Πέρασαν ήδη τρεις εβδομάδες από τη στιγμή που τυπικά άνοιξε το σχολείο. Ένα σχολείο πλήρως απαξιωμένο, ένα σχολείο υποχρηματοδοτούμενο, που ελέγχεται όχι για το εκπαιδευτικό του έργο και το κατά πόσο ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά για τις οικονομικές του επιδόσεις.
Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι οι αντιλήψεις που υποτάσσουν την εκπαίδευση σε οικονομικά μοντέλα, δεν είναι και τόσο πρόσφατες. Ήδη από δεκαετίες πριν το σχολείο αντιμετωπίζεται ως μία οικονομική μονάδα. Όχι ως επένδυση, αλλά ως μονάδα που οφείλει να παράγει άμεσα οικονομικό κέρδος. Βέβαια, όλες αυτές οι οικονομικές (και πολιτικές κατά συνέπεια) θεωρήσεις δεν εξετάζουν την παιδεία ως μια συνεχή διαδικασία κοινωνικοποίησης και μεταφοράς γνώσης σε ανηλίκους. Αδιαφορούν για τις ψυχοπαιδαγωγικές ανάγκες των παιδιών και τούτες αντικαθίστανται από μαθηματικούς τύπους εξόδων κι εσόδων.
Έτσι, σε μία στενά πρισματική οικονομική διάθλαση, τα σχολεία στα χωριά συγχωνεύονται (κλείνουν). Κι ενώ στις μικρότερες σχολικές μονάδες, οι εκπαιδευτικές ανάγκες είναι μεγαλύτερες, τούτες στην πραγματικότητα μειώνονται φορτώνοντας το -οικονομικό και ψυχικό- βάρος μεταφοράς στους γονείς και τους μαθητές. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σε μαθητές που υποχρεώνονται σε μεγάλες χρονικά μετακινήσεις προκειμένου να φτάσουν στο σχολείο, οι βαθμοί επίδοσης παρουσιάζουν κατακόρυφη πτώση (τούτο αποδεικνύεται πρωτίστως και από μαθητές ιδιωτικών σχολείων και στην ύπαιθρο).
Η παιδευτική διαδικασία μαζί με τις προωθούμενες αλλαγές και τον νέο εκπαιδευτικό νόμο αποκαλύπτουν μια αδιανόητα ρηχή και διαχειριστική πρόσληψη του εκπαιδευτικού αγαθού, η οποία οδηγεί σε ανούσιες εξετασιοκεντρικές πρακτικές, σε πλήρη περιφρόνηση των εκπαιδευτικών αναγκών, των διδακτικών μηχανισμών και των παιδαγωγικών μεθόδων.
Μα ένα εκπαιδευτικό σύστημα που λειτουργεί αντιπαιδαγωγικά κι ενάντια στην παιδική και εφηβική ψυχολογία, μαθηματικά, ενισχύει το μίσος του μαθητή για το σχολείο, που το βιώνει ως εργασία και καταναγκαστικό έργο. Εμφανές αποτέλεσμα θα είναι η ένταση της σχολικής εγκατάλειψης και μάλιστα αποκλειστικά σχεδόν σε βάρος των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων. Και όσα παιδιά τελικά κατορθώσουν να ολοκληρώσουν το 12χρονο σχολείο, θα οδηγηθούν αναπόδραστα ίσως, στην ιδιωτική, επαγγελματική εκπαίδευση προκειμένου να καταφέρουν να αποκτήσουν ένα πιστοποιητικό αποσπασματικής κατάρτισης προσωρινής απασχόλησης.
Και το ΥΠΑΙΘ οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το σύνολο της εκπαιδευτικής πολιτικής στα χέρια ιδιωτών. Αν και ο νεοφιλελευθερισμός (στην κλασική του μορφή, της Σχολής του Σικάγο), έβλεπε την παιδεία ως υποχρέωση του κράτους στα ελάχιστα (κτιριακή υποδομή, βασική εκπαίδευση, κλπ.), και ως βάρος για τον ιδιώτη στο σύνολό της, από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Σήμερα πια η αρχή γίνεται με τα διάφορα κολέγια/ιδιωτικά πανεπιστήμια που συχνά συνεργάζονται με ξένα ιδρύματα χαμηλότερης ταξινόμησης από πολλά ελληνικά δημόσια ιδρύματα. Η συνέχεια δόθηκε με την κατάργηση δημοφιλών τεχνικών κι επαγγελματικών κατευθύνσεων σε ΚΕΚ και Τεχνικά/Επαγγελματικά Λύκεια και την υποχρεωτική φοίτηση σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια (σημειώνουμε ότι τα δημόσια ΙΕΚ έχουν δίδακτρα).
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι από καιρό αναπτύσσεται ο ιδιωτικός δάκτυλος στις κτιριακές υποδομές των σχολείων. Τα λιγοστά κονδύλια προς τους ΟΤΑ για τις επιδιορθώσεις των σχολικών συγκροτημάτων καθιστούν τα σχολεία κέντρα αυξημένης επικινδυνότητας. Παρατηρούμε εδώ και λίγα χρόνια την υλοποίηση ενός σχεδιασμού –αργός μεν, αλλά σταθερού βηματισμού- ώστε ιδιώτες να αναλάβουν τις επισκευές σχολείων (άμεσα) ή οι δήμοι να επιβάλουν ειδικούς φόρους, ώστε να έχουν επαρκή χρηματοδότηση για να γίνουν εργασίες συντήρησης. Η ανάγκη των δήμων να αναλάβουν τις ευθύνες τους για τις κτιριακές υποδομές, θα "υποχρεώσει" τους πρόθυμους Δημάρχους στην επιβολή τελών με διάφορα ονόματα (δίδακτρα, συμβολικό τέλος, ειδικό τέλος ανά σχολείο, κλπ.). Και φυσικά οι πλουσιότερες συνοικίες θα έχουν καλύτερα σχολεία (μέσα από υψηλότερα δίδακτρα ή τέλη) και τα σχολεία των υποβαθμισμένων συνοικιών, αδύνατων οικονομικά πολιτών, θα εγκαταλείπονται. Προς το παρόν απολαμβάνουμε μόνο χορηγίες...
Σύντομα θα δούμε και την ιδιωτική επέμβαση στα προγράμματα σπουδών των δημόσιων σχολείων, ανάλογα με τις ανάγκες των τοπικών επιχειρήσεων σε ειδικό προσωπικό. Με το πρόσχημα της άμεσης απασχόλησης των ικανότερων/καλύτερων, ακόμα και οι τοπικές κοινωνίες θα δέχονται τέτοιες παρεμβάσεις μπροστά στον τρόμο της ανεργίας. Βέβαια μόνο λίγοι θα προσλαμβάνονται (όπως βλέπουμε, για παράδειγμα, στη δημοσιογραφική σχολή του ΑΝΤ1). Οι πολλοί θα ζουν με το όνειρο μιας σίγουρης εργασίας έστω και λίγων ετών, μέχρι να λήξει η κατάρτισή τους και να βγουν νέες ανάγκες της επιχείρησης για αναζήτηση νέων μαθητών. Ήδη ένα πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση γίνεται με την εισαγωγή της μαθητείας στην Τεχνική Εκπαίδευση.
Το σχολείο ωστόσο, δεν είναι οικονομικό μοντέλο. Αποτελεί επένδυση της κοινωνίας στο μέλλον. Η επένδυση όμως τούτη δεν αποδίδει άμεσα. Όποιος επιμένει σε μετρήσιμα αποτελέσματα, παραβλέπει εσκεμμένα και τις ψυχοπαιδαγωγικές ανάγκες των μαθητών και τις ιδιαίτερες εθνικές και τοπικές συνθήκες που περιβάλλουν τη μαθητική κοινότητα. Αψηφά ότι η Παιδεία στόχο έχει, όχι απλά τη μετάδοση γνώσης και δεξιοτήτων, αλλά την ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού ως αυριανού πολίτη καθώς και της κριτικής του ικανότητας. Ξεχνά ότι το σχολείο είναι χώρος κοινωνικοποίησης. Έτσι, ουσιαστικά η Παιδεία αποτελεί επένδυση στον Άνθρωπο, στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η επιμονή μόνο στη γνώση και η υπαγωγή της παιδευτικής διαδικασίας σε μαθηματικά μοντέλα, από μόνη της καταδεικνύει τους στόχους και τα αποτελέσματα. Τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης κοινωνίας με άτομα που αδυνατούν να κρίνουν και θα λειτουργούν ως καταναλωτές συνθημάτων και επιφανειακών προσεγγίσεων μακριά από την επιστημονική τεκμηρίωση και πάντα υπό τη σκιά του λαϊκισμού. Τη δημιουργία μιας κοινωνίας αποσπασματικά καταρτισμένων μόνο για τις ανάγκες της αγοράς, κωφεύοντας στις ανάγκες του Ανθρώπου ως κοινωνικού όντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου