Μαμά, εγώ γιατί δεν πήρα τα μάτια σου;
– Μαμά, εγώ γιατί δεν πήρα τα μάτια σου;
Καθόμουν στον καναπέ και η κόρη μου, γύρω στα εννέα, είχε γονατίσει μπροστά μου και με κοίταζε κατευθείαν στα μάτια.
– Γιατί εγώ να έχω τόσο συνηθισμένα μάτια;
Ποτέ δεν κατάλαβα αυτό που έλεγαν διάφοροι για τον ανταγωνισμό μεταξύ μητέρας και κόρης και έλεγα, μα πώς είναι δυνατόν μια μητέρα να φτάνει στο σημείο να ανταγωνίζεται την κόρη της; Την ομορφιά της; Την εξυπνάδα; Τα νιάτα της;
Ευτυχώς, στη ζωή μου συνάντησα πολύ λίγες γυναίκες (μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού) που προσπαθούσαν με νύχια και με δόντια να παρατείνουν τη νεότητά τους σε βάρος των ανυποψίαστων θυγατέρων τους. Γυναίκες όμορφες, γυναίκες μορφωμένες, γυναίκες βυθισμένες, χωρίς προφανείς λόγους, σε βαθύτατα κόμπλεξ που μάλλον άθελά τους έβγαζαν στις κόρες τους ή ακόμα πιο έξω. Έβλεπα, στο σχολείο κυρίως ή σε πάρτι παιδικά, μητέρες αυστηρές, ντυμένες με την τελευταία λέξη της μόδας (της μόδας για δεκαοκτάχρονα όμως) να συνοδεύουν δεκατετράχρονες κόρες χωμένες σε ρούχα μεσοπολέμου (!) και να κοιτάνε με μισό μάτι τα κολάν και τα κοντά μπλουζάκια που φορούσαν οι συμμαθήτριες.
Και μου έκανε τρομερή εντύπωση.
Για ποιο λόγο μια μάνα να θέλει να ζει, η ίδια και όχι η κόρη της, στην εποχή της άλλης γενιάς; Είναι ζήλια; Ανασφάλεια; Ο χρόνος που περνάει; Ο χρόνος που δεν πέρασε τόσο καλά στην αντίστοιχη ηλικία;
Είναι υπέρμετρος εγωισμός;
Πάντως δυστυχία είναι σίγουρα. Και φυλακή. Φυλακή για μικρές και μεγάλες γιατί οι μικρές δε μεγαλώνουν ποτέ και οι μεγάλες θέλουν να μείνουν για πάντα μικρές.
Δε σου τέλειωσα, όμως, την ιστορία.
– Γιατί, μαμά, εγώ δεν πήρα τα μάτια σου;
– Θα σου πω αγάπη μου. Κοίτα με ξανά. Εγώ έχω αυτά τα ξεπλυμένα, σχεδόν κίτρινα μάτια. Η αδελφή μου έχει γαλαζοπράσινα. Ο αδελφός μου πράσινα και η μαμά μου λαδί. Ο πατέρας μου μπλε και του παππού μου ήταν, σχεδόν, γαλάζια. Τα είχα βαρεθεί όλα αυτά τα χρώματα και έτσι μόλις έμεινα έγκυος, προσευχήθηκα με όλη μου τη δύναμη να γεννηθεί το παιδί μου με φωτεινά, λαμπερά, υπέροχα καστανά μάτια! Όπως τα δικά σου. Κατάλαβες τώρα;
– Αλήθεια, μαμά; Εσύ ζήτησες να γεννηθώ έτσι;
– Εγώ, αγάπη μου. Και βλέποντάς σε σήμερα, ξέρω ότι είχα απόλυτο δίκιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου