Σε κάθε γιορτή έχουμε το ίδιο δίλημμα: Τι να τους πάρουμε, τα έχουν όλα. Τα παιδιά μας, τα ανίψια, τα βαφτιστήρια, τα παιδιά των φίλων, πριν προλάβουν να επιθυμήσουν κάτι, το έχουν κιόλας αποκτήσει. Και κάθε χρόνο, τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, επαναλαμβάνεται η ίδια τελετουργία: Εμείς και όλοι οι υπόλοιποι μαζί τα πνίγουμε στα δώρα. Πριν κάνετε λοιπόν το κουμάντο σας και φέτος με τον Αϊ-Βασίλη, διαβάστε τις παρακάτω απαντήσεις στις πιο καίριες ερωτήσεις σχετικά με τα δώρα των παιδιών, τα καλά και τα στραβά τους.


Κατ’ αρχάς είμαστε όλοι παιδιά της εποχής μας. Όλα όσα βλέπουμε, δηλαδή, μας γεννούν επιθυμίες, ενώ κατά καιρούς όλοι μας μπερδεύουμε το «ευχαριστιέμαι» με το «ξοδεύω» και το «υπάρχω» με το «έχω». Έτσι και με τα παιδιά μας, συχνά τείνουμε να πιστέψουμε ότι η ευτυχία τους βρίσκεται ή τουλάχιστον εξαρτάται από την αφθονία αγαθών και ότι καλοί γονείς είμαστε όταν τους την προσφέρουμε. Είναι μια εποχή που η «έλλειψη» ή η «μη εκπλήρωση» είναι λέξεις που μας τρομάζουν, ιδιαίτερα όταν αφορούν τα παιδιά. Μερικοί από εμάς, συγχέουν τόσο πολύ τις ζωτικές ανάγκες (αγάπη, τρυφερότητα, σωματική επαφή, κατανόηση, φυσική παρουσία των γονιών και πολλά άλλα) των παιδιών με τις παροδικές τους επιθυμίες («Πάμε jumbo τώρα!»), που τρέμουν στην ιδέα ότι θα τα βλάψουν ή θα τα στιγματίσουν ανεπανόρθωτα αν οι φίλοι τους ή τα ξαδέρφια τους πάρουν πιο πολλά ή πιο «καλά» δώρα από τα ίδια. Επιπλέον, τα πολλά δώρα είναι μια κλασική -αδέξια και άστοχη στην ουσία- προσπάθεια να εξαγοράσουμε τις ενοχές μας που δεν έχουμε χρόνο, που λείπουμε πολύ, που δεν ασχολούμαστε αρκετά μαζί τους, κάπως σαν να τους λέμε: «Βλέπεις, σε σκέφτομαι, σε φροντίζω, εκπληρώνω τις επιθυμίες σου...».

Τα παιδιά μπορεί να βρεθούν σε μεγάλη σύγχυση, να καταλήξουν να πιστεύουν ότι η πιο σίγουρη απόδειξη αγάπης και αναγνώρισης των δικών τους είναι τα πολλά και ακριβά δώρα. Με τον καταιγισμό από δώρα, μέσα στον ψυχισμό των παιδιών τείνουν να μπερδευτούν το συναίσθημα, η χρηματική αξία, τα δώρα. Κινδυνεύουν, λοιπόν, να αρχίσουν να αδιαφορούν για όσους τα πλησιάζουν χωρίς να φέρνουν τα πολυπόθητα «καλούδια». Και θα έχουν επίσης δυσκολία να αντιλαμβάνονται τη συμβολική αξία κάθε προσφοράς που τους γίνεται, της απλής, καλοπροαίρετης χειρονομίας.

Oι γιορτές και τα δώρα που ανταλλάσσουμε είναι μια ιεροτελεστία γεμάτη συμβολισμούς και γι’ αυτό καλό είναι να μην τα προσφέρουμε υπό όρους. Υπάρχουν άλλες στιγμές και ευκαιρίες, πολύ πιο κατάλληλες, για να επιβραβεύσουμε ή να τιμωρήσουμε τα παιδιά, αν το θεωρούμε απαραίτητο. Τα δώρα είναι ένας ωραίος τρόπος να μυήσουμε τα παιδιά στην ευχαρίστηση του «δούναι και λαβείν» και καλό είναι να κρατήσουμε μακριά καθετί που υπαγορεύει ότι «η αξία σου εξαρτάται από τις πράξεις σου, τη συμπεριφορά σου, τα επιτεύγματά σου».

Μετά από ένα διαζύγιο, σχεδόν πάντα τα παιδιά κάνουν διπλές γιορτές, μία φορά στη μαμά και μία στον μπαμπά. Και ο μεγάλος φόβος των χωρισμένων γονιών είναι ότι τα παιδιά θα περάσουν καλύτερα με τον άλλον. Έτσι, προσπαθούν να προσφέρουν όσο πιο πολλά μπορούν. Αυτό όμως συνήθως υπαγορεύεται από το δικό τους ναρκισσιστικό συμφέρον («Κι αν περνάει καλύτερα εκεί κι εμένα δεν με θέλει πια;»), παρά από την πεποίθησή τους ότι αυτό είναι το καλύτερο για τα παιδιά. Τα δώρα σε μια τέτοια κατάσταση συνοδεύουν ένα «αίτημα αγάπης» προς τα παιδιά. Αυτά από τη μεριά τους είναι εγκλωβισμένα σε αυτή την κατάσταση αντιπαλότητας των γονιών για τη διατήρηση της δικής τους εύνοιας και δεν είναι δύσκολο να μπουν κι αυτά στο «παιχνίδι» και να καταντήσουν μικροί τύραννοι που απαιτούν συνεχώς και δεν ικανοποιούνται ποτέ: «Θέλετε να σας αγαπάω; Δώστε μου ό,τι σας ζητήσω!».

Δεν θα το αποφύγουμε αν επιμένουμε να το πνίγουμε στα δώρα, πολλά από τα οποία κιόλας κοροϊδεύει, επειδή δεν τα ζήτησε κι επειδή πήρε έτσι κι αλλιώς όλα όσα είχε ζητήσει. Θα γίνει επίσης «μπλαζέ» και ανικανοποίητο αν το αφήσουμε να πιστεύει ότι κάθε επιθυμία του είναι για μας υποχρέωση. Αντίθετα, είναι σημαντικό να του δώσουμε την ευκαιρία να εκφράσει επιθυμίες, χωρίς αυτές να πραγματοποιούνται άμεσα και πάντα. Δεν είναι κλισέ: Μόνο έτσι μπορεί να μάθει να ονειρεύεται, να φαντάζεται τον εαυτό του μελλοντικά, να ξεχωρίζει και να νιώθει τη στιγμή που οι επιθυμίες του εκπληρώνονται, χωρίς να χτυπιέται στο πάτωμα από πείσμα όταν αυτό δεν συμβαίνει. Αυτή είναι μια σημαντική εμπειρία και για έναν ακόμη λόγο: Αποδεσμεύεται από την παιδική φαντασίωση της παντοδυναμίας («Εγώ είμαι το κέντρο του κόσμου, όλα περιστρέφονται γύρω από μένα και τις επιθυμίες μου») και ωριμάζει.

Μάλλον πρέπει να πάρουμε απόφαση ότι αυτό πότε-πότε θα μας συμβαίνει, εφόσον τα παιδιά «ταΐζονται» με τόσα δώρα. Μπορούμε, όμως, είτε πρόκειται για τα δικά μας παιδιά είτε για παιδιά συγγενών και φίλων, να φροντίσουμε να μάθουμε από τα ίδια τι τους αρέσει και να κάνουμε μια λίστα αν οι επιθυμίες είναι πολλές. Πάντως, είναι μάλλον δύσκολο να θέλει ένα παιδί πολύ χίλια πράγματα ταυτόχρονα. Από την άλλη, αν αποφασίσουμε να μην τα ρωτήσουμε και να τους κάνουμε έκπληξη, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι δεν επιλέγουμε κάτι «άσχετο». Επομένως, καλό θα είναι να επικεντρωθούμε στα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις του παιδιού και όχι στις δικές μας! Σκεφτείτε, επίσης, ότι πολλές φορές δώρα που δεν εντυπωσίασαν καθόλου στην αρχή γίνονται αγαπημένα αντικείμενα, κάτι που συμβαίνει συχνά με τα βιβλία ή τα παιχνίδια κατασκευών.


Τα Χριστούγεννα είναι μια ευκαιρία για τους ενηλίκους να κάνουν μια «βουτιά» στη δική τους παιδική ηλικία. Αυτό βέβαια δεν είναι πάντα ευχάριστο. Έτσι, όσο πιο πολύ στερήθηκαν οι ίδιοι σαν παιδιά, τόσο πιο πολύ νιώθουν την επιτακτική ανάγκη να επανορθώσουν, προσφέροντας στα παιδιά τους άφθονα και πλούσια δώρα. Συμβαίνει συχνά κάποια από τα δώρα των παιδιών να μην είναι καθόλου ανιδιοτελή («Με αυτό το Playstation θα διασκεδάζω κι εγώ», «Ένα τέτοιο σπίτι της Barbie το ονειρευόμουν πάντα»), συχνά μάλιστα είναι άσχετα με την ηλικία του παιδιού ή ακόμα και με τις επιθυμίες του. Oι ίδιοι οι γονείς είναι πολλές φορές αυτοί που κάνουν τα παιδιά να ζητούν το «καλύτερο, ακριβότερο, πιο προχωρημένο», ενώ ταυτόχρονα αγανακτούν και τα κατηγορούν ότι είναι αχάριστα.