Η ελληνική Αρχαιότητα είναι το θεμέλιο του πολιτισμού της Ευρώπης. Αυτή θεμελίωσε τον ορθολογισμό, τη φιλοσοφία, τις τέχνες και τις επιστήμες. Όταν μελετά κανείς τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, διαπιστώνει πόσα πολλά οφείλει στην ελληνική Αρχαιότητα. Η ελληνική αρχαιότητα δεν είναι απλώς ο θεμελιωτής όλων αυτών των κατορθωμάτων, αλλά είναι συγχρόνως και ο μόνιμος συνομιλητής του νεότερου και σύγχρονου κόσμου και πολιτισμού. Μέσα από αυτόν τον συνεχή και γόνιμο διάλογο προκύπτουν πάντοτε καινούργια στοιχεία και έτσι η πολιτισμική δημιουργία (φιλοσοφική, καλλιτεχνική, επιστημονική) συνεχίζεται στο διηνεκές.
Πρέπει να τονιστεί ότι η γνώση της ελληνικής Αρχαιότητας δεν μας είναι απαραίτητη για να γνωρίσουμε απλώς και μόνον τις ρίζες του πολιτισμού μας, αλλά και για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε σε βάθος τη σύγχρονη καλλιτεχνική, επιστημονική και φιλοσοφική δημιουργία, διότι η πρόσληψη της αρχαίας ελληνικής κουλτούρας και η αντιπαράθεσή μας με αυτήν άσκησε αποφασιστική επίδραση στην ανάπτυξη και διαμόρφωση της σύγχρονης πολιτισμικής δημιουργίας.
Η σχέση του σύγχρονου κόσμου με την αρχαία Ελλάδα άλλοτε είναι προφανής και άλλοτε συγκαλυμμένη. Όπως και να έχει το πράγμα, η διαπίστωση αυτής της σχέσης προϋποθέτει τη γνώση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Πάντως η παρουσία των αρχαίων Ελλήνων στον σύγχρονο κόσμο δεν είναι οπωσδήποτε παρουσία φαντασμάτων. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν «κυκλοφορούν» ανάμεσά μας ίδιοι και απαράλλαχτοι. Ανάμεσά μας κυκλοφορούν κάποιες ιδέες και κάποιες αξίες δικές τους, οι οποίες με το πέρασμα του χρόνου συχνά παίρνουν μια άλλη, μια καινούργια μορφή, η οποία πολλές φορές δεν μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε την καταγωγή τους.
Είναι, νομίζω, αυτονόητο ότι οι ελληνικές ιδέες και αξίες μόνον ως αρχέτυπα και παραδείγματα μπορούν να λειτουργήσουν εποικοδομητικά και γονιμοποιητικά για τις μεταγενέστερες κοινωνίες, αφού φυσικά προηγουμένως προσαρμοστούν στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας. Τότε μπορούν να λειτουργήσουν ως χρήσιμα ερεθίσματα και πηγή έμπνευσης, ως δεξαμενή ιδεών.
Ας έρθουμε τώρα σε τρία μεγάλα κατορθώματα του ελληνικού πολιτισμού. Αυτά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι:
ο ορθολογικός τρόπος προσέγγισης και ερμηνείας του κόσμου και της ζωής,
η επινόηση και θεσμοθέτηση της δημοκρατίας και
η θεμελίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το πρώτο πραγματοποιήθηκε με τον φιλοσοφικό-επιστημονικό στοχασμό των πρώτων Ελλήνων φιλοσόφων, των Προσωκρατικών. Με αυτούς συντελέστηκε η μετάβαση από τον μύθο στον λόγο.
Το δεύτερο κατόρθωμα, η δημοκρατία γεννιέται με την εμφάνιση της περίφημης πόλεως-πολιτείας και συνάπτεται στενά με τη θεμελίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο κοινωνικοπολιτικός οργανισμός της πόλεως – πολιτείας γίνεται ο τόπος πραγμάτωσης των ηθικών, πολιτικών και πνευματικών αξιών (ελευθερία, ισότητα, φιλία, δικαιοσύνη, ανδρεία, σωφροσύνη, σοφία, φρόνηση). Είναι ο τόπος πραγμάτωσης του ανθρώπου ως ανθρώπου.
Η αρχαία ελληνική δημοκρατία έχει έντονα ηθικό χαρακτήρα, αφού το έσχατο κοινό αγαθό, στο οποίο αποβλέπει, δηλαδή η ευδαιμονία όλων των πολιτών, θεμελιώνεται στην αρετή. Αντίθετα «οι νεότερες και σύγχρονες δημοκρατίες είναι βασικά τεχνοκρατικοί μηχανισμοί εξουσίας, είναι συστήματα θεσμών με σκοπό τη λήψη πολιτικών αποφάσεων μέσα από ανταγωνιστικές διαδικασίες, που αποβλέπουν στην εξασφάλιση ευημερίας βάσει οικονομικών κυρίως αγαθών».
Όμως μια τέτοια τεχνοκρατική και δήθεν ρεαλιστική αντίληψη της πολιτικής απέχει πολύ από τις αρχαιοελληνικές πολιτικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες η πολιτεία είναι ένας κοινωνικοπολιτικός οργανισμός με ηθικο-παιδευτικό χαρακτήρα. Τέτοιες τεχνοκρατικές αντιλήψεις οδηγούν αναπότρεπτα σε επικίνδυνη συρρίκνωση και έκπτωση της δημοκρατίας και της πολιτικής.
Συμφωνά με τις νεότερες αυτές αντιλήψεις περί δημοκρατίας τη θέση της Εκκλησίας του δήμου, του συνόλου δηλαδή των πολιτών που εκφράζουν και συνιστούν τη βούληση της πολιτείας, την παίρνει στον νεότερο και σύγχρονο κόσμο μια πολύπλοκη, απρόσωπη και γραφειοκρατική μηχανή που λέγεται κράτος και στέκεται απέναντι στον πολίτη, απέναντι στον λαό. Έχουμε δηλαδή μια σχέση αντιπαλότητας ανάμεσα στον λαό αφενός και στην κρατική εξουσία αφετέρου, όσο και αν η τελευταία προέρχεται από τον λαό και υπάρχει, υποτίθεται, χάριν του λαού. Σε μια τέτοια δημοκρατία δεν έχουν θέση ιδανικοί στόχοι .και ιδανικά αγαθά, ούτε αντιλήψεις περί ευρείας συμμετοχής των πολιτών στην εξουσία, υποστηρίζουν ορισμένοι, όπως π.χ. ο Isaiah Berlin. Συμφωνά με τις ακραίες αυτές αντιλήψεις η ελευθερία και η ισότητα, που υπήρξαν αναπόσπαστα συστατικά στοιχεία της έννοιας της δημοκρατίας για τους Έλληνες, δεν αποτελούν πλέον ιδανικά της.
Όσον αφορά το τρίτο μεγάλο κατόρθωμα των Ελλήνων, το ζήτημα δηλαδή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υποστηρίζεται συχνά ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για ύπαρξη τέτοιων δικαιωμάτων στην αρχαία Ελλάδα. Πριν μιλήσουμε όμως για τις αιτίες αυτής της πλάνης, πρέπει να πούμε τι είναι ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία βεβαίως συνδέονται άρρηκτα με τη δημοκρατία. Ανθρώπινα δικαιώματα καθιερώθηκε να λέγονται τα δικαιώματα εκείνα τα οποία δικαιούται να έχει κάθε άνθρωπος με βάση και μόνον το γεγονός ότι είναι άνθρωπος, ανεξάρτητα δηλαδή από οποιεσδήποτε ιδιαιτερότητες, που ανάγονται σε φυλετικές, πολιτικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, ιδεολογικές, μορφωτικές και όποιες άλλες διαφορές. Η αναγνώριση αυτών των δικαιωμάτων προϋποθέτει την αναγνώριση και τον σεβασμό του ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου, ως αυταξίας και κατά συνέπεια την αποδοχή της ισότητας όλων των ανθρώπων ως ανθρώπων.
Τα βασικότερα από αυτά τα δικαιώματα είναι: το δικαίωμα της ζωής, της ελευθερίας, της ασφάλειας, της αναγνώρισης κάθε ανθρώπου ως προσώπου, της τήρησης όλων των προϋποθέσεων απονομής αληθινής δικαιοσύνης, το δικαίωμα του κατηγορουμένου να θεωρείται αθώος μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, το δικαίωμα του άσυλου της κατοικίας και της ιδιωτικής γενικότερα ζωής, το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης και διαμονής, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, το δικαίωμα της ελεύθερης γνώμης και έκφρασης, το δικαίωμα της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, το δικαίωμα να μην υπόκειται ο άνθρωπος σε βασανιστήρια και κάθε άλλη ταπεινωτική μεταχείριση ή ποινή.
Σχετικά με το ερώτημα αν μπορούμε να μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα στην αρχαία Ελλάδα οι περισσότεροι απαντούν αρνητικά και υποστηρίζουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι απότοκα της ηθικοπολιτικής κατάστασης των νεότερων χρόνων. Έτσι πολλοί υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για ανθρώπινα δικαιώματα στην αρχαία Ελλάδα, επειδή η αξία και η σημασία της ελληνικής πόλεως-πολιτείας, που είναι ο φορέας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι πολύ υπέρτερες από εκείνες του ατόμου. Και αυτό είναι κατά τη γνώμη τους απαγορευτικό για την ύπαρξη ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όμως το επιχείρημα δεν είναι ισχυρό, διότι σε τελευταία ανάλυση, παρότι η πόλις-πολιτεία αποτελεί μεγαλύτερο αγαθό από εκείνο του ατόμου, υπάρχει τελικά χάριν της ευδαιμονίας όλων των πολιτών, άρα και του κάθε ατόμου χωριστά.
Η ύπαρξη ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ισχυρίζονται, προϋποθέτει την αναγνώριση και τον σεβασμό του ανθρώπου, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε ποιότητες και ιδιαιτερότητες και πέρα και ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε πολιτικές και κοινωνικές διακρίσεις, ενώ οι αρχαίοι Έλληνες, υποστηρίζουν, συνάπτουν και άρα διαφοροποιούν τα δικαιώματα των πολιτών ανάλογα με την κοινωνική τους θέση. Είναι γεγονός ότι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης συνδέουν τα δικαιώματα με τα φυσικά και επίκτητα προσόντα των ανθρώπων. Η φύση απαιτεί, λέγει ο Αριστοτέλης, μόνον οι φύσει ίσοι να έχουν τα ίδια δικαιώματα. Πρέπει όμως εδώ να διευκρινισθεί ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται βασικά για ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά για πολιτικά δικαιώματα, όσο και αν εδώ τα πολιτικά δικαιώματα συνάπτονται με μια φυσική επιταγή385.
Μια άλλη αιτία, ίσως η βασικότερη, της πλάνης ότι στην αρχαία Ελλάδα δεν ισχύουν ανθρώπινα δικαιώματα είναι το γεγονός ότι στην αρχαία Ελλάδα έχουμε το φαινόμενο της δουλείας. Δουλεία υπήρχε βεβαίως στην αρχαία Ελλάδα, καθώς επίσης και σε ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο, και όχι μόνον. Και όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι καταδικάζουμε τη δουλεία. Δημοκρατία όμως υπήρχε μόνον στην αρχαία Ελλάδα. Εκεί γεννήθηκε η δημοκρατία, το μεγάλο αυτό αγαθό και δώρο των Ελλήνων στην ανθρωπότητα. Όμως και οι δούλοι θεωρούνται ανθρώπινα όντα και αναγνωρίζονται και σε αυτούς ορισμένα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτά βασικά είναι το δικαίωμα της ζωής, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, το άσυλο της κατοικίας, η απαγόρευση του φόνου και των βασανιστηρίων και το τεκμήριο της αθωότητας386.
Αντίθετα όμως προς αυτούς οι οποίοι υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για ανθρώπινα δικαιώματα στην αρχαία Ελλάδα, υπάρχουν και εκείνοι, είναι βεβαίως πολύ λιγότεροι, οι οποίοι υποστηρίζουν το αντίθετο. Αυτοί υποστηρίζουν ότι το πολίτευμα της άμεσης δημοκρατίας, και κατεξοχήν της Αθηναϊκής δημοκρατίας, συνάπτεται αυτομάτως με ορισμένα, βασικά κατά τη γνώμη τους, ανθρώπινα δικαιώματα, όπως είναι η ελευθερία, η ισότητα, η ισηγορία, η ισονομία κ.λπ. Και επικαλούνται μάλιστα στο σημείο αυτό διάφορες αναφορές του Αριστοτέλη σε πολιτικά-ατομικά δικαιώματα, τα οποία απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Όμως εδώ γίνεται ένα σοβαρό λάθος. Εκλαμβάνονται δηλαδή τα πολιτικά δικαιώματα μιας συγκεκριμένης κατηγορίας ανθρώπων, δηλαδή των πολιτών, ως ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό όμως δεν αληθεύει, διότι η έννοια του μέλους μιας πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή του πολίτη, προφανώς δεν ταυτίζεται με την έννοια του ανθρώπου, αφού πάρα πολλοί άνθρωποι, όπως οι γυναίκες, οι μέτοικοι, οι δούλοι, τα παιδιά δεν είχαν τα δικαιώματα των πολιτών.
Μετά από όσα ελέχθησαν είναι προφανές αφενός ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πρέπει να συγχέονται με τα πολιτικά, και αφετέρου ότι οπωσδήποτε είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για ανθρώπινα δικαιώματα, περιορισμένης βεβαίως έκτασης, στην αρχαία Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Αθηναϊκή δημοκρατία. Αναμφίβολα στην αρχαία Ελλάδα προστατεύονται κυρίως τα δικαιώματα των πολιτών.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Ιστορία της Φιλοσοφίας Από τον Ηράκλειτο στον Αριστοτέλη Δημήτρη Παπαδή εκδ. ΖΗΤΡΟΣ