επιβολή των ορίων είναι πιο σύνθετη διαδικασία, καθώς περιλαμβάνει διάλογο, εξηγήσεις και διαπραγματεύσεις. Συχνά το παιδί από μόνο του προκαλεί το γονιό κάνοντας ερωτήσεις, π.χ. «Γιατί μπαμπά; Δεν είναι δίκαιο!». Απαντήσεις τύπου «γιατί έτσι το λέω εγώ!» ή «είσαι μικρός ακόμα για να καταλάβεις» δεν έχουν αποτέλεσμα, δεδομένου ότι οι απαγορεύσεις που δεν συνοδεύονται από κάποια εξήγηση δε γίνονται κατανοητές από το παιδί, αλλά φαίνονται σαν περιορισμός. Κανείς δεν υπακούει απλά επειδή κάποιος του λέει ότι αυτό είναι το σωστό.
Αφήνουμε το παιδί να μας πει την άποψή του και κάνουμε ειλικρινή προσπάθεια για διάλογο. Είναι μια από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορεί να κάνει ένας γονιός. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν και ειδικά στην εφηβεία, το παιδί που δεν του δόθηκε ουσιαστικός χρόνος και χώρος να εκφραστεί, έχει περισσότερες πιθανότητες να αποφεύγει συζητήσεις με τους γονείς.
3. Το παιδί μαθαίνει από αυτό που κάνουμε και όχι από αυτό που του λέμε. Το προσωπικό μας παράδειγμα αποτελεί «μοντέλο» προς μίμηση για το παιδί. Αν δυσκολευόμαστε να βάλουμε όρια σε εμάς πρώτα, τότε πώς θα βάλουμε στους άλλους; Τα παιδιά κατανοούν πιο εύκολα το τι είμαστε και πώς λειτουργούμε, παρά το τι λέμε.
Για παράδειγμα, τι κάνουμε εμείς οι γονείς όταν είμαστε θυμωμένοι, αγχωμένοι, απογοητευμένοι, όταν δε γίνεται το δικό μας κλπ. Τι θα σήμαινε για το παιδί του παραδείγματός μας αν ο πατέρας του άρχιζε να του φωνάζει μέσα στο κατάστημα, το χτύπαγε ή …; Πώς θα ένιωθε εκείνο μετά;
Από την άλλη, στην περίπτωση που το χάσουμε και παραφερθούμε, δεν τελείωσαν όλα. Κανένας δεν είναι τέλειος, αλλά τον τιμά περισσότερο το να το αναγνωρίζει και να παραδέχεται τα λάθη του, γιατί έτσι γίνεται καλύτερος. Τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και τέλεια παιδιά…
4. Δεν είναι όλα τα θέματα το ίδιο σημαντικά.  Ξεχωρίζουμε  ποια είναι προς διαπραγμάτευση  και ποια όχι, π.χ. είναι το ίδιο αν ο δίχρονος γιος μου  χοροπηδάει στα πατώματα τις ώρες κοινής ησυχίας και αν χτυπάει την αδερφή του για να πάρει ένα παιχνίδι;
Αν η έφηβη κόρη μου θέλει να βάλει το αγαπημένο της μπλουζάκι στο πάρτι ακόμα και αν αυτό είναι βρώμικο, είναι λιγότερο σημαντικό από το να επιστρέψει αργότερα από την ώρα που έχουμε συμφωνήσει. Διαχωρίζω τα ζητήματα και ασχολούμαι με κάποια, όχι με όλα, γιατί αλλιώς θα κάνω κήρυγμα όλη μέρα και το παιδί μου θα γίνει σκέτος τύραννος ή θα απομονωθεί εντελώς. Η σχέση μου μαζί του θα διαταραχθεί και αυτό δεν το θέλω με τίποτα στον κόσμο.
5. Η επικοινωνία πρέπει να είναι παρούσα και συγκεκριμένη, χωρίς αναφορές στο παρελθόν, να αφορά το «Εδώ και Τώρα»: («…και την περασμένη φορά τα ίδια έκανες!»), χωρίς προφητείες για το μέλλον («…ποτέ δεν θα αλλάξεις!») και χωρίς γενικεύσεις (πάντα, ποτέ, όλοι, κανένας…).
Πώς αισθάνεται κάποιος όταν κάνει ένα λάθος στη δουλειά και ο εργοδότης του λέει «Πάλι λάθος έκανες! Αδιόρθωτος είσαι πια! Όλοι έχουν καταλάβει πώς λειτουργεί το σύστημα, αλλά εσύ ποτέ σου!»; Ματαίωση, απόρριψη, απογοήτευση, ντροπή, χαμηλή αυτοεκτίμηση, θυμό, πίκρα, παραίτηση και καμία διάθεση για περαιτέρω προσπάθεια κλπ.
Μέσα από όλα τα παραπάνω, κατανοούμε τη μεγάλη σημασία που διαδραματίζουν τα όρια στην ανάπτυξη των παιδιών. Το είδος των οικογενειακών σχέσεων, η αυτοπεποίθηση και σιγουριά του γονέα για την επιβολή ορίων σε συνδυασμό με την έμπρακτη αγάπη προς το παιδί αποτελούν τα βασικά συστατικά της επιβολής ορίων στα παιδιά.
Τα καλά όρια πλάθουν ευτυχισμένα παιδιά, ικανούς και ολοκληρωμένους ενήλικες, οι οποίοι καθώς μεγαλώνουν θα έχουν περισσότερες ευθύνες, μα και περισσότερα δικαιώματα.
Γράφει η Ευγενία Δουβαρά, ψυχολόγος

10 μυστικά πειθαρχίας για το παιδί μας!


10 μυστικά πειθαρχίας για το παιδί μας!

Ο κλινικός ψυχολόγος Thomas W. Phelan και συγγραφέας του βιβλίου 1-2-3 Magic: Effective Discipline for Children, μας δίνει τον δικό του αποτελεσματικό δεκάλογο πειθαρχίας για τα παιδιά μας

1. Ψάξτε τις αιτίες της κακής συμπεριφοράς
Κανένα παιδί δεν κλοτσά έπιπλα ή δεν κλαίει γοερά από τη μια στιγμή στην άλλη! Τα «κακά» παιδιά είναι συνήθως τα κουρασμένα, εκείνα που πεινάνε, που φοβούνται, αυτά που κάτι ζηλεύουν, αλλά κι εκείνα που θυμώνουν όταν δεν ασχολούμαστε μαζί τους. Κάνοντας μια ανοιχτή συζήτηση, του δίνουμε την ευκαιρία να μας πει τι το ενοχλεί, πώς αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί, αλλά και να το ρωτήσουμε αν πραγματικά πιστεύει πως η συγκεκριμένη συμπεριφορά του ήταν σωστή.

2. Ακολουθούμε και οι δύο γονείς την ίδια συμπεριφορά
Αν και οι δύο γονείς ακολουθούν την ίδια πορεία διαπαιδαγώγησης, το παιδί δεν μπερδεύεται ούτε αποσυντονίζεται. Γι’ αυτό φροντίζουμε να μένουμε σταθεροί σε αυτό που λέμε και δεν κάνουμε υποχωρήσεις.

3. Ζητάμε από το παιδί να κάνει κάτι με σταθερό τόνο και σαφήνεια
Αποφεύγουμε την προστακτική και τις γενικότητες και χρησιμοποιούμε φράσεις που ενημερώνουν το παιδί για την αιτία. Για παράδειγμα αντί για «σταμάτα να μιλάς δυνατά», προτιμάμε προτάσεις όπως «Ο μπαμπάς έχει πονοκέφαλο και νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να κάνουμε όλοι λίγη ησυχία».

4. Αγνοούμε τα ξεσπάσματά του
Επίσης αδιαφορούμε για τις φωνές, τις βρισιές, τα αγενή σχόλια και όταν είναι δυνατό, φεύγουμε και αφήνουμε το παιδί χωρίς ακροατήριο. Αυτό μέχρι να ηρεμήσει.

5. Δίνουμε έμφαση στο «όχι»
Το λέμε σταθερά και με νόημα.

6. Δεν χάνουμε την υπομονή μας
Προσπαθούμε τουλάχιστον! Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε, είναι πως εμείς θα μάθουμε στο παιδί μας τι σημαίνει αυτοέλεγχος, σεβασμός και συνέπεια!

7. Θυμόμαστε πάντα το ρόλο μας ως γονείς
Και χωρίς να κάνουμε κατάχρηση εξουσίας, θυμόμαστε ότι δεν χρειάζεται πάντα να αιτιολογούμε τους κανόνες που θέτουμε ή να απολογούμαστε για τη συμπεριφορά μας.

8. Δεν ξεχνάμε πως εμείς είμαστε το πρότυπο συμπεριφοράς του παιδιού μας
Ας φροντίσουμε λοιπόν να είμαστε καλά παραδείγματα προς μίμηση και να μην κάνουμε εμείς πράγματα που απαγορεύουμε στο παιδί.

9. Επιβραβεύουμε την καλή συμπεριφορά
Αλλά πάντα με συγκεκριμένα επιχειρήματα. Δεν αρκούμαστε σε ένα «μπράβο», αλλά φροντίζουμε να είμαστε συγκεκριμένοι: «Μπράβο που έβαλες τα παιχνίδια στο κουτί» ή «Πολύ χαίρομαι που μοιράζεσαι τα παιχνίδια με την αδερφή σου».

10. Αποδεχόμαστε τα συναισθήματά του παιδιού μας
Και ποτέ δεν τα κρίνουμε και δεν τα υποβιβάζουμε. Αντιμετωπίζουμε το παιδί με σεβασμό και ευγένεια όπως του αξίζει. 
- See more at: http://www.imommy.gr/nipia/psychologia/article/5889/10-mystika-peitharxias-gia-to-paidi-mas/#sthash.ibWIAciE.dpuf

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Γιατί δεν χρησιμοποιούμε ελληνικές λέξεις*; Έχουμε τόσο ωραία και πλούσια γλώσσα, που είναι απορίας άξιο γιατί συνήθως χρησιμοποιούμε ξένες λέξεις και εκφράσεις στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Γιατί έχει επικρατήσει η ιδεοληψία, πως αν μεταχειριστούμε την ξένη λέξη θα προκαλέσουμε καλύτερη εντύπωση και ο λόγος μας θα γίνει πιο πειστικός; Πρόκειται άραγε για σύμπλεγμα κατωτερότητας; Θεωρούμε εκσυγχρονισμό την καθημερινή μας συνεννόηση σε αμερικανο-ελληνικά ή γαλλο-ελληνικά κλπ, διεκδικώντας παγκόσμια πρωτοτυπία. Ποιος άλλος λαός (του οποίου η γλώσσα διδάσκεται σε σχολεία και πανεπιστήμια του εξωτερικού) προσπαθεί να εξαφανίσει τον γλωσσικό του πλούτο; Και σ΄ αυτό (δυστυχώς) είμαστε μοναδικοί . . .

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

20 πράγματα που οι γιαγιάδες (και οι παππούδες) κάνουν καλύτερα από τους γονείς Από: Ελένη Χαδιαράκου

20 πράγματα που οι γιαγιάδες (και οι παππούδες) κάνουν καλύτερα από τους γονείς

1. Έχουν τεράστια υπομονή και μηδενική γκρίνια 
Δεν θα ακούσετε ποτέ την γιαγιά ή τον παππού να παραπονιούνται ότι το εγγόνι τους κούρασε, ότι δεν έφαγε ή ότι δεν έκανε ό,τι του είπαν. Οι στιγμές μαζί του είναι για εκείνους πραγματική γιορτή!

2. Δεν έχουν Internet 
Παραδεχτείτε το, ανακουφίζεστε πάρα πολύ που το παιδί δεν θα χρειαστεί να περάσει ακόμα περισσότερες ώρες μπροστά σε έναν υπολογιστή βλέποντας παιδικά. Αυτό σημαίνει ότι η γιαγιά και ο παππούς πρέπει να εφεύρουν άλλους τρόπους για να απασχολήσουν το παιδί. Και όλοι αυτοί οι τρόποι συμπεριλαμβάνουν παιχνίδι

3. Έχουν πάντα φρεσκομαγειρεμένο και λαχταριστό φαγητό 
Και πάντα το φαγητό αυτό (τυχαίνει να) ταιριάζει στα γούστα του παιδιού! Τι θέλει το εγγονάκι τους; γαλακτομπούρεκο, παστίτσιο ή μήπως να δοκίμαζε λίγο τραχανά; Τα παιδιά στην γιαγιά και τον παππού απολαμβάνουν ζεστό, σπιτικό φαγάκι, με γεύσεις και μυρουδιές που θα τους μείνουν χαραγμένες στη μνήμη μέχρι τα δικά τους γεράματα. Αν μη τι άλλο, λοιπόν, είστε σίγουροι ότι στην γιαγιά και τον παππού το παιδί θα φάει καλά (και με το παραπάνω!).

4. Λένε τις καλύτερες ιστορίες 
Και οι ιστορίες τους είναι οι καλύτερες όχι μόνο για την γλαφυρότητα της αφήγησης, αλλά και για το περιεχόμενο. Και βέβαια οι ιστορίες αυτές συμπεριλαμβάνουν και «εσάς» όταν ήσασταν παιδιά! Τι κάνατε όπως εκείνα και τι όχι, οι σκανδαλιές και τα ταλέντα σας αποτελούν απολαυστικά ντοκουμέντα για τα παιδιά και μία πτυχή της ζωής σας που δεν πρόκειται να γνωρίσουν ποτέ.

5. Παραδίδουν (δωρεάν) τα καλύτερα μαθήματα οικονομίας
Οι παππούδες μαθαίνουν στο παιδί ότι όταν σκιστεί ένα ρούχο, το ράβεις δεν το πετάς. Όταν σπάσει μια κορνίζα, την κολλάς. Όταν χαλάσει μια συσκευή, την πας στον μάστορα –αλλά ρίχνεις και μια ματιά στο πρόβλημα, μήπως μπορέσεις να το διορθώσεις και εσύ. Γενικά οι παππούδες μαθαίνουν στο παιδί την πραγματική αξία των υλικών αγαθών (και των χρημάτων που ξόδεψες για αυτά), την οικονομία αλλά και την έννοια του μαστορέματος..

6. Έχουν ταυτόχρονα άπλετο και περιορισμένο χρόνο για το εγγόνι τους 
Η γιαγιά και ο παππούς ξέρουν (κι ας μην το ομολογούν ποτέ), πως τόσο ο χρόνος τους με το παιδί όσο και ο χρόνος τους στην ενεργή ζωή είναι περιορισμένος. Ξέρουν πως τα παιδικά χρόνια περνούν σαν το νερό. Ξέρουν πως είναι δώρο για εκείνους να απολαμβάνουν έστω και λίγες ώρες με το εγγόνι τους.

7. Είναι πάντα έτοιμοι για μια περιπέτεια! Εκδρομές, επισκέψεις σε μουσεία, πικ νικ! 
Οι παππούδες μας λατρεύουν να βγαίνουν έξω τόσο όσο και τα παιδιά!

8. Ασχολούνται με τον κήπο 

Μποστάνια με λαχανικά, φυτά και λουλούδια! Ο  κήπος είναι από τις αγαπημένες ασχολίες των παιδιών και μόνο οι γιαγιάδες έχουν την όρεξη και τον χρόνο για να το κάνουν!

9. Ξέρουν τα πάντα! 
Κάθε παιδί πιστεύει ότι ο παππούς είναι κινητή εγκυκλοπαίδεια, ενώ αν κάτι δεν το γνωρίζει, τότε σίγουρα θα αφιερώσει χρόνο για να το βρει και να απαντήσει σε όποια ερώτηση του γίνει.

10. Γίνονται παιδιά 
Ό,τι κι αν ζητήσει ένα παιδί από τη γιαγιά και τον παππού, όσο παιδικό ή ανόητο κι αν είναι, εκείνοι θα το κάνουν. Να τους καβαλήσουν, να τους φορέσουν αστεία καπέλα, να τους βάψουν το πρόσωπο με μπογιές. Οι παππούδες ξέρουν πώς είναι να είσαι παιδί και δεν το αλλάζουν με τίποτα!

11. Δεν βιάζονται
Δεν βιάζονται να ετοιμαστούν τα παιδιά για να πάνε στο σχολείο ούτε να κάνουν τα μαθήματά τους. Έχουν πολύ χρόνο και τους τον δίνουν απλόχερα.

12. Είναι το καλύτερο «κοινό» 

Όταν το παιδί μαθαίνει ένα ποίημα, μια χορευτική κίνηση, το πρώτο του κομμάτι στο πιάνο, η γιαγιά και ο παππούς είναι αυτοί που πραγματικά θέλουν να ακούσουν.

13. Ξέρουν ν' ακούν 
Χαίρονται πάντα να ακούνε όσα έχουν να τους πουν τα παιδιά χωρίς μάλιστα να κρίνουν. Απλώς ακούνε και βοηθούν.

14. Έχουν παράξενα και πολύ ενδιαφέροντα αντικείμενα στο σπίτι 
Από γουδοχέρι μέχρι πορσελάνες, οι παππούδες έχουν κάθε λογής αντικείμενα που δεν βλέπουμε κάθε μέρα και τραβούν την περιέργεια των παιδιών. Αν, πάλι, χαλάσει κάτι δεν θα το κάνουν θέμα.

15. Κάνουν δώρα 
Έχουν δεν έχουν χρήματα, αγοράζουν δώρα στα παιδιά ή τους χαρίζουν αντικείμενα της ιδιοκτησίας τους.

16. Χαρτζιλικώνουν 
Και μάλιστα χωρίς ποτέ να βλέπουν η μαμά και ο μπαμπάς. Χωρίς δηλαδή να το κάνουν θέμα!

17. Πιστεύουν τα πάντα
 Ακόμα και τα πιο απίθανα. Αν το παιδί τους πει: Είδα ένα φάντασμα έξω από το σπίτι, εκείνοι θα απαντήσουν: Άντε! Πώς έμοιαζε;

18. Δεν μαλώνουν ποτέ τα παιδιά (τουλάχιστον στα σοβαρά) 
Συνήθως οι παππούδες δεν περνούν όλη τη μέρα με τα παιδιά και έτσι όταν κάτι πάει στραβά, απλώς το προσπερνούν χωρίς να τους κάνουν παρατήρηση.

19. Πάντα σκέφτονται τα παιδιά 
Ακόμα κι αν βρίσκονται πολύ μακριά, πάντα θα πάρουν τηλέφωνο να δουν τι κάνουν και θα τους δείξουν ότι τα  νοιάζονται και τα  σκέφτονται.

20. Των παιδιών μου τα παιδιά... 

Αν μη τι άλλο, αξίζουν την αγάπη των παιδιών γιατί τα λατρεύουν χωρίς όρους, χωρίς να περιμένουν κάτι από αυτά. Ακόμα κι όταν αυτά περνούν την εφηβεία και τους ξεχνούν, η γιαγιά και ο παππούς δεν παραπονιούνται ποτέ. 
- See more at: http://www.imommy.gr/nipia/anaptiksi/article/6093/20-pragmata-poy-oi-giagiades-kai-oi-pappoydes-kanoyn-kalytera-apo-toys-goneis/#sthash.laiLEHtz.dpuf

Να κοιμάστε πάντα από την αριστερή πλευρά γιατί κάνει καλό στην υγεία, λένε οι Επιστήμονες


3620-810x425
Γνωρίζετε ότι η θέση του ύπνου επηρεάζει την πέψη σας;Η τεχνική αυτή συναντάται στην ιστορία και χρησιμοποιήθηκε ακόμη και στους αρχαίους χρόνους, όταν οι μοναχοί ξάπλωναν για 10 λεπτά μετά από κάθε γεύμα για να βελτιώσουν την πέψη τους.
13
Υπάρχει επίσης μια άλλη ενδιαφέρουσα παράδοση που συστήνεται τόσο από την παραδοσιακή κινέζικη ιατρική (Ayurvedic) όσο και την Ινδική εναλλακτική ιατρική.Και αυτή είναι να κοιμάστε με την αριστερή πλευρά.
Ίσως αναρωτιέστε ποιος είναι ο λόγος γι “αυτό και πώς αυτή η θέση ύπνου επηρεάζει την πέψη;
Λοιπόν ο λόγος είναι πολύ απλός.
Το θέμα είναι ότι η αριστερή πλευρά του σώματος είναι η κύρια λεμφική πλευρά.
Το μεγαλύτερο μέρος του υγρού της λέμφου του σώματος μετακινείται εντός του θωρακικού αγωγού, ο οποίος βρίσκεται στην αριστερή πλευρά.
Και δεν είναι μόνο αυτό, το λεμφικό υγρό το οποίο μεταφέρει γλυκόζη, πρωτεΐνες και άλλους μεταβολίτες (προιόντα μεταβολισμού) και προιόντα αποβλήτων καθαρίζεται από τους λεμφαδένες και καταλήγει στην αριστερή πλευρά της καρδιάς.

Γιατί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αποδεχτούν το διαφορετικό;

  Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν μία έμφυτη τάση να φοβούνται οτιδήποτε διαφορετικό, φοβούνται το άγνωστο, φοβούνται αυτό που δεν ξέρου...