"Κάθε υποδούλωση των ανθρώπων, είναι ταυτόχρονα περιορισμός της δικής μου ελευθερίας. Είμαι ελεύθερος άνθρωπος μόνο στο μέτρο που αναγνωρίζω την ανθρωπιά και την ελευθερία όλων των ανθρώπων γύρω μου. Όταν σέβομαι την ανθρωπιά τους, σέβομαι τη δική μου".
Σαν σήμερα, πριν 200 χρόνια, στις 30 Μαΐου του 1814, γεννιέται στο Ταλίνιν της Ρωσίας ο Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Μπακούνιν, ο πιο γνωστός της πρώτης γενιάς των φιλόσοφων του αναρχισμού. Στην πορεία της ζωής του θα συνδεθεί περισσότερο με τις έννοιες του κολεκτιβισμού και της αθεΐας, θα περιπλανηθεί σε ολόκληρο τον κόσμο ενεργώντας ως ακτιβιστής του αναρχικού σοσιαλισμού, θα γίνει μέλος της Πρώτης Διεθνούς, θα προβλέψει το τραγικό αδιέξοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου, θα έρθει σε σύγκρουση με τον Μαρξ, θα συμμετάσχει σε εξεγέρσεις και θα εμπνεύσει ολόκληρες γενιές ταξικής πάλης σε παγκόσμια κλίμακα.
Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας γαιοκτημόνων, ο Μπακούνιν κατατάσσεται αρχικά (1828) στην σχολή του πυροβολικού της Αγίας Πετρούπολης, έναν "θύλακα" ελεύθερης σκέψης και πολιτικοκοινωνικού προβληματισμού, όμως το 1835 παραιτείται και πηγαίνει στη Μόσχα. Παίρνει άδεια να σπουδάσει φιλοσοφία στη Γερμανία με τη βοήθεια του Αλεξάντερ Χέρτσεν, πιονέρου του ρωσικού σοσιαλισμού, ο οποίος χρόνια αργότερα θα πει την περίφημη φράση για τον Μπακούνιν: "Ήταν ένας Κολόμβος χωρίς Αμερική και μάλιστα χωρίς κανένα πλοίο". Στο Βερολίνο, τη Δρέσδη και τη Λειψία έρχεται σε επαφή με τη φιλοσοφία του Χέγκελ και προσχωρεί στο κίνημα της εγελιανής αριστεράς.
Ο Μιχαήλ Μπακούνιν το 1863.
Το 1843 γνωρίζει τον Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν στη Γαλλία και εντυπωσιάζεται από τις αναρχικές ιδέες του. Το 1848 παίρνει μέρος στην Φεβρουαριανή Επανάσταση του Παρισιού και στη συνέχεια ταξιδεύει στην Ανατολική Ευρώπη παίρνοντας μέρος στο Σλαβικό συνέδριο της Πράγας. Αμέσως μετά εκδίδει το πρώτο του μανιφέστο με τίτλο "Έκκληση προς τους Σλάβους", στο οποίο καταγγέλλει την αστική τάξη ως ξοφλημένη αντεπαναστατική δύναμη και δηλώνει ότι θεωρεί τους αγρότες (κυρίως τους Ρώσους) ως τον βασικό φορέα της επερχόμενης επανάστασης. Ένα χρόνο αργότερα, το 1849, συμμετέχει στην εξέγερση της Δρέσδης, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο, ποινή που μετατρέπεται σε ισόβια.
Το 1851 εκδίδεται στη Ρωσία, όπου μένει έγκλειστος για 6 χρόνια στην Αγία Πετρούπολη και στη Σιβηρία. Εκεί παντρεύεται την Πολωνέζα Αντονία Κβιατκόφσκα. Τελικά δραπετεύει και μετά από πορεία εκατοντάδων χιλιομέτρων, επιβιβάζεται σε ένα αμερικανικό πλοίο, το οποίο τον μεταφέρει στην Ιαπωνία, από όπου ο Μπακούνιν περνάει στην Αμερική και επιστρέφει στην Ευρώπη, φιλοξενούμενος από τον Χέρτσεν στο Λονδίνο. Εκεί δημοσιεύει τον "Συναγερμό της Επανάστασης", ένα από τα πιο γνωστά του δοκίμια και είναι πλέον έτοιμος να επανέλθει στη δράση και τη διάδοση των αναρχικών του ιδεών.
Ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ
Ο αναρχισμός εμφανίζεται στα μέσα του 19ου αιώνα, παράλληλα με τον επιστημονικό υλισμό των Μαρξ και Ένγκελς. Μπορεί στην αρχή να μοιάζει με ένα μικρό κεφάλαιο στο βιβλίο του σοσιαλισμού, όμως γρήγορα θα ριζώσει στην καρδιά των κοινωνικών αγώνων και θα βοηθήσει στη μεταβίβαση της πολιτικής εξουσίας από τους φεουδάρχες στην τάξη των αστών. Γνωρίζει την μεγάλη του άνθηση μετά την Παρισινή Κομμούνα (1871), όμως οι βάσεις του μπαίνουν λίγο νωρίτερα, κυρίως από τον Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν και τον Μιχαήλ Μπακούνιν.
Ο Προυντόν, "αναρχικός δημοκράτης", εκπροσωπεί το μοντέλο της ειρηνικής ανατροπής. Είναι αντίθετος στο κράτος και την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αιτίες και τα δυο της κοινωνικής αδικίας, και υποστηρίζει πως αμφότερα πρέπει να εξαφανιστούν και στη θέση τους να δημιουργηθεί μια οικονομία ανιδιοτελούς αμοιβαιότητας. Η θεωρία του μιλάει για μια ένωση εργατών που τα μέλη της θα στηρίζουν το ένα το άλλο. Έρχεται σε ρήξη με τον γαλλικό κολεκτιβισμό, προωθώντας την μετάβαση από τον μονοπωλιακό καπιταλισμό σε μια ελεύθερη ένωση παραγωγών. Τάσσεται υπέρ των συνεταιρισμών και προτιμάει σαφώς την ατομική ιδιοκτησία των εργατών και των αγροτών από την κοινωνικοποίηση της γης και των χώρων εργασίας.
Μπακούνιν και Προυντόν, οι θεμελιωτές του αναρχισμού.
Αντίθετα με τον Προυντόν, ο Μπακούνιν εκπροσωπεί τον βίαιο αναρχισμό. Οι ορμητικές και ριζοσπαστικές του ιδέες τον απομακρύνουν από τις θεωρίες του Γάλλου, θέτοντας τα συνολικά ζητήματα σε νέες βάσεις. Καταγγέλλει την αστική τάξη ως παντελώς άχρηστη και ανίκανη για επαναστατική δράση και φροντίζει να είναι πρακτικός και σαφής: δεν τον ενδιαφέρει μια ένωση των εργατών που τα μέλη της θα υποστηρίζουν το ένα το άλλο. Απέναντι στη δύναμη του κράτους, αντιπαραθέτει την ένωση των ελεύθερων ατόμων, στοχεύοντας άμεσα στον κολεκτιβισμό.
Ο Μπακούνιν γράφει χαρακτηριστικά στις "Τρεις διαλέξεις στους εργάτες της Κοιλάδας του Σεν Ιμιέρ" (Μάιος του 1871): "Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αισθάνεται και να ξέρει ότι είναι ελεύθερος - και επομένως δεν μπορεί να εκφράσει την ελευθερία που αισθάνεται - παρά μόνο ανάμεσα στους ανθρώπους. Για να είμαι ελεύθερος, έχω ανάγκη να βλέπω ότι με περιβάλλουν και με θεωρούν ως ελεύθερο, ελεύθεροι άνθρωποι. Η ελευθερία όλων δεν είναι ένα όριο για εμένα, όπως ισχυρίζονται οι ατομικιστές, αντίθετα, είναι η επιβεβαίωση, η απόδειξη και η ατελείωτη επέκταση".
Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΑΡΞ
Ο Μπακούνιν προσχωρεί το 1868 στην Α' Διεθνή, μια ένωση ριζοσπαστικών κομμάτων και συνδικάτων της εργατικής τάξης που έχει σαν σκοπό της την μετατροπή των καπιταλιστικών κρατών σε σοσιαλιστικές δημοκρατίες και την τελική τους ενοποίηση σε μια παγκόσμια ομοσπονδία. Συγχρόνως όμως στρατολογεί τους οπαδούς του σε μια σχεδόν συνωμοτική Σοσιαλδημοκρατική Συμμαχία, την οποία προορίζει ως επαναστατική πρωτοπορία στους κόλπους της Διεθνούς. Οι αντιεξουσιαστικές του αντιλήψεις διαμορφώνουν μια από τις κυρίαρχες τάσεις του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος.
Ο Καρλ Μαρξ συγκρούστηκε με τον Μπακούνιν και τον διέγραψε από την Πρώτη Διεθνή.
Ο Μπακούνιν μιλάει πλέον ανοιχτά για "ελευθεριακό" κομμουνισμό. Προβλέπει την τυραννική προοπτική της δικτατορίας του προλεταριάτου και έρχεται σε ρήξη με τον Μαρξ ως προς τη σύνθεση των δυνάμεων που υποτίθεται ότι θα γκρεμίσουν την αστική κοινωνία. Ο μεν Μαρξ ορίζει τους προλετάριους ως την επόμενη πλειοψηφία της κοινωνίας, ο δε Μπακούνιν προτιμάει τους "εξαθλιωμένους κουρελήδες", αυτούς που είναι ανυπότακτοι από ένστικτο. Οι πρώτοι, σύμφωνα με τον Μαρξ, θα πρέπει να απαιτήσουν αύξηση μισθού και μείωση του χρόνου εργασίας, αποκτώντας στην πορεία συνείδηση της δύναμής τους.
Οι δεύτεροι, σύμφωνα με τον Μπακούνιν, είναι μειονότητες αποτελούμενες από κατεστραμμένους, στασιαστές και ληστές, όλοι τους κατάλοιπα της φεουδαρχικής εποχής, όμως έτοιμοι ανά πάσα στιγμή για εξέγερση. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Δεν έχει να κάνει μόνο με την "στρατηγική" της επανάστασης, αλλά - πολύ σημαντικότερο - με τις ιδεολογικές διαφορές ανάμεσα στον αναρχισμό και τον μαρξισμό. Ο Μπακούνιν μιλάει προφητικά για την δικτατορία του προλεταριάτου, στη συνέχεια για την δικτατορία δίχως το προλεταριάτο και τελικά για την δικτατορία ενάντια στο προλεταριάτο.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ
Το μεγάλο ερώτημα πλέον είναι το εξής: Η ανατροπή της κοινωνίας θα επιτευχθεί από την κορυφή, μέσα από τους ηγέτες των προλετάριων που κινδυνεύουν να μετεξελιχθούν σε "επαγγελματίες" επαναστάτες ή θα είναι ένας συνεχής αγώνας που θα διεξάγεται στη βάση και που για να πετύχει θα απαιτείται η ολοκληρωτική καταστροφή κάθε δομής του παλιού κόσμου, συμπεριλαμβανομένου και του κράτους; Κάπως έτσι φτάνουμε στην πρώτη μεγάλη ρήξη του εργατικού κινήματος, που περνάει και στην προσέγγιση της επαναστατικής τακτικής.
Ο Μπακούνιν παρουσιάζεται ανυποχώρητος σε αυτό που δημιουργεί την αντίφαση μεταξύ επανάστασης και κράτους. Δεν τον απασχολεί μόνο η πολιτική διάσταση του θέματος, αλλά και η ηθική: "Όσο θα υπάρχουν κράτη, οι λαϊκές μάζες, ακόμα και στα πιο δημοκρατικά καθεστώτα, θα είναι πραγματικοί σκλάβοι, γιατί δεν θα εργάζονται για τη δική τους ευτυχία, αλλά για την κυριαρχία και τον πλουτισμό του κράτους" (συζήτηση με τους εργάτες της Κοιλάδας του Σεν Ιμιέρ). Ο Μπακούνιν αντιπαραθέτει σε κάθε μορφή καταπίεσης την ευτυχία, τον "ανθρώπινο παράδεισο επί της Γης", όπως την ονομάζει πολύ χαρακτηριστικά.
Από την άλλη μεριά, ο Μαρξ και κυρίως στη συνέχεια οι λενινιστές, θεωρούν ότι ο σοσιαλισμός θα εδραιωθεί μόνο μέσα από την κατάληψη της κρατικής εξουσίας. Στην πραγματικότητα στηρίζουν την ιδέα ενός πραξικοπήματος, καταδικάζοντας όσους υποστηρίζουν ότι μια τέτοια απελευθέρωση θα ισοδυναμεί με μια νέα μορφή καταπίεσης. Έτσι, όταν τον Οκτώβρη του 1917 οι Μπολσεβίκοι θα πάρουν την εξουσία, τα Σοβιέτ που είναι η μοναδική πραγματική εκπροσώπηση της φωνής του λαού, θα σταθούν ανίκανα να ελέγξουν αυτή την εξουσία και να σταθούν απέναντί της. Δεν θα μπορέσουν, όπως έχει προβλέψει αρκετά χρόνια πριν ο Μπακούνιν, να "αρθούν στο ύψος της περίστασης, μην έχοντας συναίσθηση του κινδύνου ότι η δικτατορία του προλεταριάτου θα είναι απειλή για την επανάσταση".
Ο "Μπάτκο" (Νέστορ Μαχνό) και οι ναύτες της Κροστάνδης θα είναι οι μοναδικές εξαιρέσεις: ο μεν πρώτος θα κυνηγηθεί και θα βρει καταφύγιο στο Παρίσι, οι δε δεύτεροι θα δολοφονηθούν από τα στρατεύματα του Τρότσκι ή θα μεταφερθούν σε στρατόπεδα της Σιβηρίας. Οι λενινιστικοί μηχανισμοί θα εμποδίσουν στο μέλλον κάθε μορφή πολιτικής παρουσίας των διαδόχων του Μπακούνιν, κλείνοντας έτσι οριστικά το κεφάλαιο της "κατάκτησης της ευτυχίας". Ένα κεφάλαιο, του οποίου οι σελίδες ούτως ή άλλως, έχουν "σκιστεί" από το βιβλίο της "πορείας προς τον σοσιαλισμό", με τη διαγραφή του Μπακούνιν και των συντρόφων του από την Πρώτη Διεθνή, το 1872 στο συνέδριο της Χάγης.
Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, στο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών στη Βέρνη (1868), ο Μπακούνιν δηλώνει ξεκάθαρα από το βήμα, με τον Μαρξ να τον ακούει από τα έδρανα: "Δεν είμαι κομμουνιστής, γιατί ο κομμουνισμός συγκεντρώνει και απορροφά όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας στα χέρια του κράτους". Ο αντιεξουσιαστικός σοσιαλισμός και ο αναρχοκολεκτιβισμός του Μπακούνιν εκφράζονται μέσα από έναν συνεχή ακτιβισμό, μακριά από τα θεωρητικά πλαίσια του επιστημονικού σοσιαλισμού της μαρξιστικής ανάλυσης. Οι θεωρητικές αναζητήσεις, υποστηρίζει, ειδικά όταν είναι προσκολλημένες σε ορθολογικά μοτίβα, οδηγούν τη δράση σε αδιέξοδα και μεταμορφώνουν τους επαναστάτες σε δικτάτορες.
Διακηρύττει συνεχώς ότι "κανένα βιβλίο, κανένα σύστημα, καμία θεωρία, δεν πρόκειται να σώσουν τον κόσμο". Η θεωρία υποδουλώνει, αποπροσανατολίζει, εγκλωβίζει. Διδάσκοντας ο Μαρξ θεωρίες στους εργάτες, υποστηρίζει ο Μπακούνιν, "δεν θα πετύχει τίποτα άλλο από το να καταπνίξει την επαναστατική θέρμη που ήδη διαθέτει κάθε άνθρωπος, την τάση για ελευθερία, το πάθος για ισότητα, το ιερό ένστικτο της εξέγερσης". Ο ίδιος θα αποφύγει τις πνευματικές αναζητήσεις στα δικά του γραπτά, επικεντρώνοντας την προσοχή του στην ηθική πλευρά παρά σε αφηρημένες φόρμουλες. Ο Μπακούνιν είναι πολυγραφότατος, αλλά δεν ολοκληρώνει ούτε ένα από τα βιβλία ή τα δοκίμιά του.
ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ
Ωστόσο μέσα στα κείμενά του υπάρχουν σε αφθονία όλες οι απαραίτητες αναφορές μιας οπωσδήποτε πρακτικής φιλοσοφίας που φροντίζει να έρχεται συνεχώς σε σύγκρουση με τα "σύμβολα" της καταπίεσης: καπιταλιστική εκμετάλλευση, θρησκείες, κοινωνική αλλοτρίωση, κρατική βία κλπ. Το 1871 γράφει το πιο γνωστό του βιβλίο, παράλληλα και χαρακτηριστικότατο δείγμα της γραφής του, δηλαδή ασύνδετο, επαναλαμβανόμενο, χωρίς συνοχή, γεμάτο αχρείαστες σημειώσεις. Όμως το "Θεός και Κράτος", εκτός από όλα τα προηγούμενα, ξεχωρίζει και για τη δύναμή του, τη στιβαρότητα μιας εσωτερικής λάμψης που καταθέτει με μοναδικό τρόπο το αναρχικό του τσιτάτο μέσα από ακατανίκητης έλξης αφορισμούς.
Μέσα στο "Θεός και Κράτος" απορρίπτονται ασυζητητί όλες οι μορφές εξουσίας. Σε μια συγκλονιστική παράγραφο ανυπότακτης αποφασιστικότητας, ο Μπακούνιν απευθύνει το κατηγορώ του ενάντια "σε όλους τους βασανιστές, όλους τους καταπιεστές και όλους τους εκμεταλλευτές της ανθρωπότητας - παπάδες, μονάρχες, κρατικούς αξιωματούχους, στρατιωτικούς, χρηματιστές, κάθε λογής επίσημους, αστυνόμους, χωροφύλακες, δεσμοφύλακες και δήμιους, καπιταλιστές και αγιογδύτες, συμβολαιογράφους και μεγαλοκτηματίες, δικηγόρους, οικονομολόγους, πολιτικούς κάθε απόχρωσης, μέχρι τον πιο μικρό εμποράκο που πουλάει ζαχαρωτά". Αλλά οι κύριοι θεσμοί της ανθρώπινης υποδούλωσης, "οι δυο εφιάλτες μου", όπως τους αποκαλεί, είναι η Εκκλησία και το Κράτος.
Ο Μπακούνιν μαζί με αναρχικούς συντρόφους του το 1869 στη Βασιλεία.
Κάθε κράτος είναι το όργανο με το οποίο μια προνομιούχα μειονότητα έχει αποκτήσει εξουσία πάνω στην τεράστια πλειοψηφία. Και κάθε εκκλησία είναι πιστός σύμμαχος του κράτους στην υποταγή της ανθρωπότητας. "Όντας ο Θεός το παν", γράφει ο Μπακούνιν, "ο πραγματικός κόσμος και ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα. Όντας ο Θεός η αλήθεια, η δικαιοσύνη, το καλό, η ομορφιά, η δύναμη και η ζωή, ο άνθρωπος είναι το ψέμα, η αδικία, το κακό, η ασχήμια, η αδυναμία και ο θάνατος. Όντας ο Θεός ο αφέντης, ο άνθρωπος είναι δούλος". Έτσι, αν ο Θεός υπάρχει πραγματικά, καταλήγει ο Μπακούνιν, θα πρέπει να τον καταργήσουμε. Με μια φράση, αν οι άνθρωποι θέλουν να είναι ελεύθεροι, τότε θα πρέπει να αποτινάξουν τον ζυγό της κοσμικής και της θρησκευτικής εξουσίας.
Ο πόλεμος του Μπακούνιν εναντίον του κράτους και της εκκλησίας είναι ανυποχώρητος. Ο ίδιος δίνει τις δυο κατευθυντήριες γραμμές: η δύναμη της σκέψης και η επιθυμία της εξέγερσης είναι "οι πολυτιμότερες ιδιότητες" των ανθρώπων ενάντια στην αιώνια δουλεία. Αυτά τα όπλα πρέπει να χρησιμοποιηθούν εναντίον του κράτους και της θρησκείας. Και όταν επιτευχθεί η ανατροπή, τότε θα ανατείλει μια νέα εποχή ελευθερίας και ευτυχίας για την ανθρωπότητα. Όμως, προειδοποιεί ο Μπακούνιν, υπάρχει ένας καινούργιος εχθρός, μια νέα τάξη προορισμένη να κρατήσει τις μάζες στην άγνοια για να τις εξουσιάζει. Πρόκειται για τους διανοούμενους, αρχηγός των οποίων είναι ο Μαρξ.
Η "κυβέρνηση" μιας μορφωμένης ελίτ "δεν μπορεί παρά να είναι αδύναμη, γελοία, απάνθρωπη, σκληρή, καταπιεστική, εκμεταλλευτική, ολέθρια". Ο Μπακούνιν διακηρύσσει μια "εξέγερση της ζωής ενάντια στην επιστήμη ή μάλλον ενάντια στη διακυβέρνηση της επιστήμης". Επιμένει ότι η αληθινή αποστολή της επιστήμης και της μάθησης δεν είναι να κυβερνάνε τους ανθρώπους, αλλά να τους σώσουν από τη δεισιδαιμονία, τον μόχθο και την αρρώστια. "Με δυο λόγια", γράφει στο Θεός και Κράτος, "η επιστήμη είναι η πυξίδα της ζωής, όχι όμως η ίδια η ζωή". Έτσι λοιπόν, η μάθηση πρέπει να πάψει να αποτελεί κληρονομιά των λίγων και να γίνει κληρονομιά όλων, "ώστε οι μάζες, παύοντας να είναι κοπάδια που τα οδηγούν και τα κουρεύουν οι προνομιούχοι παπάδες, να πάρουν στα χέρια τους τη μοίρα τους".
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το "Θεός και Κράτος" εκδόθηκε το 1882, μετά τον θάνατο του Μπακούνιν (1876), γιατί ήταν τότε που βρέθηκε το χειρόγραφο ανάμεσα στα χαρτιά του από δυο άλλους αναρχικούς, τους Κάρλο Καφιέρο και Ελιζέ Ρεκλί. Στην πραγματικότητα ήταν μέρος του έργου "Η Κνουτογερμανική Αυτοκρατορία και η Κοινωνική Επανάσταση", το οποίο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Πρόκειται πάντως για μια τεράστια παρακαταθήκη ενός ανθρώπου που μπορεί να μη διαμόρφωσε ένα δικό του θεωρητικό σύστημα επειδή δεν ήταν αυτή η φιλοδοξία του, αλλά ένωσε τους διασκορπισμένους μαχητές κάτω από τη "σημαία" της εξέγερσης με συγκεκριμένα ζητούμενα.
Ο τάφος του Μπακούνιν στη Βέρνη της Ελβετίας.
Καταστροφή του κράτους, της Εκκλησίας και του στρατού και ταυτόχρονα αδυσώπητη κριτική του κεφαλαίου. Ο Μπακούνιν παρουσίασε μια δική του αντιεξουσιαστική σοσιαλιστική ηθική, την οποία στήριξε πάνω στην ανυπακοή, τον αθεϊσμό και την εξέγερση. Υπερασπίστηκε σθεναρά τον κολεκτιβισμό και επέλεξε να μείνει μακριά από κάθε μορφή εξουσίας, έχοντας σαν όνειρο μια επανάσταση, η οποία θα κατέστρεφε μαζικά το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής και οικονομίας για να το αντικαταστήσει από ένα συνεταιριστικό δίκτυο που θα το διαχειριζόταν άμεσα η εργατική βάση.
Ενέπνευσε εκατομμύρια εργάτες και προλετάριους σε όλο τον κόσμο, επηρεάζοντας τα αναρχικά κινήματα του 19ου και του 20ου αιώνα σε όλη την Ευρώπη, από τη Ρωσία μέχρι την Ισπανία. Οραματίστηκε την ηθική πρόοδο των ανθρώπων και την ευτυχία τους. Υπήρξε έντιμος και μάχιμος ακτιβιστής σε μια δύσκολη εποχή για αλλαγές, στάθηκε πάντοτε με θάρρος και οργή απέναντι στη διαφθαρμένη καταπίεση του κράτους και της εκκλησίας και δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τον Μαρξ ως προς τη φύση των δυνάμεων που υποτίθεται ότι θα γκρέμιζαν την αστική κοινωνία,. Το επαναστατικό κίνημα βρήκε στο πρόσωπό του έναν "μεγάλο" και σαν τέτοιο τον τίμησαν ο αναρχισμός, ο σοσιαλισμός, το πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι και τελικά η ίδια η Ιστορία.
Πηγές: ramnousia.com, tovima.gr, eleftheriakos.gr, athens.indymedia.org, Larousse Le siècle rebelle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου