Λένε ότι όποιος γνωρίζει την αγάπη είναι καταδικασμένος να γνωρίσει και τη θλίψη. Αυτό, από μόνο του, καθιστά την αγάπη τραγική φιγούρα όμως, ευθύνεται εκείνη για την ενδεχόμενη θλίψη; Καλό θα ήταν, πριν μιλήσουμε για τη θλίψη, να ξεκινήσουμε ορίζοντας την αγάπη όπως ακριβώς είναι... Ακραιφνής. Καθαρή, δηλαδή, από κάθε συναίσθημα αφού η αγάπη δεν είναι συναίσθημα αλλά πράξη.
Ας το εξηγήσουμε περαιτέρω και ας προσπαθήσουμε να το κάνουμε περισσότερο κατανοητό...
Ένας από τους σημαντικότερους μηχανισμούς στη δημιουργία των σχέσεων είναι η κάθεξη. Η κάθεξη, είναι η διαδικασία κατά την οποία αφομοιώνουμε τον άλλο… Τον αποκτούμε! Συγκεκριμένα, η επένδυση συναισθήματος από τη μεριά μας “ντύνει” τον άλλο με την ίδια, μοναδική, συναισθηματική απόχρωση που έχουμε εμείς, κάνοντάς τον να φαντάζει κομμάτι του εαυτού μας. Η κάθεξη, λοιπόν, είναι η προέκταση του εαυτού μας στον άλλο, η οποία είναι ραμμένη με την κλωστή της επιθυμίας.
Όπως, ακριβώς, επενδύουμε έτσι όταν ο άλλος απομακρύνεται από εμάς νιώθουμε την απώλεια ενός κομματιού του εαυτού μας. Στην ουσία, η απομάκρυνση του άλλου συμβολίζει έναν συναισθηματικό ακρωτηριασμό αφού, πλέον, τον ορούσαμε ως μέρος μας και όχι ως ξεχωριστή οντότητα. Η εμπειρία αυτή, λοιπόν, γεννά τον πόνο τον οποίο, αν δεν αποδεχτούμε, καταλήγει σε κατάθλιψη. Πώς, όμως, σχηματίζεται, ακριβώς, η κατάθλιψη και τίνος αποτέλεσμα είναι;
Όπως και σε ένα πεδίο μάχης η θλίψη είναι ο απόηχος της σύγκρουσης. Η σύγκρουση, αυτή, είναι ενδόμυχη και εσωτερική και αφορά την επίθεση του Εγώ – του συνειδητού κομματιού του εαυτού μας – στο αντικείμενο που μας έθλιψε. Επειδή, όμως, το αντικείμενο αυτό υπήρξε αντικείμενο αγάπης, το Εγώ καταλήγει να επιτίθεται στα εσωτερικευμένα κριτήρια που το ανάγκασαν να το μισήσει. Σκεφτείτε το Εγώ σαν έναν απείθαρχο στρατιώτη ο οποίος αρνείται να σηκώσει το ξίφος του σε αυτόν που αγαπά και επιτίθεται σε αυτόν που το διέταξε να το κάνει… Το Υπερεγώ! Σηκώνει το ξίφος, λοιπόν, και δημιουργεί μία πληγή που πονά τον ίδιο διατηρώντας τη θλίψη εγκλωβισμένη μέσα του αντί να την αφήσει να εκτονωθεί.
Η μάχη συνεχίζεται καθώς ο καταθλιμμένος αρνείται να δεχτεί ότι αυτό που αγάπησε τόσο, τον πλήγωσε και τόσο και – ως εκ τούτου – αρνείται να αποκολληθεί από αυτό. Αντιθέτως, καθώς βλέπει λαβωμένο τον εσωτερικό του ψυχισμό – που είναι πλέον συνυφασμένος με το αντικείμενο που τον έβλαψε – προσπαθεί να τον ιάνει γινόμενος ο ίδιος ξενιστής του. Κυοφορεί κατά ένα τρόπο, δηλαδή, τον άλλο όπου εξακολουθεί να τον ραίνει με συναισθήματα αγάπης,συντηρώντας την ψευδαίσθηση ότι αυτός απλά νοσεί και χρειάζεται χρόνο για να αναρρώσει αντί να αποδεχτεί ότι τέλειωσε.
Φυσικά όσο διατηρεί αυτή την πεποίθηση είναι καταδικασμένος να υποφέρει ακριβώς όπως θα υπέφερε κάποιος που κρατά ένα σπαθί χωμένο μέσα του επειδή το “μέταλλό” του είναι πολύ πολύτιμο για να το αποχωριστεί.
Παρόλα αυτά, θα έλεγε κανείς ότι αυτή η αναπαράσταση θα γεννούσε συναισθήματα ευτυχίας στον εαυτό, όμως, παρά τα όσα, είναι αδύνατο να αφαιρεθεί, πραγματικά, το συναίσθημα βαθιάς αποστροφής για εκείνον που τον εγκατέλειψε… Συγχρόνως με την αγάπη, λοιπόν, επενδύεται και η οργή. Σκεφτείτε σαν να χτίζεται ένα οικοδόμημα τη μέρα και το βράδυ – οι ίδιοι – να το γκρεμίζετε. Το αποτέλεσμα είναι, τουλάχιστον, εξουθενωτικό και ευθύνεται για το αίσθημα κόπωσης που τυλίγει τον καταθλιμμένο.
Για να επιστρέψουμε στην αρχή, καταλαβαίνουμε ότι αυτό που ξεκινά τη θλίψη δεν είναι η αγάπη αλλά η αξίωση ότι στην πορεία ο άλλος έγινε κομμάτι μας και αποχωριζόμενοι αυτόν αποχωριζόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό. Εξάλλου, όπως ορίσαμε, η αγάπη δεν είναι συναίσθημα αλλά πράξη. Συγκεκριμένα, είναι το αποτέλεσμα της πράξης του να επενδύσουμε στον άλλο συναίσθημα χωρίς προσδοκία• αφού αυτή είναι η μόνη πράξη που είναι αδύνατο να καταλήξει να πονά τον εαυτό μας.
Συνοψίζοντας η κατάθλιψη είναι αλυσίδα η οποία δεν αφήνει το συναίσθημα να εκτονωθεί.
Είναι παιδί εσωτερικής σύγκρουσης όταν η επιθυμία μας συγκρούεται με τα κριτήριά μας.
Την αλυσίδα της την κρατούμε εμείς αφού εμείς είμαστε ταυτόχρονα και ευεργέτες και δέσμιοι της προκαλώντας την παγίδευση του πόνου μέσα μας• πόνου του οποίου η φύση απαιτεί μεγάλο θάρρος για να αντικρίσει κάποιος.
Για να καταφερθεί να αντιμετωπιστεί η κατάθλιψη χρειάζεται ο χρόνος να πενθήσεις… αλλά για να πενθήσεις… χρειάζεται, πρώτα, να αποδεχτείς την απώλεια…
Γράφει ο Ιάκωβος Σιανούδης
Bsc, ψυχοθεραπευτής
Bsc, ψυχοθεραπευτής
Πηγή: psychorropia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου