«Όταν δεν τρώει ενώ πεινάει, πρέπει να ετοιμάζω κάτι άλλο;»
Κατά την διάρκεια της προσχολικής ηλικίας οι προτιμήσεις και οι συνήθειες στη διατροφή αλλάζουν. Το παιδί με την άρνησή του δοκιμάζει τα όρια σας και προσπαθεί να σας επιβληθεί. Πρέπει να έχετε σταθερή και ξεκάθαρη στάση και να αντιδράτε με ήρεμο τρόπο. Δεν πρέπει να ετοιμάζετε άλλο φαγητό στο παιδί και να μην του δίνετε επιλογές (αν συμβαίνει επανειλημμένα). Αν παραλείψει ένα γεύμα θα το αναπληρώσει με το επόμενο. Μην το αφήσετε να σας χειρίζεται… μπορείτε απλά να πείτε «Αυτό είναι το φαγητό μας σήμερα. Αν θέλεις κάτι άλλο θα στο έχω μια άλλη φορά». Εξάλλου όταν θα του το δώσετε, δεν θα το θέλει πια! Αν συμβεί το αντίθετο, το παιδί θα αναπτύξει την συγκεκριμένη διατροφική συμπεριφορά. Προσπαθείτε να εμπλουτίζετε τα καθημερινά του γεύματα με αγαπημένες του τροφές. Οι διατροφικές επιθυμίες του παιδιού μπορεί να αλλάζουν μέρα με την μέρα.
«Τι γίνεται όταν ένα παιδί 3 ετών αρνείται να φάει μεσημεριανό φαγητό;
Πίνει γάλα, τρώει κρέμες και γιαούρτια. Πρέπει να επιβληθείς για να φάει ή το αφήνεις;»
Η διατροφή των νηπίων είναι γεμάτη απόρριψη και αρνητισμό εξαιτίας της επιθυμίας τους να ανακαλύψουν τα όριά τους. Οι γονείς συνειδητά ή υποσυνείδητα επηρεάζουν τις συνήθειες των μικρών παιδιών, γιατί τα παιδιά έχουν την τάση να τους μιμούνται και τους θεωρούν πρότυπα συμπεριφοράς. Από την άλλη, η όρεξη των νηπίων είναι συνήθως ασταθής και απρόβλεπτη. Το παιδί μπορεί να καταναλώσει με λαιμαργία το ένα γεύμα και να αρνηθεί εντελώς το επόμενο. Οι γονείς οφείλουν να αντιδράσουν με ηρεμία και σταθερότητα. Δεν επιβάλλεστε ούτε πιέζετε το παιδί να φάει και ακολουθείστε μια διατροφική τακτική. Αρχικά, φροντίστε η καθημερινή του διατροφή να είναι υγιεινή και κατανεμημένη σε μικρά γεύματα, περιλαμβάνοντας και τις τροφές της αρεσκείας του (γάλα, γιαούρτια, κρέμες, κτλ). Προσπαθείτε να μην τσιμπολογάει κατά την διάρκεια της ημέρας ώστε να πεινάει την ώρα του μεσημεριανού φαγητού. Να το επαινείτε σε κάθε αλλαγή της διατροφικής του συμπεριφοράς. Όμως, το φαγητό δεν πρέπει να γίνεται αντικείμενο επιβράβευσης ή τιμωρίας (π.χ. αν φας το φαγητό σου θα σου δώσω…).
«Πως καταλαβαίνουν τα μικρά παιδιά το ναι και το όχι; Δεν θέλουν να το καταλάβουν;»
Τα πολύ μικρά παιδιά (έως 2 ετών περίπου) δρουν κυρίως αυθόρμητα και συναισθηματικά. Δεν έχουν την γνωστική ωρίμανση να αντιλαμβάνονται τις συνέπειες των πράξεών τους, δεν μπορούν να δουν μια κατάσταση από την οπτική γωνία του άλλου και δεν μπορούν να αναθεωρήσουν τις πράξεις τους και να τις τροποποιήσουν όταν επιθυμούν κάτι.
Σε παιδιά από 2 ετών, η θέσπιση ορίων πρέπει πάντα να συνοδεύεται από μια εξήγηση των λόγων για τους οποίους τίθενται. Από 21/2 ετών, ένα παιδί έχει μεγαλύτερη αίσθηση των συνεπειών των πράξεών του και μαθαίνει να ελέγχει τη συμπεριφορά του, να δέχεται κανόνες, να εκφράζει με υγιή τρόπο τα συναισθήματά του, να είναι σε θέση να αποφύγει κινδύνους και γενικότερα να γίνεται υπεύθυνο. Όσο μεγαλώνει το παιδί, τα όρια πρέπει να προσαρμόζονται συνεχώς στο αναπτυξιακό του επίπεδο και να σχετίζονται με τις δυνατότητες που έχει αποκτήσει.
«Πως μπορούμε να βοηθήσουμε ένα παιδί ηλικίας 3 ετών το οποίο αντιδρά αρνητικά; (λέει πολύ συχνά όχι).»
Τα παιδιά στην ηλικία των 2-3 ετών αρχίζουν να επαναλαμβάνουν την λέξη «όχι» προσπαθώντας να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση – για να δουν μέχρι «που περνάει το δικό τους» απέναντι στην εξουσία των γονιών. Είναι απόλυτα φυσιολογικό να συμβαίνει αυτό, μιας και τα παιδιά σε αυτήν την ηλικία βλέπουν τον κόσμο σαν ένα μεγάλο μέρος στο οποίο δεν έχουν κανέναν έλεγχο. Έτσι, το μοναδικό που μπορούν να κάνουν, είναι να ασκήσουν ένα είδους έλεγχο απέναντι στους γονείς τους. Ωστόσο, αυτή η συνεχής άρνηση, φέρνει αρκετές φορές τους γονείς σε αδιέξοδο, σπρώχνοντάς τους ενδεχομένως στο να γίνονται ακόμα πιο αυστηροί, προσπαθώντας να επανακτήσουν την εξουσία. Δυστυχώς, όσα περισσότερα όχι λένε οι γονείς, τόσα περισσότερα όχι θα λάβουν από το παιδί. Όταν κάθε μας πρόταση ξεκινά με κάτι τόσο αρνητικό και προστακτικό τότε, ακόμα και σε μεγαλύτερες ηλικίες, η πρώτη αντίδραση θα είναι βεβαίως ένα μεγάλο «Όχι». Για να καλύπτουν τα παιδιά την ανάγκη να νιώθουν ότι ελέγχουν έστω και λίγο την ζωή τους, να τους δίνεται επιλογές. Με λίγα λόγια και ξεκάθαρα.
Το να λένε τα παιδιά όχι είναι απόλυτα φυσιολογικό. Το να λένε μόνο όχι, σημαίνει πως κάπου βάλαμε το πετραδάκι μας κι εμείς. Μάθετε στο παιδί σας να επικοινωνεί σωστά με το παράδειγμά σας. Φερθείτε του με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, κάντε υπομονή και σε λίγο δεν θα πιστεύετε πόσο συνεργάσιμο μπορεί να γίνει ένα παιδί!
«Το παιδί μου βαριέται να μιλήσει. Ή όταν θέλει να ζητήσει κάτι δεν μου το λέει καθαρά. Τι μπορώ να κάνω εγώ σαν γονιός για να το ενθαρρύνω να μιλάει σωστά;»
Το παιδί σας βαριέται να μιλήσει γιατί πιθανόν προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή σας. Αφιερώστε του χρόνο και επικοινωνείτε περισσότερο μαζί του. Πολλές φορές, δεν έχει σημασία η ποσότητα του χρόνου που περνάμε με το παιδί, αρκεί ο χρόνος αυτός να είναι ποιοτικός. Αυτήν την συμπεριφορά την εμφανίζει μόνο σε σας ή και σε άλλους χώρους; Αν εντοπίσετε ότι σε άλλες δραστηριότητες μιλάει καθαρά (π.χ. στον παιδικό σταθμό) το παροτρύνετε με ήρεμο τόνο να επαναλάβει την πρόταση (π.χ. «δεν το κατάλαβα καλά, πες το ξανά» κ.τ.λ.).
Προσπαθείτε να του δίνετε καθημερινά ερεθίσματα για να συζητάτε (π.χ. πολλές ερωτήσεις σχετικά με το πώς πέρασε τη μέρα του). Να το επαινείτε σε κάθε θετικό βήμα αλλαγής της συμπεριφοράς του.
«Λέει συχνά όχι σε ερωτήσεις, π.χ. έλα να ντυθούμε. Είναι σωστό να το μαλώσω ή να το καλοπιάσω;»
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας ζουν σε ένα εγωκεντρικό κόσμο και θέλουν να κάνουν αυτά που θέλουν, όταν το θέλουν.
Δεν μαλώνετε, ούτε καλοπιάνετε το παιδί. Αντιδράτε με ήρεμο τρόπο, χωρίς φωνές και λέτε με σταθερό τόνο στο παιδί ότι είναι ώρα να ντυθούμε. Η συμπεριφορά σας πρέπει να χαρακτηρίζεται από συνέπεια και σταθερότητα. Το παιδί δοκιμάζει τα όρια σας. Πείτε στο παιδί αυτό που θέλετε να κάνει και όχι αυτό που δεν θέλετε.
«Όταν δεν υπάρχει πατέρας στο σπίτι πως γίνεται αυτονόμηση του παιδιού από την μητέρα;»
Τα παιδιά που ζουν μόνο με την μητέρα τείνουν να προσκολλώνται σε αυτήν και οι μητέρες αντίστοιχα στο παιδί τους διατηρώντας μια υπερπροστατευτική στάση. Πρέπει να ενισχύσετε τη σιγουριά και την αυτοπεποίθησή του και προσπαθείτε να αφήνετε στο παιδί αρκετό χώρο ώστε να αναπτύσσει την αυτονομία του.
Δίνετε πρωτοβουλίες στο παιδί σας, επιτρέψτε του να συναναστρέφεται με συνομήλικα παιδιά και παράλληλα να αναπτύσσει σχέσεις με άλλους ενήλικες που εμπιστεύεστε χωρίς να είστε εσείς συνεχώς παρούσα. Έτσι θα αυτονομείται και δεν θα είναι «κρεμασμένο» συνεχώς πάνω σας.
Διατηρείτε σταθερές αρχές και ωράρια στην καθημερινότητά σας, ώστε το παιδί να μάθει από μικρό πως πρέπει οπωσδήποτε να σέβεται κάποια όρια. Προγραμματίστε όσο μπορείτε την ζωή σας όσον αφορά στον επαγγελματικό και οικονομικό τομέα.
Προσπαθήστε να μην δείχνετε αδύναμη και εξουθενωμένη, αλλά ούτε και σκληρή απέναντι στο παιδί σας. Μην παραμελείτε την προσωπική σας ζωή. Επιδιώξτε να έχετε σχέσεις με φιλικές ή συγγενικές οικογένειες, ώστε το παιδί να βιώσει το οικογενειακό πρότυπο.
Όσο πιο ισορροπημένα ανατραφεί το παιδί σας τόσο πιο αυτόνομο και συναισθηματικά ώριμο θα γίνει στην μετέπειτα ζωή του.
«Σε ποια ηλικία ντύνονται μόνα τους; Μήπως δεν τα βοηθάω εγώ;»
Τον τρίτο χρόνο η σκέψη του παιδιού ωριμάζει και οι κινήσεις του γίνονται πιο επιδέξιες. Το παιδί γίνεται όλο και πιο αυτοδύναμο, η επιδεξιότητά του στο ντύσιμο βελτιώνεται σταθερά, παρόλο που χρειάζεται ακόμα καθοδήγηση. Στην ηλικία 3-4 ετών έχει την κατάλληλη ωριμότητα και τον απαραίτητο συντονισμό κινήσεων ώστε να αρχίζει να βάζει μόνο του τα ρούχα του με την βοήθεια και την παρότρυνσή σας.
Στην ηλικία των 5-6 ετών πρέπει να είναι σε θέση να αναλάβει μόνο του το ντύσιμό του, εκτός από το δέσιμο των κορδονιών των παπουτσιών που θα μάθει πραγματικά να δένει στα 6 του χρόνια.
«Η κόρη μου είναι 3 ετών. Κρατάει τα κακά της και σφίγγεται για να μην τα βγάλει. Μένει και επτά ημέρες χωρίς να ενεργηθεί. Ταλαιπωρείται και κλαίει. Τι να κάνω;»
Όταν αρχίζει ο έλεγχος των σφικτήρων (ενούρηση, εγκόρπιση) το παιδί βιώνει την πρώτη εμπειρία ελέγχου σε μια ενστικτώδη ορμή. Αν όμως οι γονείς ανοίγουν διάλογο με το παιδί τους, δείχνουν χαρά και εκδηλώνουν την ικανοποίησή τους, το παιδί θα κατανοήσει τη σημασία αυτής της λειτουργίας και θα αναπτύξει ανάλογη συμπεριφορά. Εξετάζετε αν είναι οργανική η αιτία (δυσκοιλιότητα – αίσθηση πόνου), φροντίζετε η διατροφή του παιδιού σας να είναι πλούσια σε φυτικές ίνες και επικοινωνήστε με τον παιδίατρό σας.
Αν δεν τίθεται οργανικό πρόβλημα, το παιδί θέλει την προσοχή σας και δοκιμάζει τα όρια σας. Αφιερώστε χρόνο και οι δυο γονείς στο παιδί σας και μην του μεταδίδετε την ανησυχία σας. Εάν το παιδί φοβάται να πάει στην τουαλέτα βοηθείστε να ξεπεράσει τους φόβους του σταδιακά, συνοδεύοντάς το στον χώρο. Το παιδί θα δυσκολευτεί να κάνει τα κακά του αν έχει άγχος. Μπορείτε να του δώσετε ένα βιβλίο ή ένα παιχνίδι προκειμένου να το βοηθήσετε να χαλαρώσει. Σε κάθε βήμα προόδου του να το ενθαρρύνετε και να το επαινείτε. Δεν πρέπει να ασκείτε πίεση και να υπάρχει συνεχής υπενθύμιση.
«Όταν ακόμα και στο παιχνίδι ζητούν την παρουσία της μαμάς εγώ πρέπει να συμμετέχω; Τι γίνεται άμα δεν θέλουν να παίξουν μόνα τους;»
Όταν τα παιδιά ζητούν έντονα την παρουσία της μητέρας και στο παιχνίδι επιζητούν την προσοχή σας. Αφιερώστε τους χρόνο. Κανονίστε κάποια ώρα μέσα στην ημέρα να είναι αφιερωμένη στα παιδιά σας. Έτσι, θα περνάτε ποιοτικό χρόνο μαζί και δεν θα τους λείπει το παιχνίδι μαζί σας.
Συμμετέχετε αρχικά στο παιχνίδι των παιδιών και δίνοντάς τους κατάλληλα ερεθίσματα σταδιακά απομακρύνεστε και τα αφήνετε να παίζουν μόνα τους στον ίδιο χώρο του σπιτιού που βρίσκεστε. Έτσι αισθάνονται την παρουσία σας.
Δεν είναι κακό να πείτε στο παιδί πως δεν μπορείτε να παίξετε μαζί τους τη στιγμή που το ζητάνε, αλλά πρέπει να περιμένουν να τελειώσετε την δουλειά σας πρώτα. Έτσι θα αποκτήσουν υπομονή. Αρκεί βέβαια να τηρήσετε κι εσείς το λόγο σας!
Διαμορφώστε κατάλληλα το δωμάτιό τους ώστε να μπορούν να παίζουν μόνα τους. Ενισχύστε την ανεξαρτησία τους. Ενθαρρύνετέ τα να παίξουν μόνα τους. Δείξτε τους εμπιστοσύνη. Ένας καλός τρόπος είναι να τους δώσετε κίνητρο, όπως να κάνουν μόνα τους ένα παζλ και να σας το δείξουν όταν τελειώσει. Πρέπει να επιβραβεύετε πάντα κάθε θετικό βήμα που κάνουν.
«Πως πρέπει να αντιμετωπίσω τον παιδικό αυνανισμό; Να το αγνοήσω και θα το κόψει; Είναι φυσιολογικό αυτό να αρχίσει από ηλικία 2 ετών; »
Ο παιδικός αυνανισμός είναι φυσιολογική αντίδραση του παιδιού στα πλαίσια της προσπάθειας εξερεύνησης του σώματός του. Μεταξύ 18 μηνών και 3 ετών πειραματίζεται, εξερευνά το σώμα του με τα μάτια του και την αφή και αποκτά σιγά-σιγά την αίσθηση της σωματικής του ακεραιότητας (στο μικρό αγόρι το φύλλο είναι ορατό). Ο παιδικός αυνανισμός είναι συνηθισμένο γεγονός όταν δεν είναι υπερβολικός.
Όσο το παιδί είναι κάτω των 3 ετών, να μην ανησυχείτε γιατί έχει την ανάγκη να αισθανθεί πως αναγνωρίζετε την ταυτότητά του – την οποία ανακαλύπτει μόνο του – και πως είστε περήφανοι που είναι αγόρι ή κορίτσι.
Δεν πρέπει να απαγορεύετε στο παιδί να αγγίζει τα γεννητικά του όργανα γιατί αυτή η ανακάλυψη του σώματός το συμβάλλει στην ανάπτυξή του. Το παιδί συνειδητοποιεί πως ορισμένα μέρη του σώματός του προσφέρουν ευχαρίστηση καθώς και κάποια αισθήματα περιέργειας και χαλάρωσης. Δεν κάνετε αρνητική κριτική («αυτό που κάνεις είναι βρώμικο και αηδιαστικό») δημιουργώντας του αισθήματα ενοχής. Προσπαθείτε να του αποσπάτε την προσοχή με κάποιο παιχνίδι για να απασχολεί τα χέρια του.
«Είναι προβληματικό το γεγονός ότι ένα κορίτσι 4 ετών ενδιαφέρεται με πάθος, περισσότερο για τα αυτοκινητάκια και τα άλογα παρά για την Barbie; Δείχνει κάτι για τον ψυχισμό και τη δομή του χαρακτήρα;»
Σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε ως «προβληματική» μία ένδειξη προτίμησης για αυτοκινητάκια από ένα κορίτσι. Τέτοιου είδους στερεότυπα έχουν προ πολλού καταρριφθεί από τους επιστήμονες οι οποίοι πλέον υποστηρίζουν την ελεύθερη και απρόσκοπτη επιλογή παιχνιδιών από τα παιδιά. Κάθε άνθρωπος άλλωστε, έχει διαφορετικές προτιμήσεις και δεξιότητες οι οποίες καλό είναι να μην παρεμποδίζονται από τους γύρω του, λόγω προκαταλήψεων.
Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τα παιδιά τα οποία έχουν κάθε δικαίωμα να παίζουν αυτά που τα ίδια επιλέγουν και όχι κάτι κατευθυνόμενο από τους μεγάλους.
«Μέχρι που είναι φυσιολογικό να μιμείται τους συνομήλικους; Δείχνει δομή χαρακτήρα που θα επηρεάζεται πολύ από τους άλλους και στην ενήλικη ζωή του;»
Ο άνθρωπος είναι εν γένει μιμητικό ον. Μέσω της μίμησης μαθαίνει να περπατά, να μιλά, να συμπεριφέρεται. Πρότυπο για κάθε παιδί είναι οι γονείς, τα μεγαλύτερα αδέλφια, οι δάσκαλοι. Η διάθεσή του να μιμηθεί «μαρτυρά» τη φυσιολογική του εξέλιξη και τη φιλομάθεια που το διακατέχει και σε καμιά περίπτωση δεν εγείρει λόγους ανησυχίας.
«Η ισχυρή προσωπικότητα του μεγαλύτερου παιδιού συνήθως επηρεάζει την προσωπικότητα του μικρότερου;»
Οι γονείς και τα μεγαλύτερα αδέλφια λειτουργούν συνήθως ως πρότυπο των μικρότερων παιδιών, καθώς είναι τα πρώτα άτομα με τα οποία έρχεται σε επαφή και με τα οποία περνά το μεγαλύτερο κομμάτι της μέρας του. Δεν πρέπει όμως να μας ανησυχεί κάτι τέτοιο, καθώς είναι απόλυτα φυσιολογικό –και απαραίτητο- για την εκμάθηση δεξιοτήτων και την ολόπλευρη ψυχοσωματική εξέλιξη του παιδιού.
«Το παιδί μου θέλει να το ταΐζω εγώ. Δεν τρώει μόνο του στο σχολείο. Τι πρέπει να κάνω εγώ ώστε να μάθει να τρώει μόνο του; Επίσης, ζητάει συνεχώς να του πάρω ό,τι παιχνίδια βλέπει στις διαφημίσεις ή από τα άλλα παιδιά. Είναι πολύ επίμονο όταν θέλει κάτι. Αν ζητήσει κάτι και δεν του κάνω το χατίρι μπορεί να κλαίει για πολλή ώρα. Όταν συμβαίνει αυτό, τι πρέπει να κάνω;»
Είναι αρχικά σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το παιδικό κλάμα δεν είναι πάντα αποτέλεσμα κάποιας υπαρκτής ανάγκης του που δεν έχει ικανοποιηθεί. Κάποιες φορές το «χρησιμοποιεί ως το ύστατο επιχείρημα» κατάκτησης των επιθυμιών του. Όσο μικρό κι αν είναι το παιδί, μπορεί να καταλάβει ότι μας χειρίζεται μέσω του κλάματός του, οπότε δεν θα πρέπει να του επιτρέψουμε να το κάνει αυτό.
Αναφορικά τώρα με το ζήτημα του φαγητού, δεν σπανίζουν οι περιπτώσεις των παιδιών που, ενώ τρώνε μόνα τους στο σπίτι, στο σχολείο περιμένουν να τα ταΐσουν οι παιδαγωγοί ή το αντίστροφο. Από αυτό συμπεραίνουμε ότι τα παιδιά συχνά μπορούν να φάνε μόνα τους αλλά δεν το κάνουν.
Μπορεί ακόμα και να χρησιμοποιούν το φαγητό ως συναισθηματική απειλή για τους γονείς τους ή ως τρόπο να τους κάνουν να ασχοληθούν μαζί τους!
Δείχνουμε λοιπόν, με το παράδειγμά μας, στα παιδιά πώς πρέπει να κρατάμε το κουτάλι και το πιρούνι (καλύτερα να μην τους δώσουμε μαχαίρι αν είναι κάτω από 5 ετών) κι έπειτα είμαστε επιεικείς με ενδεχόμενα λάθη του παιδιού που θα οδηγήσουν στο να λερωθεί ή να χύσει λίγο από το φαγητό του.
«Τι απαντάμε στο παιδί μας όταν μας λέει “ο τάδε με χτύπησε, ο τάδε μου πήρε το παιχνίδι μου και δεν μου το δίνει”»
Είναι προτιμότερο να μην ενθαρρύνουμε την επιθετικότητα του παιδιού μας, ακόμα κι αν ενοχληθούμε κι εμείς οι ίδιοι ακούγοντας ότι το χτύπησε κάποιος συμμαθητής του. Καταστέλλουμε με τα λόγια μας την ανταποδοτική συμπεριφορά και προτιμούμε το διάλογο. Του προτείνουμε να συζητάει το πρόβλημά του με τα παιχνίδια, μια και έτσι αποκτά εργαλεία διαπραγμάτευσης και επιχειρηματολογίας, που θα εξελίξει μεγαλώνοντας και θα του είναι εξαιρετικά χρήσιμα. Αν παρόλα αυτά υπάρχει κάποιος ιδιαίτερα επιθετικός συμμαθητής του και δεν μπορεί να συζητήσει μαζί του, μπορούμε να του προτείνουμε να ζητήσει την συνδρομή της νηπιαγωγού ή της δασκάλας και να αποφεύγει την συναναστροφή μαζί του.
«Πόσο σημαντικό πράγμα είναι η υπακοή και η πειθαρχία;»
Η πειθαρχία είναι σημαντική, καθώς μέσω αυτής οδηγείται το παιδί στην εκμάθηση χρήσιμων δεξιοτήτων και κοινωνικά αποδεκτών συμπεριφορών. Μέσω αυτής εξάλλου, αντιλαμβάνεται «τα όρια εντός των οποίων θα κινηθεί». Κάτι τέτοιο όμως, δεν συνεπάγεται σε καμιά περίπτωση την υποχρέωση του παιδιού για τυφλή υπακοή. Αντίθετα, συνεπάγεται την υποχρέωση γονέων και εκπαιδευτικών να του εξηγούν τους λόγους για τους οποίους του ζητούν να κάνει το καθετί και να συζητούν μαζί του αντί να το διατάζουν. Μόνο έτσι το βοηθούν να αναπτύξει κριτική ικανότητα και επιχειρήματα, παρεμποδίζοντας έτσι την μετατροπή του σε ένα άβουλο εκτελεστή εντολών.
«Πως μπορούμε να βγάλουμε το παιδί από το κρεβάτι μας κατά τον νυχτερινό ύπνο;»
Είναι προτιμότερο το παιδί να κοιμάται εξ αρχής στο δικό του κρεβάτι. Όσο δύσκολη κι αν φανεί αυτή η αλλαγή στους γονείς που έχουν συνηθίσει να βάζουν το παιδί στο δικό τους κρεβάτι και να το μεταφέρουν στο δωμάτιό του αφού αποκοιμηθεί, είναι όμως απαραίτητη, προκειμένου να γίνουν κατανοητά τα όρια στο παιδί και να συντελεστεί χωρίς προβλήματα η ψυχολογική εξέλιξή του. Αυτό συμβαίνει, γιατί πρέπει κάθε μέλος της οικογένειας να γνωρίζει την θέση του μέσα σε αυτήν και όταν το παιδί κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με το γονιό, σίγουρα δεν διευκολύνεται ο καθορισμός της θέσης του στο οικογενειακό πλαίσιο.
«Η κόρη μου είναι 3 ετών, κλαίει και ξυπνάει μέσα στην νύχτα όταν κοιμάται στο δωμάτιό της μόνη της. Τι να κάνω όταν ξυπνάει την νύχτα και θέλει να κοιμηθεί μαζί μας;»
Η συζήτηση με τα παιδιά μας, συνάδει στην καλύτερη επικοινωνία μας μαζί τους ενώ παράλληλα, τα βοηθάει να κατανοήσουν καλύτερα τους λόγους για τους οποίου γίνονται κάποια πράγματα και άρα, να ωριμάσουν γρηγορότερα.
Ως εκ τούτου, θα ήταν πολύ χρήσιμο να εξηγήσουμε στο παιδί ότι έχει το δικό του δωμάτιο (…”ώστε να μπορείς να απλώσεις τα παιχνίδια σου και να μην σε ενοχλεί κανείς”) και η μαμά έχει το ίδιο δωμάτιο με τον μπαμπά. Καθένας θα πρέπει να κοιμάται στο δικό του δωμάτιο (και μέσω της συζήτησης θα βοηθήσουμε το παιδί να το καταλάβει αυτό), αν και ίσως χρειαστεί μια περίοδος προσαρμογής, όπου ο γονιός θα παραμένει στο παιδικό δωμάτιο, διαβάζοντας κάποιο παραμύθι ή τραγουδώντας ένα νανούρισμα, μέχρι να αποκοιμηθεί το παιδί. Το παιδί θα ένιωθε περισσότερη σιγουριά αν του εξηγούσαμε ότι είμαστε πολύ κοντά και θα σπεύσουμε αμέσως δίπλα του οποτεδήποτε μας χρειαστεί, έστω κι αν είμαστε στο διπλανό δωμάτιο.
«Πως θα κόψουμε την πάνα στον ύπνο;»
Η πάνα στον ύπνο θα «κοπεί» με τον ίδιο τρόπο που κόπηκε κατά την διάρκεια της ημέρας. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να τηρηθεί ένα πρόγραμμα «επισκέψεων» στην τουαλέτα. Κάτι τέτοιο φυσικά θα ήταν ευκολότερο να πραγματοποιηθεί κατά την διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών., ώστε να έχουν και οι γονείς τον χρόνο να βοηθήσουν το παιδί στον προγραμματισμό των νέων του συνηθειών (στις διακοπές και στην θάλασσα άλλωστε τα «ατυχήματα» αντιμετωπίζονται ευκολότερα!) και να μην εγκλωβίζεται στο διαμέρισμα.
«Για τα νυχτερινά «ατυχήματα» τουαλέτας (όταν έχει διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει πρόβλημα υγείας) δεν λέμε ποτέ τίποτα επικριτικό. Τι μπορούμε να πούμε ή να κάνουμε ;»
Είναι προτιμότερο να ενθαρρύνουμε το παιδί να αποκτήσει τις συνήθειες των μεγάλων με το θετικό μας παράδειγμα και όχι με επικριτικό ύφος. Για τα παιδιά δεν είναι τίποτα δεδομένο, οπότε πρέπει να εξηγήσουμε τα πάντα με υπομονή και απλό τρόπο. Αν δυσκολευόμαστε να εξηγήσουμε οι ίδιοι, μπορούμε να βοηθηθούμε από σχετικά παραμύθια, που προτρέπουν τα παιδιά με χιούμορ και εύπεπτο τρόπο να ακολουθήσουν τις επιθυμητές συνήθειες συμπεριφοράς στην τουαλέτα. Αν όμως τα νυχτερινά «ατυχήματα» επιμένουν, σίγουρα θα βοηθήσει η τήρηση προγράμματος «επισκέψεων» στην τουαλέτα.
Βεβαιωνόμαστε, δηλαδή, ότι το παιδί θα πάει στην τουαλέτα μετά από κάθε γεύμα, όπως επίσης, πριν και μετά τον ύπνο. Ίσως μάλιστα χρειαστεί να το ξυπνάμε μια φορά στην μέση του νυχτερινού ύπνου, ώστε να μάθει να χρησιμοποιεί την τουαλέτα και να εξαλειφθούν τα «ατυχήματα».
«Είναι 3,5 ετών και μερικές φορές «βρέχει» το κρεβάτι του. Τι να κάνω;»
Σε καμία περίπτωση δεν φωνάζουμε στο παιδί, ούτε του μιλάμε απότομα. Μεμονωμένα, άλλωστε, μικροατυχήματα είναι δυνατόν να συμβούν σε όλες τις ηλικίες (ακόμα και στους μεγάλους!). Άρα δεν συμπεριφερόμαστε σαν να συνέβη κάτι σπουδαίο ή ντροπιαστικό, αλλά ζητάμε στο παιδί να μας βοηθήσει να αλλάξουμε μαζί τα σεντόνια του. Αν όμως δούμε ότι το φαινόμενο αρχίζει να επαναλαμβάνεται ακολουθούμε όσα είπαμε παραπάνω. Χωριστή, φυσικά, είναι η αντιμετώπιση περιπτώσεων όπου το παιδί έχει μόλις αποκτήσει αδελφάκι, οπότε και συμβουλευόμαστε κάποιον ψυχολόγο ώστε να αντιμετωπίσουμε την νυχτερινή ενούρηση.