Θαυμασμός, καταφρόνηση, αποστροφή, αφοσίωση, χλεύη, ελπίδα, φόβος, ασφάλεια, απελπισία, ευχαρίστηση, τύψεις, οίκτος, εύνοια, αγανάκτηση, υπερεκτίμηση, υποτίμηση, φθόνος, ευσπλαχνία, ταπεινότητα, μετάνοια, ντροπή, νοσταλγία, ευγνωμοσύνη, ευμένεια, οργή, εκδίκηση, σκληρότητα, δέος, τόλμη, μικροψυχία, μετριοφροσύνη, φιλοδοξία, έπαρση, αλαζονεία, φανατισμός, ζήλεια, λαιμαργία, μέθη, φιλαργυρία, ακολασία.
ΗΜεγάλη Εβδομάδα είναι η εβδομάδα των παθών. O Χριστός θυσιάστηκε για τους ανθρώπους, τους άφησε να τον σταυρώσουν για τη δική τους σωτηρία. Τη Μεγάλη Πέμπτη, στην εκκλησία, ο ήχος από τα καρφιά που δένουν το ισχνό του σώμα στο σταυρό αφήνει μια υποβλητική ηχώ πένθους και θλίψης. Τη Μεγάλη Παρασκευή το σώμα του κείτεται σε φέρετρο καλυμμένο από άνθη και μύρα που ευωδιάζουν. Το μαρτύριο έχει τελειώσει, κι όχι μόνο, όλοι ξέρουμε τι πρόκειται να ακολουθήσει...
Μέρες που είναι, μου ’ρχονται στο μυαλό τα πάθη. Όχι τόσο του Χριστού, τα άλλα... των ανθρώπων. Τα αραδιάζω στο μυαλό μου σαν κάτι φυσικό, όπως ο ήχος του νερού που τρέχει και το κελάηδισμα των πουλιών. Αναλογίζομαι τις αποχρώσεις τους, που είναι λεπτές, αδιόρατες σχεδόν, κι αναρωτιέμαι...
Πόσο μακριά είναι η οργή από τη σκληρότητα, πόσο απέχουν από το φθόνο, την αγανάκτηση, την εκδίκηση και την αποστροφή; Αλλά και η ελπίδα, πόσο μικρή είναι η απόσταση που τη χωρίζει από το φόβο και την απελπισία; Τι κερδίζουμε όταν θυμώνουμε; Γιατί γινόμαστε προσβλητικοί, τι καταφέρνουμε; Η ζήλεια τι έχει να μας προσφέρει; Η εμπάθεια; Η μετάνοια πόσο απέχει απ’ την ντροπή; Γιατί εμπαίζουμε; Γιατί περιφρονούμε; Τι αποζητάμε; Ποιος είναι ο μεγαλύτερός μας φόβος;
Ακόμα κι ο υπερβάλλων θαυμασμός, η αφοσίωση, η ευγνωμοσύνη, ακόμα και η ευχαρίστηση, η υπερβολική ευχαρίστηση, πάθη δεν είναι; Κι ας κλείνουν μέσα τους χαρά. Δεν μας εθίζουν, δεν εκκινούν από συναντήσεις μας με πράγματα έξω από μας, δεν είναι αποτελέσματα ξένων σωμάτων στο δικό μας;
Κι ο έρωτας, δεν είναι μέγα πάθος; Δεν μας ανεβάζει στον ουρανό κι έπειτα μας κατεβάζει σε βάθη απύθμενα; Στο διάβα του δεν σκίζεται η καρδιά μας, δεν του αφοσιωνόμαστε και τα ξεχνάμε όλα; Κι όσο μεγάλη κι αν είναι η χαρά που κρύβει, άλλη τόση δεν είναι και η λύπη;
***
Aλήθεια, ποιος δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα εκεί, στον τόπο των παθών;
Η εμμονή και η απόγνωσή μας ως εραστές που έχουμε απορριφθεί, η έπαρσή μας και η μικροψυχία μας, ο φθόνος μας απέναντι στην ευτυχία των άλλων, η ζήλια που νιώθουμε από φόβο μήπως αυτό που έχουμε περάσει στην κατοχή κάποιου άλλου, η προσπάθειά μας να κάνουμε τους άλλους να μας αγαπήσουν, η επιθυμία μας να μας αποδέχονται, η περιφρόνησή μας απέναντι στα πράγματα που μισούμε, το μίσος που τρέφουμε απέναντι σε κάτι που έβλαψε εμάς ή κάτι που αγαπάμε, η χαρά που νιώθουμε μόλις φανταστούμε πως είναι λυπημένο ό,τι μισούμε...
Κανείς δεν εξαιρείται. Είμαστε αδύναμοι, από τη φύση μας εκτεθειμένοι, ευάλωτοι σε πάθη και αισθήματα. Εξαρτημένοι. Ποιος είναι τόσο δυνατός ώστε να είναι αυτάρκης; Χρειαζόμαστε τον αέρα που αναπνέουμε, την τροφή που μας θρέφει, νερό, στέγη, ζεστασιά. Κι όχι μόνο, έχουμε ανάγκη από τους άλλους, το καθρέφτισμά τους πάνω μας.
Η ζωή μας είναι μια αργή διαδικασία να ανακαλύπτουμε χαρές, να συναντούμε λύπες... Είναι κι αυτές απαραίτητες, μας ανοίγουν δρόμο, μας αναγκάζουν. Μας ωθούν να αλλάξουμε, να πάμε πάρα κάτω. Δεν έχουμε άλλο τρόπο να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, παρά μόνο μέσα από αυτά τα μόνα ορατά σημάδια των παθών μας. Μένει να αναρωτηθούμε από πού εκκινούν.
Χαιρόμαστε όταν βλέπουμε κάποιον, κι όσο περισσότερο χαιρόμαστε τόσο πιο πολύ επιθυμούμε να τον συναντούμε. Νιώθουμε αγάπη για κάτι που φανταζόμαστε ότι μας προξενεί χαρά. Κι όσο πιο μεγάλη η χαρά τόσο πιο πολύ το αγαπάμε.
Κάθε μας πράξη στοχεύει στο να κερδίσει τη χαρά, να απομακρύνει τη λύπη. Δεν τα καταφέρνουμε πάντα, ούτε είναι εύκολο. Γύρω-γύρω γυρνάμε και σκοντάφτουμε, παραπατάμε, κι άλλες φορές περήφανοι στεκόμαστε μες στη χαρά μας κι αγναντεύουμε. Κι η κίνησή μας από τη μια στην άλλη δίνει μορφή στις επιθυμίες μας, που είναι φτιαγμένες από μας, από το υλικό που μας ορίζει... Οι επιθυμίες μας είμαστε εμείς.
Ένα έχω να πω με σιγουριά: Όταν χαιρόμαστε γινόμαστε πιο δυνατοί. Κι όταν λυπόμαστε, αδύναμοι.
Ο εραστής θλίβεται όταν χάνει το αγαπημένο πρόσωπο. Αυτή η θλίψη τον κυριεύει και προσπαθεί να επαναφέρει τις συνθήκες στις οποίες ένιωσε ηδονή, χαρά. Και φαντάζεται. Συνδέει τα πάντα με την εικόνα του αγαπημένου προσώπου και ζει μέσα σε κάτι το οποίο δεν υπάρχει. Εγκλωβίζεται στη λύπη τη στιγμή που υπάρχουν τόσα πράγματα για να χαρεί. Στο μίσος, ενώ υπάρχουν τόσα για να αγαπήσει.
***
Aνθρωποι είμαστε, κοινοί θνητοί, κι όλη μας η ζωή είναι ένας δρόμος. Ποια μονοπάτια θα επιλέξουμε, πού θα στραφούμε; Τι θα μας οδηγήσει; Τα πάθη δεν είναι μόνο πως δίνουν χρώμα στη ζωή μας, είναι η πυξίδα μας, δεν έχουμε άλλο τρόπο. Μας μαθαίνουν. Διαφέρουν από τα πάθη του Χριστού. Εκείνος μαρτύρησε για να σωθούμε. Εμείς δεν μπορούμε να σώσουμε κανέναν, παρά μόνο τον εαυτό μας.
Ο Χριστός είχε πλεονέκτημα. Σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση ήταν ο γιος του Θεού, και ως τέτοιος είχε μια γνώση παρά πάνω και μια δύναμη. Το παράδειγμά του, σε ό,τι μας αφορά, έχει πολλά σημαντικά να μας διδάξει. Όπως, να μην είμαστε εγωιστές, να έχουμε υπομονή και καλοσύνη. Εξάλλου το είχε πει πολύ πριν το κάνει πράξη, με αυτά τα λόγια: «Αγαπάτε αλλήλους». Κι ας είναι η αγάπη πάθος.
Σε αντίθεση με εκείνον, εμάς μας λείπει η γνώση, μας λείπει και η δύναμη. Περνώντας η ζωή μας μαθαίνουμε να είμαστε ανοιχτοί, να σκεφτόμαστε και να παρατηρούμε, κι ακόμα, να οργανώνουμε τις συναντήσεις μας με πράγματα που είναι ταιριαστά στη φύση μας και μας γεννούν χαρά. Αυτή είναι η παρέμβασή μας στο τυχαίο που ορίζει τη ζωή μας. Κι όχι μόνο.
Η δύναμή μας και η αδυναμία μας, η χαρά μας και η λύπη μας, είναι κατάδικές μας κι έχουν συγκεκριμένες αιτίες που τις εξηγούν. Το να προσπαθούμε να τις καταλάβουμε είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε για να μην υποφέρουμε. Ακόμα κι όταν τα πράγματα δεν λειτουργούν προς το συμφέρον μας, δεν είναι προσωπικό. Τίποτα δεν είναι προσωπικό. Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη, δεν λογαριάζει το αίσθημά μας. Δεν υπάρχει κάτι άλλο που να μπορούμε να κάνουμε, παρά να συμφιλιωθούμε με ό,τι μας ξεπερνά. Αλλιώς θα συντριβούμε. Κι αν θέλουμε να είμαστε ωφέλιμοι ο ένας για τον άλλο, οι πιο δυνατοί ας διδάξουν τους πιο αδύναμους. Ας τους μάθουν τρόπους να στηρίζονται στα πόδια τους, να αναπτύσσουν τις δημιουργικές τους δυνάμεις, να καλλιεργούν τις ικανότητές τους, να μαθαίνουν όσο ζουν, να μην επαναπαύονται. Ας τους δείξουν τρόπους να αποφεύγουν τα λυπημένα πάθη κι ας τους γεννήσουν μέσα από το δικό τους παράδειγμα την όρεξη για ζωή, χαρά και δημιουργία· να είναι ανοιχτοί σε ερεθίσματα, ευγενικοί με τους ανθρώπους, ζεστοί στις μεταξύ τους συναναστροφές.
Και κάτι ακόμα. Να τους καθησυχάσουν. Ό,τι κι αν νιώθουν είναι η φύση τους που το γεννά.
Είμαστε άνθρωποι. Δεν έχουμε άλλο τρόπο. Κι έτσι, μέρες που είναι, ας σκεφτούμε τα πάθη του Χριστού και τα δικά μας, τι έχουν να μας διδάξουν. Και μετά, ας αναρωτηθούμε, ο καθένας για τον εαυτό του πρώτα: Τι μας ωφελεί και τι μας εμποδίζει. Τι να κρατήσουμε και τι να αφήσουμε. Τι είναι καλό και τι κακό. Στο κάτω κάτω, τη γνώση αυτή δεν χρειάζεται να μας την υποδείξει κανείς, υπάρχει μέσα μας. Ξέρουμε πότε λυπόμαστε, ξέρουμε πότε χαιρόμαστε. Κακό είναι αυτό που οδηγεί στη λύπη, καλό ό,τι μας πηγαίνει πιο κοντά στη χαρά.
*Το «Κονσέρτο στην Κολωνία» του Keith Jarrett το λογαριάζω στα χαρούμενα πάθη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου