Δευτέρα 5 Αυγούστου 2019

Matt Ridley - Ένα καλύτερο σήμερα: το πρωτοφανές παρόν

Επιμελείται η 

Matt Ridley - Ένα καλύτερο σήμερα: το πρωτοφανές παρόν

Βάσει ποιας λογικής, ενώ κοιτάζοντας όσα έχουμε αφήσει πίσω μας δεν βλέπουμε τίποτε άλλο παρά βελτίωση, θα πρέπει να αναμένουμε μόνο επιδείνωση μπροστά μας;
Τόμας Μπαμπινγκτον Μακωλεϋ -  Κριτική για το έργο του Σάουδυ «Διάλογοι για την κοινωνία»
Μέχρι τα μέσα του αιώνα που διανύουμε το ανθρώπινο είδος θα έχει αυξήσει τον πληθυσμό του από δέκα εκατομμύρια σε δέκα δισεκατομμύρια μέσα σε διάστημα 10.000 ετών. Ένα τμήμα του σημερινού πληθυσμού εξακολουθεί να ζει σε συνθήκες αθλιότητας και ανέχειας χειρότερες και από τις πιο άσχημε: συνθήκες που βίωναν οι άνθρωποι της Εποχής του Λίθου. Ορισμένοι ζουν χειρότερα απ’ ό,τι πριν από λίγους μόλις μήνες ή λίγα χρόνια. Αλλά η τεράστια πλειονότητα απολαμβάνει πολύ καλύτερη διατροφή, στέγαση, ψυχαγωγία και ιατρική περίθαλψη, και έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να ζήσει μέχρι τα βαθιά γεράματα σε σύγκριση με όλες τις προηγούμενες γενιές.
Η διαθεσιμότητα σχεδόν όλων όσα μπορεί να επιθυμεί ή να χρειάζεται ένας άνθρωπος -όπως τα έτη ζωής, οι γουλιές καθαρού νερού, οι ανάσες καθαρού αέρα, οι ώρες ιδιωτικού χρόνου, τα μέσα για να ταξιδεύει ταχύτερα απ’ όσο μπορεί να τρέξει, οι τρόποι επικοινωνίας με περιοχές πέρα από την εμβέλεια της φωνής του- έχει αυξηθεί ραγδαία τα τελευταία 200 χρόνια και αυξανόταν με ακανόνιστο τρόπο τα προηγούμενα 10.000 χρόνια. Ακόμη κι αν συνυπολογίσουμε τους εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν ακόμη μέσα στη μιζέρια, τις αρρώστιες και τις στερήσεις, η σημερινή γενιά των ανθρώπινων όντων έχει μεγαλύτερη πρόσβαση από όλες τις προηγούμενες σε θερμίδες, βατ, ώρες λούμεν, τετραγωνικά μέτρα, γκιγκαμπάιτ, μεγαχέρτζ, έτη φωτός, νανόμετρα, κιλά ανά στρέμμα, χιλιόμετρα ανά λίτρο, τροφοχιλιόμετρα,αεροπορικά μίλια και, φυσικά, δολάρια. Διαθέτει περισσότερα προϊόντα βέλκρο, εμβόλια, βιταμίνες, παπούτσια, τραγουδιστές, σαπουνόπερες, κόφτες για μάνγκο, ερωτικούς συντρόφους, ρακέτες του τένις, τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους και οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, ο αριθμός των διαφορετικών προϊόντων που μπορεί να αγοράσει κανείς στη Νέα Υόρκη ή στο Λονδίνο ξεπερνά τα δέκα δισεκατομμύρια.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις θα έπρεπε να είναι αυτονόητες, αλλά δεν είναι. Υπάρχουν άνθρωποι στις μέρες μας που πιστεύουν πως η ζωή ήταν καλύτερη παλιότερα. Όπως ισχυρίζονται, δεν έχουμε χάσει μόνο την απλότητα, την ηρεμία, την κοινωνικότητα και την πνευματικότητα που χαρακτήριζε τη ζωή στο απώτερο παρελθόν, αλλά και το ήθος. Ας σημειωθεί, βέβαια, ότι αυτή η ρόδινη νοσταλγικότητα περιορίζεται συνήθως στους εύπορους. Είναι πιο εύκολο να θρηνούμε με στόμφο για τον χαμένο αγροτικό βίο όταν δεν είμαστε αναγκασμένοι να χρησιμοποιούμε αυτοσχέδιες υπαίθριες τουαλέτες.
Ας φανταστούμε λοιπόν ότι βρισκόμαστε στα 1800, σε κάποια περιοχή της Δυτικής Ευρώπης ή της ανατολικής Βόρειας Αμερικής. Μια οικογένεια μαζεύεται γύρω από το τζάκι στο λιτό ξύλινο σπίτι της. Ο πατέρας διαβάζει δυνατά τη Βίβλο και η μητέρα ετοιμάζεται να σερβίρει βραστό βοδινό με κρεμμύδια. Μία από τις κόρες τους νταντεύει το μωρό αδελφάκι της, ενώ το μεγαλύτερο αγόρι γεμίζει με νερό από μια κανάτα τις πήλινες κούπες πάνω στο τραπέζι. Η μεγαλύτερη αδελφή του ταΐζει το άλογο στον στάβλο. Έξω από το σπίτι δεν ακούγονται θόρυβοι αυτοκινήτων ούτε τριγυρνούν έμποροι ναρκωτικών, και στο γάλα της αγελάδας δεν έχουν βρεθεί διοξίνες ή ραδιενεργά κατάλοιπα. Όλα είναι γαλήνια κι ένα πουλί τραγουδάει έξω από το παραθύρι.
Ε, όχι δα! Αν και πρόκειται για μια από τις πιο ευκατάστατες οικογένειες του χωριού, η ανάγνωση της Βίβλου από τον πατέρα διακόπτεται από έναν επίμονο βήχα, προάγγελο της πνευμονίας που θα τον σκοτώσει στα 53 του χρόνια - με τη βοήθεια και του καπνού από το τζάκι. (Ανήκει στους τυχερούς, αφού το προσδόκιμο ζωής ακόμη και στην Αγγλία του 1800 ήταν μικρότερο από τα 40 χρόνια.) Το μωρό θα πεθάνει από την ευλογιά που το κάνει τώρα να κλαίει, ενώ η αδελφή του θα περάσει σύντομα στην ιδιοκτησία κάποιου μεθύστακα συζύγου. Το νερό που σερβίρει ο γιος έχει τη γεύση των αγελάδων του πίνουν από το ίδιο ρυάκι. Η μητέρα βασανίζεται από πονόδοντο.
Εν τω μεταξύ, στην αποθήκη με τον σανό ο νοικάρης του γείτονα αφήνει αυτή τη στιγμή έγκυο την άλλη της κόρη- το παιδί που θα γεννηθεί θα το στείλουν σε ορφανοτροφείο. Το βραστό κρέας είναι γκριζωπό και γεμάτο χόνδρους, αν και αποτελεί ένα σπάνιο διάλειμμα από τον συνηθισμένο χυλό αυτή την εποχή του χρόνου δεν υπάρχουν καθόλου φρούτα ή σαλάτα. Όλοι τρώνε το φαγητό με ξύλινο κουτάλι μέσα από μια ξύλινη γαβάθα. Επειδή τα κεριά είναι πολύ ακριβά, το μοναδικό τους φως προέρχεται από το αναμμένο τζάκι. Κανένα μέλος της οικογένειας δεν έχει δει θεατρικό έργο, δεν έχει ζωγραφίσει και δεν έχει ακούσει ποτέ πιάνο. Οι σχολικές σπουδές είναι απλώς λίγα χρόνια βαρετών λατινικών που διδάσκονται από κάποιο δογματικό τύραννο στο πρεσβύτερο-.
Ο πατέρας πήγε μια φορά στην πόλη, αλλά το ταξίδι τού κόστισε ένα βδομαδιάτικο, και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας δεν έχουν απομακρυνθεί ποτέ από το σπίτι τους σε απόσταση μεγαλύτερη από 25 χιλιόμετρα. Καθεμία από τις κόρες έχει δύο μάλλινα φορέματα, δύο λινά πουκάμισα κι ένα ζευγάρι παπούτσια. Το πανωφόρι του πατέρα στοίχισε ένα μηνιάτικο, αλλά τώρα είναι γεμάτο ψείρες. Τα παιδιά κοιμούνται ανά δύο σε αχυρένια στρώματα πάνω στο πάτωμα. Κι όσο για το πουλί έξω από το παράθυρο, αύριο θα πιαστεί στην παγίδα του αγοριού και θα καταλήξει στο στομάχι του.
Αν η φανταστική μου οικογένεια δεν είναι της αρεσκείας σας, ίσως να προτιμάται τα στατιστικά στοιχεία. Αν και από το 1800 ο πληθυσμός του πλανήτη  έχει εξαπλασιαστεί, το μέσο προσδόκιμο ζωής έχει υπερδιπλασιαστεί και το  πραγματικό εισόδημα έχει αυξηθεί πάνω από το εννιαπλάσιο. Σε πιο περιοριορισμενη κλίμακα, σε σύγκριση με το 1955, το 2005 το μέσο ανθρώπινο ον στον πλανήτη Γη κέρδιζε σχεδόν τα τριπλάσια χρήματα (αφού αφαιρεθεί ο πληθωρισμός), έτρωγε ένα τρίτο περισσότερες θερμίδες, ενώ η θνησιμότητα των παιδιών του είχε μειωθεί στο ένα τρίτο και το προσδόκιμο ζωής του ίδιου είχε αυξηθεί κατά ένα τρίτο.
Είχε λιγότερες πιθανότητες να πεθάνει από αιτίες όπως ο πόλεμος, ο φόνος, ο τοκετός, τα ατυχήματα, οι ανεμοστρόβιλοι, οι πλημμύρες, οι λιμοί, ο κοκίτης, η φυματίωση, η ελονοσία, η διφθερίτιδα, ο τύφος ο τυφοειδής πυρετός, η ιλαρά, η ευλογιά, το σκορβούτο και η πολιομυελίτιδα. Και είχε λιγότερες πιθανότητες να νοσήσει, σε οποιαδήποτε ηλικία, από καρκίνο ή καρδιοπάθεια, ή να πάθει εγκεφαλικό.
Είχε περισσότερες πιθανότητες να γνωρίζει γραφή και ανάγνωση και να έχει τελειώσει το σχολείο, όπως και να διαθέτει τηλέφωνο, σύγχρονη τουαλέτα, ψυγείο και ποδήλατο. Και όλα αυτά σε μία πεντηκονταετία στην οποία ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει υπερδιπλασιαστεί, και εντούτοις τα αγαθά και οι υπηρεσίες που είναι διαθέσιμα στους ανθρώπους της υφηλίου αντί να περιοριστούν από την πληθυσμιακή πίεση έχουν αυξηθεί. Με οποιοδήποτε κριτήριο κι αν το εξετάσουμε, πρόκειται για ένα αξιοθαύμαστο ανθρώπινο επίτευγμα.
Οι μέσοι όροι αποκρύπτουν πολλά. Αλλά ακόμη κι αν διαιρέσουμε τον κόσμο σε πολύ μικρά κομμάτια, είναι δύσκολο να εντοπίσουμε κάποια περιοχή που η κατάστασή της να ήταν χειρότερη το 2005 απ’ ό,τι το 1955. Στο τέλος αυτής της πεντηκονταετίας είχε σημειωθεί μικρή πτώση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος μόνο σε έξι χώρες (Αφγανιστάν, Αϊτή, Κονγκό, Λιβερία, Σιέρρα Λεόνε και Σομαλία), του προσδόκιμου ζωής σε τρεις (Ρωσία, Σουαζιλάνδη και Ζιμπάμπουε) και της βρεφικής επιβίωσης σε καμία. Στις υπόλοιπες χώρες οι αντίστοιχοι δείκτες έχουν εκτοξευτεί. Στην Αφρική οι ρυθμοί βελτίωσης των δεικτών είναι βασανιστικά αργοί και άνισοι σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο, και πολλές νοτιοαφρικανικές χώρες είδαν το προσδόκιμο ζωής να βυθίζεται τη δεκαετία του 1990 με την εξάπλωση της επιδημίας του AIDS (πριν να ανακάμψει τα τελευταία χρόνια). Στη διάρκεια αυτής της πεντηκονταετίας υπήρξαν επίσης περίοδοι δραματικής επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου ή του προσδόκιμου ζωής σε κάποιες συγκεκριμένες χώρες - στην Κίνα τη δεκαετία του 1960, στην Καμπότζη τη δεκαετία του 1970, στην Αιθιοπία τη δεκαετία του 1980, στη Ρουάντα τη δεκαετία του 1990, στο Κονγκό τη δεκαετία του 2000 και στη Βόρεια Κορέα σε όλες τις δεκαετίες.
Στην Αργεντινή ο 20ός αιώνας χαρακτηρίστηκε από απογοητευτική στασιμότητα. Συνολικά, όμως, ο απολογισμός των πενήντα αυτών ετών είναι αξιοθαύμαστα, αναπάντεχα και εντυπωσιακά θετικός για τον πλανήτη. Σε σύγκριση με το 1955 ο μέσος Νοτιοκορεάτης ζει 26 χρόνια περισσότερο και έχει 15πλάσιο ετήσιο εισόδημα (και 15πλάσιο ετήσιο εισόδημα από τον αντίστοιχο Βορειοκορεάτη). Ο μέσος Μεξικανός ζει σήμερα περισσότερο απ’ όσο ζούσε ο μέσος Βρετανός το 1955. Ο μέσος κάτοικος της Μποτσουάνα έχει μεγαλύτερο εισόδημα από αυτό που είχε ο μέσος Φιλανδός το 1955. Η βρεφική θνησιμότητα είναι σήμερα χαμηλότερη στο Νεπάλ από αυτή που ήταν στην Ιταλία το 1951. Και το ποσοστό των Βιετναμέζων που ζουν με λιγότερα από 2 δολάρια την ημέρα έχει πέσει από το 90% στο 30% μέσα σε είκοσι χρόνια.
Οι πλούσιοι έχουν γίνει πλουσιότεροι, αλλά οι φτωχοί τα έχουν πάει ακόμα καλύτερα. Από το 1980 μέχρι το 2000 οι φτωχοί στον αναπτυσσόμενο κόσμο αύξησαν την κατανάλωσή τους με διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι όλος ο κόσμος συνολικά. Οι Κινέζοι είναι δέκα φορές πιο πλούσιοι, κατά δύο τρίτα λιγότερο γόνιμοι, και ζουν 28 χρόνια περισσότερο απ’ ό,τι πριν από πενήντα χρόνια. Ακόμη και οι Νιγηριανοί είναι δύο φορές πλουσιότεροι, 25% λιγότερο γόνιμοι και ζουν εννέα χρόνια περισσότερο απ’ ό,τι το 1955. Παρά τον διπλασιασμό του παγκόσμιου πληθυσμού, ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας (δηλαδή, βάσει του ορισμού της, με ημερήσιο εισόδημα χαμηλότερο από ένα δολάριο του 1985) έχει μειωθεί σε σχέση με τη δεκαετία του 1950, ενώ το ποσοστό τους είναι λιγότερο από το μισό, κάτω από το 18%. Το νούμερο παραμένει, βεβαίως, οικτρά υψηλό, αλλά η σχετική τάση δεν είναι καθόλου απογοητευτική: με τους τωρινούς ρυθμούς υποχώρησης το ποσοστό θα μηδενιζόταν γύρω στο 2035 - αν και αυτό μάλλον δεν θα συμβεί. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ, η φτώχεια μειώθηκε περισσότερο τα τελευταία πενήντα χρόνια απ’ ό,τι τα προηγούμενα πεντακόσια.

Matt Ridley -Ορθολογική αισιοδοξία. Πώς αναδύεται εξελικτικά η ευημερία.
Μετάφραση: Έλσα Βιδάλη. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης

Βελτίωσε κι εσύ τον κόσμο!

Γράφει η  

Βελτίωσε κι εσύ τον κόσμο!

Ο Τζον Κέννεντι έλεγε λακωνικά: Μη ρωτάτε τι κάνει η χώρα για σας. Αναρωτηθείτε τι κάνετε εσείς για τη χώρα σας.’’
Είναι γεγονός πως δεν πρέπει να περιμένουμε μόνο από έναν πολιτικό ή ένα δήμο να λύσει όλα τα κοινωνικά προβλήματα ή να μας διδάξει σεβασμό και τρόπους. Πρέπει και εμείς οι ίδιοι να καλλιεργήσουμε την εσωτερική συνείδηση και να σεβαστούμε την περιοχή που μένουμε και τον πλανήτη ευρύτερα, αν θέλουμε να θεωρηθούμε σωστοί πολίτες του κόσμου.
Ας σταματήσουμε να μη σεβόμαστε τον άλλο και τον εαυτό μας. Ας σταματήσουμε να παρκάρουμε το αυτοκίνητο επάνω σε ράμπες για ανάπηρους και να μη δείχνουμε σεβασμό στο περιβάλλον και τα δέντρα. Κανένας δεν μπορεί να μας διδάξει και να μας εξαναγκάσει να σεβαστούμε με φόβο, αλλά πρέπει να διδασκόμαστε από νωρίς το σεβασμό στη διαφορετικότητα, τους άλλους και κάθε πλάσμα που υπάρχει γύρω μας.
Μην περιμένεις αποκλειστικά από το δήμο να ταΐσει τα αδέσποτα, μπορείς και εσύ να βάλεις λίγο νεράκι για τα ζωάκια της περιοχής σου υποφέρουν εκείνες τις τόσο ζεστές ημέρες.
Μην περιμένεις αποκλειστικά από το δήμο να φροντίσει το πράσινο και να σέβεται το περιβάλλον, σταμάτησε και εσύ από σήμερα να πετάς τσιγάρα και τροφές στο πάτωμα, να ρίχνεις τα σκουπίδια σου από την πολυκατοικία και να πετάς σακούλες μέσα στη θάλασσα.
Μην περιμένεις από την κοινωνία να σου μάθει τους κανόνες της οδικής συμπεριφοράς, πρέπει και εσύ να μάθεις να σέβεσαι περισσότερο τους επιβάτες και τον εαυτό σου. Ξεκίνησε από σήμερα να φοράς ζώνη και να μην τρέχεις υπερβολικά και ενώ έχεις καταναλώσει αλκοόλ. Σταμάτα να μιλάς στο κινητό και άφησε το κινητό σου για λίγο; είναι καλύτερο να απαντήσεις στο μήνυμα έστω και καθυστερημένα παρά να μην απαντήσεις ποτέ.
Η οικογένεια και το σχολείο πρέπει αυτά να τα διδάσκουν στα νέα μέλη από νωρίς. Μην περιμένεις από την πολιτική να στα διδάξει αυτά, πρέπει να αγωνιστείς και εσύ για τη βελτίωση του κόσμου αυτού.

Νίκος Τσιφόρος – O Κέκροπας κι οι σοφοί

Επιμελείται η 

Νίκος Τσιφόρος –  O Κέκροπας κι οι σοφοί

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας Κέκροπας. Τούτος δω ο Κέκροπας ήτανε βασιλιάς.
Είχε το λοιπόν μια πολιτεία, μικρή σα μανιτάρι, είχε και το παλάτι του, τους ανθρώπους του, έβαζε φόρους, έκοβε και κάνα αυτί άμα τσακώνανε τίποτα λωποδύτες, γενικά καλός άνθρωπος ήτανε.
Φαγάς κι όλας, καραμπουζουκλής και λεβέντης, το ’τσούζε κομματάκι, έτρωγε φακή, σκόρδα κι ελιές, στις γιορτές που ψήνανε τα σφαχτά έστελνε την κνίσα να τη γευτούνε οι θεοί, του λόγου του τρελαινόταν για τα γλυκάδια και τ’ αμελέτητα, ζωή χαρισάμενη περνούσε ο Κεκροπας.
Έναν καημό είχε. Την πολιτεία του. Τι όνομα να της δώσει;
Βλέπεις, τον καιρό εκείνο, δεν ήτανε τα ονόματα εύκολα, σαν και σήμερα, που κάνεις έναν δρόμο και τον λες Γιαν Σματς να πούμε, για να μπερδεύεις τον κόσμο.
Τότες ήτανε δύσκολα τα ονόματα κι ακριβά. Να φέρεις από την Αμερική; Ούτε κουβέντα. Πρώτα, δεν υπήρχανε τα παπόρια και, το χειρότερο, ούτε υπήρχε Αμερική.
Σήμερον, ό,τι θέλεις το φέρνεις. Και τανκς Σέρμαν, που λέει ο λόγος και κάλτσες νάυλον και ρολόι της Ελβετίας. Κι άμα είσαι ξύπνος, βρίσκεις μια μηχανή, τα βάζεις μέσα σ’ ένα διπλωματικό δέμα και σκαπουλάρεις και το τελωνείο.
Τότε πώς να το γελάσεις το τελωνείο, που δεν υπήρχανε τελωνεία; Και τανκς ποιος σου ’δίνε τότε; Οι άνθρωποι δεν πολυξοδιαζόντουσαν να σε βάλουνε να φαγωθείς . με τον διπλανό σου, γιατί δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει τη μηχανή, που λέγεται «ελευθερίες της ανθρωπότητος».
Κι ούτε «παραπετάσματα» υπήρχανε να αναταράζουνε τον κοσμάκη. Άμα είχανε τίποτις παραπετάσματα, τα βάζανε στο παράθυρο να τα κουνήσει ο αέρας. Γενικά, φριχτά ζούσανε οι άνθρωποι κείνη την εποχή Φριχτά και τεμπέλικα. Ο Κέκροπας λιαζότανε, χασμουριόταν) λιγούρευε καμιά πιτσιρίκα και την έννοια του είχε.
Ώσπου να σου ένα πρωί, έρχουνται μπροστά του ο θεός ο Ποσειδώνας κι η θεά η Αθηνά.
-Γεια σου, ρε Κέκροπα, λέει ο Ποσειδώνας.
-Γεια χαρά.
-Με ξέρεις;
Τον ήξερε ο Κέκροπας. Γιατί ο Ποσειδώνας θεός της θάλασσας ήτανε. Κοχύλια και κοράλλια τον στολίζανε, κι είχε και μια πιρούνα, άμα πείναγε, ανακάτευε τα ψάρια κι έκανε τη θάλασσα κακκαβιά,
-Γιατί δεν δίνεις, ρε, στην πολιτεία σου τ’ όνομά μου; λέει ο Ποσειδώνας. Να η θάλασσα. Μπροστά σου απλώνεται. Κι εγώ να δεις πώς θα τη στολίσω.
-Θα το σκεφτώ, είπ’ ο Κέκροπας.
Όπου μπαίνει στη μέση η Αθηνά.
-Τρίχες, του λέει. Τι να το κάνεις το λουλάκι. Να ξεβγάζεις χαώδες; Με τι νερό θα το ξεβγάζεις; Και την κόκκινη μπογιά να γράφεις συνθήματα στον τοίχο; Ζήτω το ΕΑΜ. Αμ’ στον Άι-Στράτη θα καταλήξεις, καημένε μου. Και τα σφουγγάρια τι τα θες; Να σου πιουνε τον Μαραθώνα; Όοοχι! Αθήνα να την πεις την πολιτεία. Και πού ’σαι; Όλα που σου λέει ο Ποσειδώνας, μπούρδες είναι. Εγώ θα σου δώσω ένα μεγάλο δώρο. Τη σοφία θα σου δώσω. Εδώ μέσα θ’ ανθίσουνε ούλοι οι σοφοί.
Την άκουσ’ ο Κέκροπας, σάμπως καλύτερα από τον Ποσειδώνα να τ’ άρεσε. Αθήνα την είπε την πολιτεία.
Ζοχάδα ο Ποσειδώνας. Δεν είναι να τα βάζεις με τους θεούς. Εδώ  μ 'έναν εφοριακό τα βάζεις και σε τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί και σε χάνει δέμα. Όχι να τα βάλεις με κοτζάμ Ποσειδώνα! Καταριέται λοιπόν κατάρες μεγάλες.
Πρώτον, σαν θεός των νερών που ήτανε, τραβάει τα νερά και τα πεταει αλλού. Κατάρα μεγάλη δίνει, μια εταιρία «Ούλεν» να ’ρθει, λες να μας κορακιάσει στη δίψα και να της πληρώνουμε τον αέρα χρυσάφι και το νερό διαμάντι, λέει. Και γίνηκε.
Δεύτερον, με τα βαπόρια μας τα ’βάλε. Βαπόρι να ’χουμε και βατηρι να μη σταυρώνουμε, λέει. Έτσι κι αποχτήσαμε πλεούμενο, ξένη σημαία να το χαίρεται, λέει, Παναμάς και Οντούρα στους παπαφίγκους να κυματίζουνε, κι οι εφοπλιστές το φράγκο τους να μη δούμε. Και γίνηκε.
Ύστερα τον «ΟΛΠ» καταράστηκε. Καλά παιδιά κει μέσα να μπουνε και να τα φάνε μέχρι σιλόβιδα. Τα φράγκα μας σαμπάνια να  γινουνε, να πίνουνε οι ξένες κοκότες να σουρώνουνε, τα έμπορέυμαατα, τα σκυλόψαρα να τα χαίρουνται, τ’ αλευριά μας μαύραγοριτες να τα διαφεντεύουνε. Και γίνηκε.
ΚΙ άλλες κατάρες ο Ποσειδώνας έδωσε. Ένα σωρό. Μα η Αθηνά  λεβέντρα, περδικόστηθη και αστρογαλανομάτα, γέλασε.
-Τι σε νοιάζει; του λέει του Κέκροπα. Εσύ τους σοφούς σου δε θα ’χεις; Όλες του οι κατάρες στάχτη και μπούρμπερη.
Τρομάρα να της έρθει της Αθηνάς. Ω, ρε και να το ’ξερες κατά-καημένε Κέκροπα! Γιατί τη μεγάλη κατάρα δεν την έδωσε ο Ποσειδώνας. Η Αθηνά την έδωσε. Τους σοφούς. Μας κάψανε. Ασε τη φαγωμάρα τους, άσε τη στραβομάρα τους, άσε την κουταμάρα τους... Το άλλο, αδέρφια μου... το άλλο... Τη στομαχάρα τους.
Δεν πιστεύετε δηλαδή; Ε, άμα δεν πιστεύετε, ανοίξτε το ραδιόφωνο κι ακούστε τις προεκλογικές τους δηλώσεις.
Όχι, τι;
***
Νίκος Τσιφόρος – Ο κόσμος κι ο κοσμάκης

Βολτέρος - Προκαταλήψεις

Επιμελείται η 

Βολτέρος - Προκαταλήψεις

Η προκατάληψη είναι γνώμη χωρίς κρίση. Έτσι, σε ολόκληρη τη γη εμφυσούμε στα παιδιά όποια άποψη θέλουμε, πριν να είναι σε θέση να κρίνουν. Υπάρχουν προκαταλήψεις γενικώς αποδεκτές και αναγκαίες, οι οποίες συνιστούν την ίδια την αρετή. Σ’ όλες τις χώρες μαθαίνουν στα παιδιά ν’ αναγνωρίζουν έναν ανταποδοτικό και εκδικητικό Θεό· να σέβονται, ν’ αγαπούν τον πατέρα τους και τη μητέρα τους· να θεωρούν την κλεψιά έγκλημα, το ιδιοτελές ψέμα ελάττωμα, πριν ακόμη να μπορούν να διακρίνουν τι θα πει κακία και τι αρετή.
Υπάρχουν, λοιπόν, πολύ καλές προκαταλήψεις: είναι αυτές που μας τις επιβεβαιώνει η κρίση μας όταν συλλογιζόμαστε.
Το συναίσθημα δεν είναι μια απλή προκατάληψη, είναι κάτι πολύ πιο ισχυρό. Η μητέρα δεν αγαπάει το γιο της επειδή της είπαν ότι πρέπει να τον αγαπάει· ευτυχώς τον πονάει ακούσια. Δεν είναι από προκατάληψη που τρέχετε να βοηθήσετε ένα άγνωστο παιδί που ετοιμάζεται να πέσει στον γκρεμό ή που κινδυνεύει να το καταβροχθίσει ένα ζώο.
Όμως από προκατάληψη θα σεβαστείτε έναν άνθρωπο καλοντυμένο, που βαδίζει και μιλάει σοβαρά. Οι γονείς σας σας είπαν ότι πρέπει να υποκλίνεστε σ’ αυτόν τον άνθρωπο· τον σέβεστε χωρίς να ξέρετε εάν αξίζει το σεβασμό σας· μεγαλώνετε και αποκτάτε γνώσεις: καταλαβαίνετε πως αυτός ο άνθρωπος είναι ένας τσαρλατάνος ζυμωμένος με έπαρση, ιδιοτέλεια και επιτήδευση· περιφρονείτε ότι σεβόσασταν και η προκατάληψη παραχωρεί τη θέση της στην κρίση. Από προκατάληψη πιστέψατε τους μύθους που λίκνισαν την παιδική σας ηλικία: σας είπαν πως οι Τιτάνες πολέμησαν τους θεούς και πως η Αφροδίτη ήταν ερωτευμένη με τον Άδωνη· στα δώδεκα σας χρόνια θεωρούσατε αυτούς τους μύθους αληθινούς, στα είκοσι τους θεωρείτε ευφυείς αλληγορίες.
Ας εξετάσουμε με λίγα λόγια τα διάφορα είδη των προκαταλήψεων, για να βάλουμε λίγη τάξη σε ότι μας απασχολεί. Ίσως κι εμείς να είμαστε σαν εκείνους που, την εποχή του συστήματος του Λόου, διαπίστωσαν ότι είχαν υπολογίσει φανταστικά πλούτη. 
ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ
Δεν είναι αστείο τα μάτια μας, ακόμη κι όταν βλέπουμε πολύ καλά, να μας εξαπατούν πάντοτε, ενώ αντίθετα τ’ αυτιά μας να μη μας εξαπατούν ποτέ; Το αυτί μας σωστά συμμορφωμένο ακούει: «Είστε ωραία, σας αγαπώ»· είναι σίγουρο πως δεν σας είπαν: «Σας μισώ, είστε άσχημη». Βλέπετε όμως ένα λείο καθρέφτη: έχει αποδειχθεί πως ξεγελιέστε, είναι μια πολύ ανώμαλη επιφάνεια. Βλέπετε τον ήλιο να έχει διάμετρο περίπου δύο πόδια: έχει αποδειχθεί πως είναι ένα εκατομμύριο φορές μεγαλύτερη από τη γη.
Φαίνεται πως ο Θεός έβαλε την αλήθεια στ’ αυτιά σας και το λάθος στα μάτια σας· αλλά μελετήστε την οπτική επιστήμη και θα δείτε ότι ο Θεός δεν σας εξαπάτησε και ότι είναι αδύνατον τα αντικείμενα να σας φαίνονται διαφορετικά από ότι είναι στην πραγματικότητα. 
ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Ο ήλιος ανατέλλει, το ίδιο και η σελήνη, η γη είναι ακίνητη: αυτές είναι προκαταλήψεις που αφορούν στα φυσικά φαινόμενα. Πολλοί πιστεύουν ότι οι καραβίδες κάνουν καλό στο αίμα επειδή όταν ψήνονται γίνονται κόκκινες σαν το αίμα, ότι τα χέλια θεραπεύουν την παράλυση επειδή σπαρταρούν ότι η σελήνη επηρεάζει τις αρρώστιες μας, επειδή μια νύχτα με πανσέληνο παρατήρησαν ότι σ’ έναν άρρωστο ανέβηκε ο πυρετός: αυτές οι ιδέες και χίλιες τόσες άλλες ήταν λάθη παλιών τσαρλατάνων, που έκριναν χωρίς να σκεφθούν και αφού πλανήθηκαν οι ίδιοι, εξαπάτησαν και άλλους. 
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Τις περισσότερες ιστορίες τις έχουμε πιστέψει χωρίς να τις εξετάσουμε κι αυτή η πίστη είναι μια προκατάληψη. Ο Φάβιος Πίκτορ αφηγείται πως πολλούς αιώνες πριν απ’ αυτόν, μια Εστιάδα της πόλης Έλβα, ενώ πήγαινε να γεμίσει με νερό το σταμνί της, τη βίασαν και γέννησε τον Ρώμο και τον Ρωμύλο, τους οποίους βύζαξε μια λύκαινα κ,λπ. Ο ρωμαϊκός λαός πίστεψε αυτόν το μύθο· δεν εξέτασε εάν εκείνη την εποχή υπήρχαν Εστιάδες στο Λάτιο, εάν ήταν αληθοφανές να βγει η κόρη ενός βασιλιά από το μοναστήρι με το σταμνί της, εάν ήταν πιθανό μια λύκαινα να βυζάξει δυο παιδιά αντί να τα φάει. Η προκατάληψη καθιερώθηκε.
Ένας μοναχός έγραψε ότι ο Κλόβις, ενώ βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο στη μάχη του Τολμπιάκ, υποσχέθηκε να γίνει χριστιανός εάν γλίτωνε· αλλά είναι φυσικό ν’ απευθύνεται κανείς σ’ έναν ξένο Θεό σε μια τέτοια περίσταση; Λεν είναι αλήθεια πως μια τέτοια στιγμή η θρησκεία μέσα στην οποία γεννιέται κανείς επενεργεί με τη μεγαλύτερη ισχύ; Ποιος χριστιανός, σε μια μάχη εναντίον των Τούρκων, δεν θα απευθυνόταν στην Παρθένο Μαρία αλλά στον Μωάμεθ; Πείτε επίσης πως ένα περιστέρι μετέφερε στο ράμφος του την Αγία Φιάλη για να χρίσει τον Κλόβις, και ένας άγγελος έφερε την Κόκκινη Σημαία για να τον οδηγήσει. Η προκατάληψη πίστεψε όλες τις ιστοριούλες αυτού του Είδους. Όσοι γνωρίζουν την ανθρώπινη φύση ξέρουν καλά ότι ο σφετεριστής Κλόβις και ο σφετεριστής Ρολόν ή Ρολ έγιναν χριστιανοί για να κυβερνήσουν εκ του ασφαλούς τους χριστιανούς, όπως οι Τούρκοι σφετεριστές έγιναν μουσουλμάνοι για να κυβερνήσουν εκ του ασφαλούς τους μουσουλμάνους. 
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Εάν η παραμάνα σας είπε πως η Δήμητρα προστατεύει τα σιτηρά, ή πως ο βΙσνού και ο Ξάκα μεταμορφώθηκαν σε ανθρώπους πολλές φορές, ή πως ο Σαμονοκοδόμ ήρθε να κόψει ένα δάσος, ή πως ο Οντίν σας περιμένει στην αίθουσά του προς την Ιουτλάνδη, ή πως ο Μωάμεθ ή κάποιος άλλος ταξίδεψε στον ουρανό· εάν τελικά ο παιδαγωγός σας έρχεται στη συνέχεια για να χώσει βαθιά μέσα στο μυαλό σας αυτά που χάραξε η παραμάνα σας, τότε δεν γλιτώνετε για τα υπόλοιπα χρόνια που έχετε να ζήσετε. Και εάν η κρίση σας θέλει ν’ αναμετρηθεί με αυτές τις προκαταλήψεις, οι γείτονές σας και ιδίως οι, γειτόνισσές σας φωνάζουν ότι είστε άπιστος και σας τρομοκρατούν· ο δερβίσης σας, επειδή φοβάται ότι θα μειωθεί το εισόδημά του, σας κατηγορεί στον καδή, και ο καδής σας, εάν μπορεί, σας παλουκώνει, επειδή θέλει να κυβερνήσει βλάκες, και πιστεύει πως οι βλάκες υπακούουν καλύτερα. Κι αυτό θα διαρκέσει μέχρι τη στιγμή που οι γείτονές σας, και ο δερβίσης, και ο καδής„ θ’ αρχίσουν να καταλαβαίνουν ότι η βλακεία δεν χρησιμεύει σε τίποτα και ότι ο διωγμός είναι κάτι φοβερό. 
***
Βολτέρος - Φιλοσοφικό Λεξικό
Το «Φιλοσοφικό Λεξικό», είναι ένα βιβλίο που προκάλεσε σκάνδαλο όταν πρωτοεκδόθηκε, που ρίχτηκε στην πυρά στο Παρίσι, στη Γενεύη, στην Ολλανδία και που σίγουρα αξίζει να το ξαναδιαβάσουμε σήμερα. Ο Βολτέρος, επηρεασμένος από το «Ιστορικό και Κριτικό Λεξικό» του Μπέιλ και επιφυλακτικός απέναντι στο ογκώδες μέγεθος της «Εγκυκλοπαίδειας» των Ντιντερό και Ντ Αλαμπέρ, στρέφεται προς έναν «εύχρηστο εγκυκλοπαιδισμό», προς την ιδέα ενός πιο συνοπτικού και περιεκτικού έργου, ικανού ν αποτελέσει προσιτό εργαλείο γνώσης. Το «Φιλοσοφικό Λεξικό» εκδίδεται ανώνυμα το 1764 στο Λονδίνο, ενώ έχει εκδοθεί παράνομα και στη Γενεύη. Ο Βολτέρος εκθέτει εδώ τις σκέψεις του λιγότερο συστηματικά και διεξοδικά απ ό,τι θα περίμενε κάποιος από ένα πραγματικό λεξικό. «Τα πιο χρήσιμα βιβλία -γράφει στον πρόλογό του- είναι αυτά τα οποία διαμορφώνουν κατά το ήμισυ από μόνοι τους οι αναγνώστες. Αναπτύσσουν τις σκέψεις, τα σπέρματα των οποίων τούς παρουσιάζουμε εμείς. Διορθώνουν αυτό που τους μοιάζει ατελές και ενδυναμώνουν με τις σκέψεις τους αυτό που τους μοιάζει αδύναμο». Είναι αληθινά εντυπωσιακές οι αφηγηματικές στρατηγικές και το ύφος που υιοθετεί ο Βολτέρος, με σκοπό να ελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να διευκολύνει την επαφή του με το κείμενο. Ζωντανοί διάλογοι, παραβολές, χιούμορ, σαρκασμός και ειρωνεία, τόλμη και γλαφυρότητα, απλότητα και σαφήνεια συνδυάζονται κατατείνοντας στη μέγιστη δυνατή αναγνωστική απόλαυση.

«Παιδεία: Τροφός της Δημοκρατίας»

Γράφει ο  

«Παιδεία: Τροφός της Δημοκρατίας»

«Παιδεία… σημαίνει αντιλαμβάνομαι τον κόσμο που με περιβάλλει, όχι σαν ένα τετελεσμένο, αναγκαίο και χωρίς διέξοδο κόσμο, αλλά σαν μια κατάσταση που περιορίζει και καταπιέζει τον άνθρωπο και που μπορώ να αλλάξω». (Γκαρωντύ)
Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών (συζητήσεις στο κοινοβούλιο, μετακινήσεις – μεταγραφές βουλευτών, χαμηλό επίπεδο επιχειρημάτων, αποστεωμένο λεξιλόγιο…) και οι επικείμενες εκλογές (Ευρωεκλογές, Εθνικές και αυτοδιοικητικές) έφεραν στην επιφάνεια το θέμα της σχέσης της Πολιτικής με την Ηθική αλλά περισσότερο ανέδειξαν το ρόλο της Παιδείας ως τροφού της Δημοκρατίας. Κι αυτό γιατί η Παιδεία και η Δημοκρατία βαδίζουν παράλληλα κι αλληλοτροφοδοτούνται.
Επειδή η σχέση Παιδείας και Δημοκρατίας είναι σχέση συναρτησιακή και όχι αιτιοκρατική, καθίσταται αναγκαίος ο επαναπροσδιορισμός της στάσης, τόσο της κοινωνίας όσο κι εκείνων που διαμορφώνουν κι εκφράζουν τον προβληματισμό και τα οράματά της, απέναντι στους δυο όρους του διωνύμου, Παιδεία και Δημοκρατία. Ειδικότερα η σχέση των δυο όρων του διωνύμου και η στάση μας προς αυτό αναδύεται μέσα από τις παρακάτω διαπιστώσεις, που αναδεικνύουν τόσο την παράλληλη πορεία Παιδείας και Δημοκρατίας όσο και την ανάγκη διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου – πολίτη με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου.
Η παιδεία ως τροφός της δημοκρατίας
paideia_2.jpg
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ως πολίτευμα του «μέτρου», χρειάζεται πολίτες που να έχουν την αίσθηση των «ορίων» των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους, πολίτες που να μπορούν να αντιστέκονται στο φανατισμό και τους διάφορους δογματισμούς, που τείνουν να διαβρώσουν την κοινωνική και πολιτική ζωή. Όλες αυτές τις ιδιότητες – ικανότητες – εφόδια μόνον η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να τα καλλιεργήσει μέσα από τη θεσμοποιημένη έκφραση αυτής την εκπαίδευση – σχολείο.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι ένα πολίτευμα «εν εξελίξει» και «εν τω γίγνεσθαι» και όχι οπωσδήποτε μια παγιωμένη και τελεσίδικα ολοκληρωμένη κατάσταση. Με την έννοια αυτή έχει ανάγκη από νέες ιδέες, ελπιδοφόρα ερεθίσματα και ακόμη χρειάζεται εκείνες τις σκέψεις – θέσεις, που θα την κρίνουν αυστηρά και θα την αμφισβητήσουν. Τις παραπάνω προϋποθέσεις της Δημοκρατίας μόνον η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να εξασφαλίσει, εκπαιδεύοντας άτομα με αυτόνομη σκέψη, κριτική ικανότητα, ελεύθερη βούληση και γόνιμη αμφισβήτηση.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ως πολίτευμα, που προϋποθέτει την άμεση και ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, έχει ανάγκη άτομα – πολίτες, που να θέλουν και να γνωρίζουν τον τρόπο συμμετοχής τους σ’ εκείνες τις διαδικασίες για την επίλυση προβλημάτων, που αφορούν τόσο την προσωπική όσο και την κοινωνική τους ζωή. Στην ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης και της απότοκης πολιτικής συνειδητοποίησης συμβάλλει σημαντικά η ΠΑΙΔΕΙΑ, μέσα από τις παρεχόμενες γνώσεις αλλά και μέσα από τον τρόπο διοίκησης του σχολείου.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ως πολίτευμα της ελεύθερης έκφρασης της σκέψης και του λόγου, έχει ανάγκη από άτομα που μπορούν να συνδιαλέγονται μεταξύ τους, εκφράζοντας προσωπικές θέσεις και σκέψεις και όχι αναπαράγοντας τα κακέκτυπα ομοιώματα σκέψεων και ιδεολογημάτων των Μ.Μ.Ε και της πολιτικής παραπληροφόρησης. Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση συνθηκών για την ανάπτυξη όλων εκείνων των δυνατοτήτων του ανθρώπου, που θα τον οδηγήσουν στην πνευματική του ολοκλήρωση. Ένας πνευματικά αυτάρκης και καλλιεργημένος άνθρωπος έχει περισσότερες ευκαιρίες και δυνατότητες να βοηθήσει στη στήριξη και ανανέωση της Δημοκρατίας.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ χρειάζεται άτομα με πλήρη επίγνωση των στοιχείων της ατομικότητάς τους και των ιδιαιτεροτήτων τους. Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να συμβάλει σ’ αυτό καλλιεργώντας όλες εκείνες τις εσωτερικές αντιστάσεις του ανθρώπου απέναντι στους διάφορους μηχανισμούς, που τείνουν να εξαφανίσουν το «διαφορετικό» και να επιβάλλουν μια ισοπεδωτική ομοιομορφία σκέψης και συμπεριφοράς.
 Τέλος η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι το πολίτευμα του «ωραίου» και της αισθητικής αναζήτησης. Η ελευθερία, η ισονομία, η αξιοκρατία και η δικαιοσύνη που αποτελούν τα βασικά θεμέλια αυτής (δημοκρατίας) εμπεριέχουν το «ωραίο». Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να προσφέρει αυτήν την αισθητική καλλιέργεια όχι μόνο μέσα από τη διδασκαλία ειδικών μαθημάτων (λογοτεχνία, μουσική….) αλλά και μέσα από τις αρμονικές και ανθρώπινες σχέσεις, που αναπτύσσονται στο σχολικό χώρο, χωρίς ίχνος υστεροβουλίας και οικονομικών σκοπιμοτήτων.
dimokratia-1.jpg
Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις φέρνουν στην επιφάνεια ένα γενικότερο ερώτημα που συνδέεται με το ρόλο της εκπαίδευσης – παιδείας – και με τη σχέση αυτής προς τη δημοκρατία. Προετοιμάζει η εκπαίδευση τους ανθρώπους για μια πηγαία και ελεύθερη συμμετοχή στις κοινωνικές δραστηριότητες ή απλώς τους προετοιμάζει να δεχτούν την επικρατούσα κατάσταση; Αποβλέπει η παιδεία στην προετοιμασία ανθρώπων ικανών και υπεύθυνων να συμμετέχουν στον προσδιορισμό των σκοπών της κοινωνικής ζωής και στη διαχείριση και τον έλεγχο των μέσων, σ’ όλους τους τομείς και σ’ όλες τις εκδηλώσεις ή αποσκοπεί στη δημιουργία ανδρεικέλων που θα δεχτούν υποτακτικά την ιεραρχημένη εξουσία που επιβάλλεται από δυνάμεις και παράγοντες τους οποίους δεν μπορούν να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να ελέγξουν;
Ο πλούτος της παιδείας
Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα προϋποθέτει και συνεπάγεται την ακριβή καταγραφή εκείνων των στοιχείων που καθιστούν την Παιδεία αποφασιστικό παράγοντα ατομικής εξέλιξης, κοινωνικής προόδου και οξυγόνωσης της δημοκρατίας.
Η παιδεία δεν διευρύνει μόνο τους νοητικούς ορίζοντες του ατόμου αλλά διαμορφώνει και τους κώδικες ερμηνείας της πραγματικότητας. Με τη βοήθεια αυτών ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας και αντιδρούμε απέναντι σε εκείνα τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά μας και απειλούν την ισορροπία της κοινωνίας.
Βέβαια, η παιδεία δρα και ως αντίδοτο όχι όταν ταυτίζεται με το στείρο εγκυκλοπαιδισμό αλλά όταν συγκροτεί τη βιοθεωρία του ανθρώπου πάνω στα θεμέλια του λογικού, του ηθικού και του πολιτικού ορθολογισμού. Παράγωγα «προϊόντα» της υγιούς Παιδείας και οι σύνθετες σκέψεις, οι αφηρημένοι συλλογισμοί, η άσκηση κριτικής και ο ορθολογισμός που μπορούν να αποτελέσουν για το άτομο τα αναγκαία εφόδια για την αντιμετώπιση των αρνητικών στοιχείων που απορρέουν από τον εκφυλισμό της πολιτικής και την έκπτωση του πολιτικού λόγου.
Εξάλλου η παιδεία καλλιεργεί την ευαισθησία, οξύνει τον ανθρωπισμό, εμπλουτίζει την αισθητική της συμπεριφοράς μας και γενικότερα χαράσσει τους όρους και τα όρια μιας «υγιούς» αντίδρασης απέναντι σε φαινόμενα που αποφλοιώνουν τη ζωή μας από κάθε νόημα και αξία. Επιπρόσθετα η παιδεία – στην υγιή της έκφραση και όχι στην τεχνοκρατική της εκδοχή- διαμορφώνει και ενεργοποιεί τους αξιολογικούς κώδικες του κοινωνικού – πολιτικού ανθρώπου και τον γαλουχεί με τις αρχές της ανεκτικότητας, της ειρηνικής συνύπαρξης με το διαφορετικό και κύρια με το σεβασμό των δικαιωμάτων του συνανθρώπου του (αυτονομία, αυτοπροσδιορισμός….)
Γενικότερα η παιδεία, λειτουργεί ως ανασταλτικός μηχανισμός στην ανθοφορία συμπεριφορών και φαινομένων που διαβρώνουν τα ηθικά μας αντισώματα κι αποδομούν τα σταθερά σημεία της ζωής μας. Εξημερώνει, επίσης, το «κτήνος» που κρύβεται στην ανθρώπινη φύση και λειτουργεί ως καθαρκτικό κάθε μολυσματικής πράξης.
 Παιδεία και Πολίτης
«Σκοπός της παιδείας είναι να μας βοηθήσει να δώσουμε νόημα στη ζωή μας, να ερμηνεύσουμε το παρελθόν και να γίνουμε άφοβοι και ανοιχτοί στο μέλλον» (Έρμαν Έσσε).
Η μέριμνα, λοιπόν, για την παιδεία είναι ταυτόχρονα φροντίδα για τη δημοκρατία γιατί:
«Δημοκρατία χωρίς μόρφωση σημαίνει υποκρισία χωρίς όρια» και «Δεν υπάρχει δημοκρατία, όπου δεν υπάρχει παιδεία».
Αμετάθετο χρέος όλων μας και ιδιαίτερα των ταγών της εξουσίας να διακονήσουμε την παιδεία, γιατί με αυτήν μπορούμε να πετύχουμε την ισορροπία και συλλειτουργία της ατομικότητας και της συλλογικότητας. Πρέπει να ξαναγίνουμε πολίτες.
dhmokratia2.jpg
«….Σήμερα οι «παγκοσμιολόγοι» επικαλούνται ως χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανθρώπου σωρεία αριθμών, υπολογιστές, ορίζοντες παραγωγής, διακινήσεις αγορών, εικονικό χώρο και πλαστικό χρόνο. Τα όντα ζουν σαν να κινούνται μηχανικά πάνω στη σκακιέρα της διεθνούς αγοράς, υπάκουα στις προσταγές της παραγωγής και της κατανάλωσης. Ούτε μια λέξη για παιδεία, ούτε ένας ψίθυρος για πολιτική αρετή». (Τζον Άντον).

Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε

Επιμελείται ο 


Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε

Αναρωτηθήκατε άραγε ποτέ τι ακριβώς ερωτευόμαστε σ’ έναν άλλο άνθρωπο; Σας έχει απασχολήσει αυτό το αίνιγμα; Τι είναι εκείνο πάνω του που συνεγείρει τις στρατιές των εφησυχασμένων μας αισθήσεων και μας ρίχνει άοπλους σε μια μάχη εκ των προτέρων χαμένη; Σε ποιο σημείο βρίσκεται η δύναμη του άλλου, εκείνη η δύναμη που μας ωθεί ολόγυμνους στο ναρκοπέδιο μιας άγνωστης ως χθες αγκαλιάς;
Εμπρός, λοιπόν, στραφείτε με προσοχή στο παρελθόν σας και προσπαθήστε να θυμηθείτε - αν βέβαια έχετε μια τέτοια άξια ανάμνηση: τι σχήμα είχε το στιλέτο που σας πλήγωσε κάποτε θανάσιμα;
Ήταν υγρό σαν ένα βλέμμα θαλασσί, στέρεο σαν περπάτημα ή αέρινο, όπως το σχήμα των χεριών που κλείνουν σ’ ένα χάδι βαθύ ως μέσα στις ρίζες;
Ματαιοπονείτε. Ποτέ σας δεν θα βρείτε μιαν απάντηση. Όποιος προσπάθησε να εξηγήσει τον έρωτα δεν υπήρξε ποτέ του ερωτευμένος. Μόνο μια εκκωφαντική σιωπή ταιριάζει στην απόλυτη φύση ενός τέτοιου δώρου. Μια σιωπή σπαρμένη με τ’ ανείπωτα του σύμπαντος που ανθίζουν μόνο μια στιγμή: όσο κρατάει ένα σμίξιμο ιδρωμένο.
Θυμάμαι τώρα… Πριν να τον δω τον γνώριζα καλά, ως την παραμικρή λεπτομέρεια, μέχρι τον κόμπο της μπέρτας και το μικρό εκείνο κυκλάμινο στην αγκράφα της ζώνης του – σημάδι κοριτσίστικο, υπαινιγμός μιας τρυφερότητας που έφτανε για να καταλάβει κανείς ότι το ξίφος δεν ήταν άλλο από μια γελοία σύμβαση που ήθελε πολεμιστές όλα τ’ αγόρια της γενιάς του, μια μάσκα ανίκανη να κρύψει μια ψυχή ευαίσθητη και νωχελική. Τον θαύμαζα μυστικά, τον αγαπούσα σιωπηλά, πάντοτε υπολόγιζα σ’ αυτόν, σ’ ένα του βλέμμα ενθαρρυντικό στρεφόμουν για να συνεχίσω να ζω προστατευμένη, με σκεπασμένη τη φωνή, μ’ ολόκληρο το σώμα μου.
Όταν ένα απόγευμα μου τον σύστησαν, επιτέλους, στα σκαλιά της πλατείας, άλλο δε βρήκα για να πω παρά μονάχα «βιάζομαι, οι φίλοι μου μισούν να περιμένουν» - κι έφυγα με λυμένη την εσάρπα μου. Αργότερα έμαθα τι όμορφα που χόρευε στο κέντρο της φωτιάς, με πόση ακρίβεια, με πόση τέχνη και σπάνια προσήλωση στην πράξη του, βύθιζε τα μαχαίρια στο λαιμό του: χωρίς μια στάλα αίμα να χυθεί, χωρίς να πάψει ούτε στιγμή να τραγουδάει…
Αν δεν ήταν αυτός άντρας για μένα, τότε ποιος;
Μέρες μετά, ζούσα μες στον χορό του. Τον σκεφτόμουν επίμονα, εντατικά, με κατοικούσανε ολόκληρη τα μάτια του. Του αφιερωνόμουν νοερά, όπως εκείνοι οι πιστοί που λατρεύουν έναν Άγιο κι όπου κι αν βρίσκονται, όπου κι αν πηγαίνουν, περιφέρουν εντός τους την εικόνα του προσδοκώντας να φανερωθεί, διψώντας για το θαύμα.
Μ’ έκαιγε η σκέψη του, ο ύπνος μου γέμιζε νερά, χανόμουν στο βυθό του. Με μάγευε αυτή μου η αφοσίωση. Μπέρδευα τις κινήσεις μου, το σάλιο μου μαλάκωνε, γλιστρούσαν οι κουβέντες μου υγρές, σκόρπιζαν πριν προλάβω να μιλήσω. Τριγυρνούσα στο σπίτι αδιάφορη στα φλύαρα βλέμματα των υπηρετών που σχολίαζαν μ’ αυτόν τους τον τρόπο την απουσία οποιουδήποτε λόγου να βρίσκομαι συνεχώς ανάμεσα στα πόδια τους. Τα μαλλιά μου μπλέκονταν στα έπιπλα όπως τα κέρατα του ελαφιού στα κλαδιά των θάμνων. Μέτραγα την ανάσα μου κι απορούσα: τόσο λίγη που ήταν πώς γινόταν και ζούσα ακόμη;
Άνεμοι τρυφεροί με ταξιδεύανε, με κάθιζαν στα γόνατα κι ύστερα, πάνω μου περνώντας, με κουρσεύανε.
Τον έφερνα κοντά μου, πλάι μου, τον κρατούσα μέσα μου με μια τυφλή ορμή, μια δύναμη αντρική, αταίριαστη στο φύλο μου.
Έφτανε μια στιγμή να τον σκεφτώ και σα να κέρδιζα ύψος - όχι ανεβαίνοντας όμως, πετώντας ναι, μα κατευθείαν αγκαλιάζοντας το χώμα. Μ’ έβρισκε η παραμάνα αναίσθητη στο πάτωμα, ξέπνοη. Όταν συνερχόμουν, παραδινόμουν σε μια ατέλειωτη ρέμβη. Ήμουνα μόνη μου ξανά κι ήμουνα δυο αγκαλιασμένοι σφιχτά μέσα στο αίμα μου. Μυρμήγκιαζαν οι φλέβες μου και στο κορμί μου άνθιζε ένας δροσερός πυρετός που έκανε τα πόδια μου να τρέμουν, να συνηθίζουν δρόμους που μακραίνανε.
Δάκρυζα αυθόρμητα κοιτώντας τους αγρούς να πρασινίζουν, κάρπιζε η γη μου σαν καρδιά από παράφορη χαρά βαλαντωμένη. Ήταν ο χρόνος φίλος μου, οι ώρες με φροντίζαν, γεφύρια μου ‘χτιζε το φως του σκοταδιού τα μέρη να περάσω. Καθόμουν στο παράθυρο, κεντούσα, ίδια ομίχλη διάφανη, ίδια χελιδονάκι. Έραβα κόκκινες καρδιές στις μαξιλαροθήκες, στρίφωνα την παλιά μου πουκαμίσα, θύμωνα που με χώραγε - σα να μην είχα ποτέ μου μεγαλώσει.
Ερχόταν καλοκαίρι. Κατέβαινα να γνέσω στο πηγάδι, μπλεκόταν το φεγγάρι στην ανέμη μου, αστέρια πέφταν στα νερά και η κλωστή μου γέμιζε μπουμπούκια. Μια πένθιμη χαρά με κατοικούσε.
Και μ’ αναστάτωνε βαριά, σαν να μηνούσε έναν χαμό λυτρωτικό, μια νύχτα φόνου.
Ήρθε από τότε τέσσερις φορές.
Με παραφύλαγε και μ’ έβρισκε πάντοτε μόνη.
«Άμποτε να ’χα κρατήσει τους τύπουςάμποτε, άμποτε ν’ αρνιόμουνα τα λόγια του».
Ο φόβος, Κύριε, είναι ένας δρόμος κλειστός για τον έρωτα. Ένα τραχύ μονοπάτι γεμάτο με φιδοφωλιές και βρώμικα χορτάρια. Στο τέρμα του φαντάζει απρόσιτο το χλοερό αλωνάκι της αγάπης. Μα μόνο έτσι πολεμάς γι’ αυτό που νιώθεις: περπατώντας αυτόν τον δρόμο, ματώνοντας τα πόδια στα χαλίκια του, παραμερίζοντας με τους αγκώνες τα σαρκοβόρα αναρριχητικά που γλείφουν λαίμαργα το δέρμα σου, κοιτώντας πάντοτε μπροστά, κοιτώντας μέσα σου, εκεί όπου παφλάζει η επιθυμία που σε οδηγεί, που ο πόθος ξεδιπλώνει τον βαθύ του ουρανό, εκεί που η καρδιά χτυπάει μόνη της και μια φωτιά ανάβει μεσοπέλαγα.
Ερωτεύομαι θα πει Πηγαίνω. Προχωρώ. Διασχίζω και Διασχίζομαι. Και Ξεμακραίνω. Για ν’ αγγίξω κάποτε τον πάμφωτο προορισμό που αξιώθηκα.
Θα πει Φτάνω. Ξυπόλητη, λουσμένη στον ιδρώτα, κατάκοπη, γδαρμένη, δίχως νύχια, δίχως δόντια, με βλέφαρα καμένα, πρησμένα γόνατα, με χέρια τρυπημένα και τη φωνή τριμμένη πάνω στις συλλαβές του σ’ αγαπώ - έστω κι έτσι, μόνο έτσι Φτάνω.
Γιατί ο έρωτας, Κύριε, άλλο δεν είναι από μια δυνατότητα.
Ένα Μπορώ.
Να γνωρίζω και να αγνοώ μαζί.
Να εγκληματώ και να ’μαι η μόνη αθώα.
Να παραλύω στην πιθανότητα της αποκάλυψης κι αυτός ο φόβος, ο Φόβος, Κύριε, να με δυναμώνει.
Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε. Οι άλλοι απλώς ξεγελούν τα όνειρα. Εγώ ήμουνα στους πρώτους.
Πέμυ Ζούνη - Μάνος Χατζιδάκις
Ορχήστρα νυκτών εγχόρδων Δήμου Πατρέων
Άκης Δήμου – «…και Ιουλιέττα» Εκδόσεις: Εξάντας

Δ. Λιαντίνης - Η απόκριση του Φάουστ στην ξακουστή ερώτηση της Μαργαρίτας

Επιμελείται ο 

Δ. Λιαντίνης - Η απόκριση του Φάουστ στην ξακουστή ερώτηση της Μαργαρίτας

Πιστεύεις στον θεό;Glaubst du an Gott?
Αυτή είναι η ξακουστή Ερώτηση της Μαργαρίτας.Το βάρος και την αξία της, που την έκαμαν οδηγητική για τη μέθοδο έρευνας του προβλήματος του θεού από τη σκοπιά της επιστήμης, η ερώτηση τα οφείλει στην απόκριση κυρίως που έδωκε ο Φάουστ.
Με άλλα λόγια είναι, όχι η ερώτηση της Μαργαρίτας αλλά η απόκριση του Φάουστ που γεννά το βαθύπλουτο του προβλήματος.
Παρόμοια, όπως είναι, όχι ο έρωτας του Δία για τη Λήδα στον Ευρώτα που γέννησε την αθάνατη Ιλιάδα, αλλά η Ελένη. Η απάντηση, δηλαδή, που έδωκε η Λήδα στον έρωτα του Δία.
Ποιος τολμάει να ειπεί πιστεύω στον θεό;Ποιος τολμάει να ειπεί δεν πιστεύω στον θεό;
Έτσι αποκρίθηκε ο Φάουστ στην ερώτηση της Μαργαρίτας.Η θέση αυτή ανθρώπινα συνιστά τη μόνη δυνατή απόκριση που μπορεί να δοθεί στο ερώτημα. Είναι η απόκριση, σύμφωνα με τη Λογική επιστήμη, που καταργώντας την αρχή της αντίφασης δέχεται το τρίτο, καθώς αλληλοαναιρεί το πρώτο και το δεύτερο. Όπως έδειξε και στη Φυσική εντελώς πρόσφατα η αρχή της Απροσδιοριστίας. Στο tertium non datur ο Φάουστ θα απαντήσει: tertium datur, τρίτον χωρεί. Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα, που είπε ο Ελύτης προτού γεράσει. Και τα χάσει.
Εάν είμαι άνθρωπος, κατά την έννοια ότι έχω συνείδηση των ορίων μου και επίγνωση του πόσο βαθύ είναι το πρόβλημα του όντος, δεν είναι δυνατό να δώσω άλλη απόκριση στην ερώτηση της Μαργαρίτας.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, ναι! πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, όχι! δεν πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Τι απομένει να αποκριθώ; Αυτό ακριβώς είναι το λεπτό σημείο, που γεννά την ανεξάντλητη γονιμότητα του προβλήματος.
Το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε είναι το εξής. Ό,τι σου μένει και ό,τι σου δίνεται είναι εκείνο το σημείο, το άπειρα ελάχιστο ανάμεσα στο όχι και το ναι, να το ευρύνεις, να το πλατύνεις, να το βαθύνεις, να το εκτείνεις. Να το μεταχειριστείς μ' έναν τέτοιον τρόπο απόπειρας, και δοκιμασίας, και βασανισμού, και αγωνίας, ώστε από το απειροελάχιστο σημείο να δημιουργήσεις διάσταση, και έκταση, και διάρκεια, χώρο και χρόνο.
Να πλάσεις, δηλαδή, από το ανάμεσα στο ναι και στο όχι ζωή, αλήθεια, και ύπαρξη.
Είναι χρεία το σημείο το ελάχιστο της αδυνατότητας και της ουτοπίας ανάμεσα στο ναι και στο όχι να το κοιτάξουμε έτσι, ώστε να απορροφήσει σε όλη τη ζωή τη ζωή μας. Τη βιοτική μας μέριμνα, δηλαδή, την πνευματική ορμή, την υπαρκτική ετοιμότητα, την ηθική πράξη.
Σ' ένα επίπεδο σημάνσεων μυθικών, το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε θα το μεταγλώττιζα ως εξής:
Είσαι μέσα στις Συμπληγάδες πέτρες της αναζήτησης σου, που ανοιγοκλείνουν ακατάπαυστα. Κάμε να μη σε συντρίψουν. Μαζί με τους Αργοναύτες.
Ανεβάζεις το βράχο της απορίας σου από τη βάση του όρους στην κορυφή, και γκρεμίζεται ακατάπαυστα. Κάμε να μην παραιτηθείς. Μαζί με τον Σίσυφο.
Δεμένος πιστάγκωνα σκύβεις στη λίμνη να πιείς, και κάτωθέ σου το νερό υποχωρεί ακατάπαυστα. Κάμε να μην πεθάνεις από τη δίψα σου. Μαζί με τον Τάνταλο.
Και σ' ένα πλαίσιο καταλογισμού ευθυνών αναφορικά με την ατομική μας προαίρεση, στην ερώτηση της Μαργαρίτας η απόκριση του Φάουστ θα είχε να μας ειπεί:
Όποιος πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό θεό.Όποιος δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό άνθρωπο.Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του ζωντανό τον νόμο της φύσης. Απλά, καταληπτά, και στα μέτρα του ανθρώπου ζει το θαύμα του κόσμου.
Το κρίνω απλό και αυτονόητο, πως εκείνος ο θεός, στην αναζήτηση του οποίου μας προάγει η Ερώτηση της Μαργαρίτας, δεν έχει καμία σχέση με τους θεούς φαντάσματα, που κατά καιρούς έπλασαν οι ποικίλες ιστορικές θρησκείες. Οι πολυώνυμοι, δηλαδή, όπως ο Δίας στους έλληνες και ο διάβολος στους ινδούς, εκείνοι Μωυσής, και Μωάμεθ, και Βούδας και Κομφούκιος, και Μαρδούκ και Κυβέλη και Μίθρας, και Βάαλ και Αστάρτη και Λούθηρος. Οι βραχμάνες, οι ραββίνοι, οι μουφτήδες, οι μουλάδες, ο πατριάρχης κι ο πάπας. Ο Πετράκης κι ο Παυλάρας, μ' έναν λόγο. Εκείνοι οι γυρολόγοι με τη λατέρνα.
Το άρωμα του ζητούμενου θεού, που αναδίνεται από το λουλούδι της Μαργαρίτας, απευθύνεται στον δίκαιο άνθρωπο. Στον φρόνιμο, δηλαδή, τον λογικό και τον πάσχοντα.
Εάν η υπαρκτική μας εφόπλιση, η λογική δηλαδή το βίωμα η φαντασία η διαίσθηση το συναίσθημα και τα πάθη μας, δεν υπερβαίνει τη χωρητικότητα των φυσικών μας ορίων· εάν γνωρίζει και καταφέρνει να μας συγκρατεί στα μέτρα της φυσικής μας κατασκευής· εάν δε διαχέεται στο χάος της υπερβολής, σ' εκείνη την τύφλα που οι έλληνες τραγικοί την είπανε Ύβρι, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά να παραδεχτεί την απόκριση που έδωκε ο Φάουστ στη Μαργαρίτα:
Ζήτα το άγνωστο. Χτύπα να σου ανοίξει να περάσεις ο τοίχος που δεν έχει πόρτα. Κάμε να μεταλλάξεις την απορία σου σε δημιουργία, και το ανθρωπινό σου σε λύτρωση.
Γιατί ο θεός για τα μέτρα του ανθρώπου είναι και δεν είναι να υπάρχει, που λέει ο Φάουστ. Έχει και δεν έχει όνομα, που είπε ο Ηράκλειτος. Βρίσκεται άγνωστος, και τέτοιος θα παραμένει, όπως μας παρακινεί η επιγραφή στη βάση του βωμού στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας: τῷ Ἀγνώστῳ.
Για τον δίκαιο άνθρωπο ο θεός, το υπέρτατο ον, θα μένει ανάμεσα στο ναι και στο όχι. Θα δηλώνει το σημείο της αιώνιας αναζήτησης, και της αιώνιας απορίας. Θα είναι το ον, τό ἀεὶ ζητούμενον καί ἀεὶ ἀπορούμενον, που γράφει ο Αριστοτέλης στα Μετά τά Φυσικά του.
Αυτόν τον δίκαιο, που στέκεται στο χαλεπό μεταίχμιο του ναι και του όχι, οι άλλοι άνθρωποι του καιρού του και του τόπου του, άνθρωποι μικρόνοες και μίζεροι, χαμοζωήδες και θελωζήσηδες στη γλώσσα του Λασκαράτου, θα τον δικάζουνε για άθεο. Όπως δικάσανε τον δίκαιο Σωκράτη, και τον δίκαιο Αριστοτέλη, και τον δίκαιο Τζορντάνο Μπρούνο.
Δύο γενεές μετά τον Γκαίτε, που χάραξε στην πέτρα του μόνιμου την Ερώτηση της Μαργαρίτας, ένας άλλος ευρωπαίος ποιητής, ίδιο μπόι και ίδιο σθένος, θα επαναλάβει στερεότυπα την ερώτηση, τραβώντας τον ιδικό του κακοτράχαλο δρόμο.
Ο σλάβος Ντοστογιέβσκι στην ερώτηση της Μαργαρίτας θα δώσει την ίδια απόκριση που έδωσε και ο Γκαίτε:
Εάν ο Σταυρόγκιν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι πιστεύει·εάν ο Σταυρόγκιν δεν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι δεν πιστεύει.
Ο Σταυρόγκιν, λοιπόν, ο πρίγκιπας Νικολάι Σταυρόγκιν. Ο Σταυρόγκιν με το καθαρό ήθος. Ο Σταυρόγκιν, που νέος τριάντα χρονώ αρπάζει με το χέρι το ηλεκτροφόρο καλώδιο της αυτοκτονίας του, πιστεύει, ή δεν πιστεύει;
Μιλάμε για τον Σταυρόγκιν, την ώρα που κοιτάει στα μάτια έναν άλλον δαίμονα. Τον αριστογείτονα Κυρίλωφ, τον μηχανικό.
Αλλά δεν ενεούργησαν ούτε ο Γκαίτε, ούτε ο Ντοστογιέβσκι. Και οι δύο στο ερώτημα των ερωτημάτων διάβηκαν πύλες ανοιχτές.
Είκοσι αιώνες παλαιότερα και τους δύο τους είχε προφτάξει ένας μεγάλος έλληνας. Την Ερώτηση της Μαργαρίτας την απάγγειλε πρώτος σε ιαμβικά μέτρα ο Ευριπίδης ο αθηναίος στην τραγωδία του Ελένη:
Τί είναι θεός, και τί μη θεός, και τί ανάμεσα τους;Ποιος άνθρωπος τό 'ψαξε, και βρήκε μακρυνότερο τέλος;
Ο θεός του Ευριπίδη είναι το «πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Ο μη θεός του Ευριπίδη είναι το «δεν πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Και το ανάμεσα στο θεός και μη θεός του Ευριπίδη είναι το ανάμεσα στο ναι και στο όχι του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Είναι ο άνθρωπος της γης που, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε ζωή και σε θάνατο, αγωνίζεται να κατανοήσει το νόημα της ύπαρξής του μέσα στο σύμπαν.
 ***
Γκέμμα - Η Ερώτηση της Μαργαρίτας

Ότι δεν σε πληγώνει σε κάνει πιο δυνατό;

Γράφει ο  

Ότι δεν σε πληγώνει σε κάνει πιο δυνατό;

Οι πληγές στις ιστορίες των ανθρώπων δεν είναι πάντα εύκολες. Ούτε καν συχνά! Είναι κάποιες πληγές τόσο βαθιά ριζωμένες στην ψυχή μας που νομίζουμε πως ποτέ δεν θα επουλωθούν. Πιστεύουμε πως πάντα θα είναι εκεί, να στέκουν ορθάνοιχτες, να μας πονάνε και να μας θυμίζουν το βαθύ τραύμα των αναμνήσεών μας, βαθιά ριζωμένο μέσα μας.
Είναι κάποιες πληγές που δεν μας αφήνουν να προχωρήσουμε. Θες πες το τύψεις και ενοχές, θες πες το φόβο, αδυναμία, ανημποριά. Μας κρατούν καθηλωμένους σε ένα ανεπανόρθωτο αίσθημα αβοηθησίας, μα αίσθηση ακινησίας, τελικά έναν ψυχικό βάλτο. Εκεί μέσα βουλιάζουμε στάσιμοι, σαν αμήχανα μπροστά στο τίποτα και ατενίζουμε (;) το μέλλον. Ποιο μέλλον; Ο χρόνος σταματά και παρόν, παρελθόν και μέλλον γίνονται ένα: Ένας χρόνος άχρονος…
Κι όμως αν μιλάω τόσο γλαφυρά για την ανθρώπινη αδυναμία, είναι γιατί έχω βαθιά πίστη στην αντίστροφή της. Μια πίστη στην ανθρώπινη δύναμη, την δύναμη της ψυχής μας (ότι κι αν σημαίνει αυτό: νους, πνεύμα, βιώματα, αναμνήσεις και εμπειρίες). Ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς- αρκεί να το επιτρέψουμε. Σε ποιον; Στον εαυτό μας. Είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να δώσουμε το Ο.κ., την εντολή για να ξαναπάρουμε μπρος. Να πάμε μπροστά, να πάμε παρακάτω. Να σπρώξουμε τον χρόνο απ’ το παρόν στο μέλλον, να (ξε)περάσουμε το παρελθόν.
Όχι, εξελίσσομαι δεν σημαίνει ξεχνάω. Δεν το αφήνουν οι πληγές μας εξάλλου κάτι τέτοιο. Οι πληγές ακόμα κι αν κλείσουν αφήνουν πίσω τους ουλές, να μας θυμίζουν τον πόνο, την ήττα, την απώλεια… Εξελίσσομαι σημαίνει προχωράω, μαζεύω τα συντρίμμια μου, μαθαίνω απ’ τα λάθη μου, συγχωρώ τις αδυναμίες μου, πηγαίνω παρακάτω.
Εκεί θα βρω τον νέο μου εαυτό. Σοφότερο, δυνατότερο, εμπειρότερο ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πιο τρωτός: Ο πόνος ίσως κάποτε να μειωθεί και να φύγει, αυτό που μένει είσαι Εσύ. Εσένα πρέπει να μην εγκαταλείψεις στο παρελθόν και τη λήθη.

Γράφει ο Γιάννης Ξηντάρας, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής στην Αθήνα (www.xidaras.gr)

«Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας»

Γράφει ο  

«Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας»

“Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας” - Ραλφ Έμερσον, φιλόσοφος
Όλοι κάποια στιγμή, είτε σε νεαρή ηλικία είτε σε μεγαλύτερη, συνειδητά πια κατανοούμε πως αν δε δώσουμε αγάπη στον εαυτό μας (αποδοχή, συγχώρεση, προσπάθεια για αυτοβελτίωση) και οι άλλοι αντίστοιχα δε θα μας τη δώσουν ή ακόμη κι αν το κάνουν, με δυσκολία θα νιώσουμε το κάλεσμά τους, για να ανταποκριθούμε κατάλληλα.
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με την επιτυχία. Επιτυχία όχι μόνο σε εξωτερικούς τομείς σημαντικούς αυτής της ζωής, αλλά και την επιτυχία στους συνεχείς αγώνες που δίνει ο καθένας μας με τον ίδιο του τον εαυτό.
Για την επιτυχία αυτή χρειάζεται ένα βασικό συστατικό που μας ανυψώνει, την εμπιστοσύνη στον ίδιο μας τον εαυτό.
Και αυτό δε σημαίνει να πιστεύουμε για τον εαυτό μας ότι είμαστε υπέροχοι ή αλάνθαστοι σε όλα. Αντίθετα, απαιτείται μία μετριόφρων στάση και ειλικρινής αναγνώριση των πολλών αρετών, χαρισμάτων που έχουμε.
Γιατί, ας σκεφτούμε, ταπεινότητα δεν είναι να κρύβουμε τα ταλέντα μας, τα δυνατά μας στοιχεία, αλλά να τα βλέπουμε και να τα μοιραζόμαστε και με άλλους.
Από την άλλη πλευρά, χρειάζεται να αναγνωρίζουμε όλες εκείνες τις ιδιότητες που εμποδίζουν την εξέλιξή μας στο να προχωρήσουμε μπροστά, να ανοίξουμε θαρραλέα την καρδιά και το νου μας προς την αλλαγή.
Ας μη χάνουμε την εμπιστοσύνη μας και την αυτοπεποίθησή μας για όλες τις παραλείψεις και τα λάθη μας.
Εξάλλου, κι αυτά καλύτερους ανθρώπους μας κάνουν, αν επιλέξουμε να τα διαχειριστούμε με αυτόν τον τρόπο.
Η εμπιστοσύνη λοιπόν είναι η δύναμη του ανθρώπου που έχει μέσα του, ακόμη κι αν δεν την έχει αναγνωρίσει, ακόμη κι αν δειλιάζει εκφράζοντας τα άπειρα «μήπως, αν δεν ή δεν μπορώ..»
Είναι δύναμη και κατά παράξενο τρόπο απαιτεί και μια δυναμική στάση ζωής για να εκδηλωθεί, να εκφραστεί.
Θυμηθείτε, όμως, όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος!
Αν νομίσεις πως έχεις νικηθεί, είσαι νικημένος.
Αν νομίσεις πως είσαι άτολμος, δε θα τολμήσεις.
Αν θέλεις να κερδίσεις, αλλά σκέπτεσαι πως δεν μπορείς, είναι σίγουρο πως δε θα μπορέσεις.
Αν νομίσεις ότι θα χάσεις, έχεις χάσει.
Έτσι, βλέπουμε μέσα στη ζωή ότι η επιτυχία αρχίζει με την ανθρώπινη θέληση.
Όλα εξαρτώνται από την κατάσταση του νου.
Αν νομίσεις ότι είσαι ευγενικής καταγωγής …είσαι.
Πρέπει να έχεις υψηλή σκέψη για να ανυψωθείς.
Οι μάχες της ζωής μπορεί να νομίζουμε ότι κερδίζονται από εκείνους που δείχνουν τυχεροί,
Αλλά …τελικά κερδίζει ο άνθρωπος που πιστεύει πως μπορεί.
Άγνωστοι στοχαστές

Γράφει ο Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής Γιάννης Ξηντάρας (xidaras.gr)

Η ευδαιμονία στην αρχαία Ελλάδ

Επιμελείται ο 

Η ευδαιμονία στην αρχαία Ελλάδα

Κοινός παρονομαστής όλων των ελληνιστικών σχο­λών είναι η αναγνώριση της επίγειας προσωπικής ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού, ή τέλους (τέλος = ο σκοπός για τον όποιο κάθε τι άλλο αποτελεί μέσον). Όλη η μεταπλατωνική ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων είναι ευδαιμονιστική. Αν κάποιος είναι ευδαίμων, αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον δικό του έλλογο νου, και όχι σε εξω­τερικές περιστάσεις. (Οι Στωικοί φρονούν ότι οφείλεται ΜΟΝΟ στον έλλογο νου). Γι’ αυτό και λέγεται ευδαίμων: το θεϊκό στοιχείο (ο δαί­μων) εντός του, δηλαδή ο νους (ή, κατά τους Στωικούς, το ηγεμονι­κόν), είναι «καλό».
Η νεοελληνική σημασία των λέξεων ευδαιμονία και ευδαιμονισμός (ταυτισμένη με την υλική «καλοζωΐα» όπως την εννοούμε σήμερα) είναι αποπροσανατολιστική. Ευδαιμονία σημαίνει το να είναι κανείς πλήρως ικανοποιημένος από τη ζωή, χάρη στις δικές του αρετές. Οι Στωικοί ορίζουν την ευδαιμονία, αντικειμενικά, με δύο λέξεις: εύροια [=αρμονική ροή] βίου. Ενώ η ευτυχία (όπως την εννοούμε σήμερα) έχει εφήμερο ή φευγαλέο χαρακτήρα, καθώς εξαρτάται από εξωτερι­κές περιστάσεις και έχει να κάνει με ικανοποίηση επιθυμιών και με έντονα θετικά συναισθήματα, η ευδαιμονία έχει χαρακτήρα διάρκειας, θεμελιωμένη καθώς είναι στην προσωπικότητα και στις αρετές του ατόμου. (Η ίδια η λέξη, όπως είδαμε, παραπέμπει στην προσωπικό­τητα του ατόμου).
Οι διαφωνίες και αντιπαραθέσεις μεταξύ των σχολών, στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας, αφορούν τόσο στο περιεχόμενο της ευδαιμο­νίας (αν λ.χ. αυτή ταυτίζεται με την αρετή ή με την επικούρεια στα­τική ηδονή ή με την αταραξία που επιφέρει η εποχή -η μη τοποθέτη­ση, η αναστολή της κρίσης- των Σκεπτικών) όσο στα ποιητικά της ευδαιμονίας, δηλαδή σ’ αυτά που οδηγούν στην ευδαιμονία. Και πάλι, επικούρειοι, στωικοί και αριστοτελικοί -από διαφορετική σκοπιά αναγνωρίζουν ως πρωταρχικό τον ρόλο των 4 θεμελιωδών αρετών (φρόνηση, ανδρεία, εγκράτεια, δικαιοσύνη), στην κατάκτηση της ευ­δαιμονίας. (Αντίθετα οι χριστιανοί, ξένοι προς την λογική της ελλη­νικής ευδαιμονίας, θεωρώντας ως υπέρτατο σκοπό την επιβράβευση από τον θεό τους, αντικατέστησαν τις 4 θεμελιώδεις αρετές με ένα δικό τους τρίπτυχο αρετών -πίστις, ελπίς, αγάπη- εκ των οποίων οι δύο πρώτες είναι ολωσδιόλου ασύμβατες με τις ελληνικές αρετές).
***
Λουκιανός - Περί των σχολών της φιλοσοφίας ή Ερμότιμος
Εκδόσεις: ΘΥΡΑΘΕΝ
Εισαγωγή – Μετάφραση: Γιάννης Αβραμίδης

Γιατί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αποδεχτούν το διαφορετικό;

  Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν μία έμφυτη τάση να φοβούνται οτιδήποτε διαφορετικό, φοβούνται το άγνωστο, φοβούνται αυτό που δεν ξέρου...