Δευτέρα 5 Αυγούστου 2019

Βελτίωσε κι εσύ τον κόσμο!

Γράφει η  

Βελτίωσε κι εσύ τον κόσμο!

Ο Τζον Κέννεντι έλεγε λακωνικά: Μη ρωτάτε τι κάνει η χώρα για σας. Αναρωτηθείτε τι κάνετε εσείς για τη χώρα σας.’’
Είναι γεγονός πως δεν πρέπει να περιμένουμε μόνο από έναν πολιτικό ή ένα δήμο να λύσει όλα τα κοινωνικά προβλήματα ή να μας διδάξει σεβασμό και τρόπους. Πρέπει και εμείς οι ίδιοι να καλλιεργήσουμε την εσωτερική συνείδηση και να σεβαστούμε την περιοχή που μένουμε και τον πλανήτη ευρύτερα, αν θέλουμε να θεωρηθούμε σωστοί πολίτες του κόσμου.
Ας σταματήσουμε να μη σεβόμαστε τον άλλο και τον εαυτό μας. Ας σταματήσουμε να παρκάρουμε το αυτοκίνητο επάνω σε ράμπες για ανάπηρους και να μη δείχνουμε σεβασμό στο περιβάλλον και τα δέντρα. Κανένας δεν μπορεί να μας διδάξει και να μας εξαναγκάσει να σεβαστούμε με φόβο, αλλά πρέπει να διδασκόμαστε από νωρίς το σεβασμό στη διαφορετικότητα, τους άλλους και κάθε πλάσμα που υπάρχει γύρω μας.
Μην περιμένεις αποκλειστικά από το δήμο να ταΐσει τα αδέσποτα, μπορείς και εσύ να βάλεις λίγο νεράκι για τα ζωάκια της περιοχής σου υποφέρουν εκείνες τις τόσο ζεστές ημέρες.
Μην περιμένεις αποκλειστικά από το δήμο να φροντίσει το πράσινο και να σέβεται το περιβάλλον, σταμάτησε και εσύ από σήμερα να πετάς τσιγάρα και τροφές στο πάτωμα, να ρίχνεις τα σκουπίδια σου από την πολυκατοικία και να πετάς σακούλες μέσα στη θάλασσα.
Μην περιμένεις από την κοινωνία να σου μάθει τους κανόνες της οδικής συμπεριφοράς, πρέπει και εσύ να μάθεις να σέβεσαι περισσότερο τους επιβάτες και τον εαυτό σου. Ξεκίνησε από σήμερα να φοράς ζώνη και να μην τρέχεις υπερβολικά και ενώ έχεις καταναλώσει αλκοόλ. Σταμάτα να μιλάς στο κινητό και άφησε το κινητό σου για λίγο; είναι καλύτερο να απαντήσεις στο μήνυμα έστω και καθυστερημένα παρά να μην απαντήσεις ποτέ.
Η οικογένεια και το σχολείο πρέπει αυτά να τα διδάσκουν στα νέα μέλη από νωρίς. Μην περιμένεις από την πολιτική να στα διδάξει αυτά, πρέπει να αγωνιστείς και εσύ για τη βελτίωση του κόσμου αυτού.

Νίκος Τσιφόρος – O Κέκροπας κι οι σοφοί

Επιμελείται η 

Νίκος Τσιφόρος –  O Κέκροπας κι οι σοφοί

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας Κέκροπας. Τούτος δω ο Κέκροπας ήτανε βασιλιάς.
Είχε το λοιπόν μια πολιτεία, μικρή σα μανιτάρι, είχε και το παλάτι του, τους ανθρώπους του, έβαζε φόρους, έκοβε και κάνα αυτί άμα τσακώνανε τίποτα λωποδύτες, γενικά καλός άνθρωπος ήτανε.
Φαγάς κι όλας, καραμπουζουκλής και λεβέντης, το ’τσούζε κομματάκι, έτρωγε φακή, σκόρδα κι ελιές, στις γιορτές που ψήνανε τα σφαχτά έστελνε την κνίσα να τη γευτούνε οι θεοί, του λόγου του τρελαινόταν για τα γλυκάδια και τ’ αμελέτητα, ζωή χαρισάμενη περνούσε ο Κεκροπας.
Έναν καημό είχε. Την πολιτεία του. Τι όνομα να της δώσει;
Βλέπεις, τον καιρό εκείνο, δεν ήτανε τα ονόματα εύκολα, σαν και σήμερα, που κάνεις έναν δρόμο και τον λες Γιαν Σματς να πούμε, για να μπερδεύεις τον κόσμο.
Τότες ήτανε δύσκολα τα ονόματα κι ακριβά. Να φέρεις από την Αμερική; Ούτε κουβέντα. Πρώτα, δεν υπήρχανε τα παπόρια και, το χειρότερο, ούτε υπήρχε Αμερική.
Σήμερον, ό,τι θέλεις το φέρνεις. Και τανκς Σέρμαν, που λέει ο λόγος και κάλτσες νάυλον και ρολόι της Ελβετίας. Κι άμα είσαι ξύπνος, βρίσκεις μια μηχανή, τα βάζεις μέσα σ’ ένα διπλωματικό δέμα και σκαπουλάρεις και το τελωνείο.
Τότε πώς να το γελάσεις το τελωνείο, που δεν υπήρχανε τελωνεία; Και τανκς ποιος σου ’δίνε τότε; Οι άνθρωποι δεν πολυξοδιαζόντουσαν να σε βάλουνε να φαγωθείς . με τον διπλανό σου, γιατί δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει τη μηχανή, που λέγεται «ελευθερίες της ανθρωπότητος».
Κι ούτε «παραπετάσματα» υπήρχανε να αναταράζουνε τον κοσμάκη. Άμα είχανε τίποτις παραπετάσματα, τα βάζανε στο παράθυρο να τα κουνήσει ο αέρας. Γενικά, φριχτά ζούσανε οι άνθρωποι κείνη την εποχή Φριχτά και τεμπέλικα. Ο Κέκροπας λιαζότανε, χασμουριόταν) λιγούρευε καμιά πιτσιρίκα και την έννοια του είχε.
Ώσπου να σου ένα πρωί, έρχουνται μπροστά του ο θεός ο Ποσειδώνας κι η θεά η Αθηνά.
-Γεια σου, ρε Κέκροπα, λέει ο Ποσειδώνας.
-Γεια χαρά.
-Με ξέρεις;
Τον ήξερε ο Κέκροπας. Γιατί ο Ποσειδώνας θεός της θάλασσας ήτανε. Κοχύλια και κοράλλια τον στολίζανε, κι είχε και μια πιρούνα, άμα πείναγε, ανακάτευε τα ψάρια κι έκανε τη θάλασσα κακκαβιά,
-Γιατί δεν δίνεις, ρε, στην πολιτεία σου τ’ όνομά μου; λέει ο Ποσειδώνας. Να η θάλασσα. Μπροστά σου απλώνεται. Κι εγώ να δεις πώς θα τη στολίσω.
-Θα το σκεφτώ, είπ’ ο Κέκροπας.
Όπου μπαίνει στη μέση η Αθηνά.
-Τρίχες, του λέει. Τι να το κάνεις το λουλάκι. Να ξεβγάζεις χαώδες; Με τι νερό θα το ξεβγάζεις; Και την κόκκινη μπογιά να γράφεις συνθήματα στον τοίχο; Ζήτω το ΕΑΜ. Αμ’ στον Άι-Στράτη θα καταλήξεις, καημένε μου. Και τα σφουγγάρια τι τα θες; Να σου πιουνε τον Μαραθώνα; Όοοχι! Αθήνα να την πεις την πολιτεία. Και πού ’σαι; Όλα που σου λέει ο Ποσειδώνας, μπούρδες είναι. Εγώ θα σου δώσω ένα μεγάλο δώρο. Τη σοφία θα σου δώσω. Εδώ μέσα θ’ ανθίσουνε ούλοι οι σοφοί.
Την άκουσ’ ο Κέκροπας, σάμπως καλύτερα από τον Ποσειδώνα να τ’ άρεσε. Αθήνα την είπε την πολιτεία.
Ζοχάδα ο Ποσειδώνας. Δεν είναι να τα βάζεις με τους θεούς. Εδώ  μ 'έναν εφοριακό τα βάζεις και σε τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί και σε χάνει δέμα. Όχι να τα βάλεις με κοτζάμ Ποσειδώνα! Καταριέται λοιπόν κατάρες μεγάλες.
Πρώτον, σαν θεός των νερών που ήτανε, τραβάει τα νερά και τα πεταει αλλού. Κατάρα μεγάλη δίνει, μια εταιρία «Ούλεν» να ’ρθει, λες να μας κορακιάσει στη δίψα και να της πληρώνουμε τον αέρα χρυσάφι και το νερό διαμάντι, λέει. Και γίνηκε.
Δεύτερον, με τα βαπόρια μας τα ’βάλε. Βαπόρι να ’χουμε και βατηρι να μη σταυρώνουμε, λέει. Έτσι κι αποχτήσαμε πλεούμενο, ξένη σημαία να το χαίρεται, λέει, Παναμάς και Οντούρα στους παπαφίγκους να κυματίζουνε, κι οι εφοπλιστές το φράγκο τους να μη δούμε. Και γίνηκε.
Ύστερα τον «ΟΛΠ» καταράστηκε. Καλά παιδιά κει μέσα να μπουνε και να τα φάνε μέχρι σιλόβιδα. Τα φράγκα μας σαμπάνια να  γινουνε, να πίνουνε οι ξένες κοκότες να σουρώνουνε, τα έμπορέυμαατα, τα σκυλόψαρα να τα χαίρουνται, τ’ αλευριά μας μαύραγοριτες να τα διαφεντεύουνε. Και γίνηκε.
ΚΙ άλλες κατάρες ο Ποσειδώνας έδωσε. Ένα σωρό. Μα η Αθηνά  λεβέντρα, περδικόστηθη και αστρογαλανομάτα, γέλασε.
-Τι σε νοιάζει; του λέει του Κέκροπα. Εσύ τους σοφούς σου δε θα ’χεις; Όλες του οι κατάρες στάχτη και μπούρμπερη.
Τρομάρα να της έρθει της Αθηνάς. Ω, ρε και να το ’ξερες κατά-καημένε Κέκροπα! Γιατί τη μεγάλη κατάρα δεν την έδωσε ο Ποσειδώνας. Η Αθηνά την έδωσε. Τους σοφούς. Μας κάψανε. Ασε τη φαγωμάρα τους, άσε τη στραβομάρα τους, άσε την κουταμάρα τους... Το άλλο, αδέρφια μου... το άλλο... Τη στομαχάρα τους.
Δεν πιστεύετε δηλαδή; Ε, άμα δεν πιστεύετε, ανοίξτε το ραδιόφωνο κι ακούστε τις προεκλογικές τους δηλώσεις.
Όχι, τι;
***
Νίκος Τσιφόρος – Ο κόσμος κι ο κοσμάκης

Βολτέρος - Προκαταλήψεις

Επιμελείται η 

Βολτέρος - Προκαταλήψεις

Η προκατάληψη είναι γνώμη χωρίς κρίση. Έτσι, σε ολόκληρη τη γη εμφυσούμε στα παιδιά όποια άποψη θέλουμε, πριν να είναι σε θέση να κρίνουν. Υπάρχουν προκαταλήψεις γενικώς αποδεκτές και αναγκαίες, οι οποίες συνιστούν την ίδια την αρετή. Σ’ όλες τις χώρες μαθαίνουν στα παιδιά ν’ αναγνωρίζουν έναν ανταποδοτικό και εκδικητικό Θεό· να σέβονται, ν’ αγαπούν τον πατέρα τους και τη μητέρα τους· να θεωρούν την κλεψιά έγκλημα, το ιδιοτελές ψέμα ελάττωμα, πριν ακόμη να μπορούν να διακρίνουν τι θα πει κακία και τι αρετή.
Υπάρχουν, λοιπόν, πολύ καλές προκαταλήψεις: είναι αυτές που μας τις επιβεβαιώνει η κρίση μας όταν συλλογιζόμαστε.
Το συναίσθημα δεν είναι μια απλή προκατάληψη, είναι κάτι πολύ πιο ισχυρό. Η μητέρα δεν αγαπάει το γιο της επειδή της είπαν ότι πρέπει να τον αγαπάει· ευτυχώς τον πονάει ακούσια. Δεν είναι από προκατάληψη που τρέχετε να βοηθήσετε ένα άγνωστο παιδί που ετοιμάζεται να πέσει στον γκρεμό ή που κινδυνεύει να το καταβροχθίσει ένα ζώο.
Όμως από προκατάληψη θα σεβαστείτε έναν άνθρωπο καλοντυμένο, που βαδίζει και μιλάει σοβαρά. Οι γονείς σας σας είπαν ότι πρέπει να υποκλίνεστε σ’ αυτόν τον άνθρωπο· τον σέβεστε χωρίς να ξέρετε εάν αξίζει το σεβασμό σας· μεγαλώνετε και αποκτάτε γνώσεις: καταλαβαίνετε πως αυτός ο άνθρωπος είναι ένας τσαρλατάνος ζυμωμένος με έπαρση, ιδιοτέλεια και επιτήδευση· περιφρονείτε ότι σεβόσασταν και η προκατάληψη παραχωρεί τη θέση της στην κρίση. Από προκατάληψη πιστέψατε τους μύθους που λίκνισαν την παιδική σας ηλικία: σας είπαν πως οι Τιτάνες πολέμησαν τους θεούς και πως η Αφροδίτη ήταν ερωτευμένη με τον Άδωνη· στα δώδεκα σας χρόνια θεωρούσατε αυτούς τους μύθους αληθινούς, στα είκοσι τους θεωρείτε ευφυείς αλληγορίες.
Ας εξετάσουμε με λίγα λόγια τα διάφορα είδη των προκαταλήψεων, για να βάλουμε λίγη τάξη σε ότι μας απασχολεί. Ίσως κι εμείς να είμαστε σαν εκείνους που, την εποχή του συστήματος του Λόου, διαπίστωσαν ότι είχαν υπολογίσει φανταστικά πλούτη. 
ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ
Δεν είναι αστείο τα μάτια μας, ακόμη κι όταν βλέπουμε πολύ καλά, να μας εξαπατούν πάντοτε, ενώ αντίθετα τ’ αυτιά μας να μη μας εξαπατούν ποτέ; Το αυτί μας σωστά συμμορφωμένο ακούει: «Είστε ωραία, σας αγαπώ»· είναι σίγουρο πως δεν σας είπαν: «Σας μισώ, είστε άσχημη». Βλέπετε όμως ένα λείο καθρέφτη: έχει αποδειχθεί πως ξεγελιέστε, είναι μια πολύ ανώμαλη επιφάνεια. Βλέπετε τον ήλιο να έχει διάμετρο περίπου δύο πόδια: έχει αποδειχθεί πως είναι ένα εκατομμύριο φορές μεγαλύτερη από τη γη.
Φαίνεται πως ο Θεός έβαλε την αλήθεια στ’ αυτιά σας και το λάθος στα μάτια σας· αλλά μελετήστε την οπτική επιστήμη και θα δείτε ότι ο Θεός δεν σας εξαπάτησε και ότι είναι αδύνατον τα αντικείμενα να σας φαίνονται διαφορετικά από ότι είναι στην πραγματικότητα. 
ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Ο ήλιος ανατέλλει, το ίδιο και η σελήνη, η γη είναι ακίνητη: αυτές είναι προκαταλήψεις που αφορούν στα φυσικά φαινόμενα. Πολλοί πιστεύουν ότι οι καραβίδες κάνουν καλό στο αίμα επειδή όταν ψήνονται γίνονται κόκκινες σαν το αίμα, ότι τα χέλια θεραπεύουν την παράλυση επειδή σπαρταρούν ότι η σελήνη επηρεάζει τις αρρώστιες μας, επειδή μια νύχτα με πανσέληνο παρατήρησαν ότι σ’ έναν άρρωστο ανέβηκε ο πυρετός: αυτές οι ιδέες και χίλιες τόσες άλλες ήταν λάθη παλιών τσαρλατάνων, που έκριναν χωρίς να σκεφθούν και αφού πλανήθηκαν οι ίδιοι, εξαπάτησαν και άλλους. 
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Τις περισσότερες ιστορίες τις έχουμε πιστέψει χωρίς να τις εξετάσουμε κι αυτή η πίστη είναι μια προκατάληψη. Ο Φάβιος Πίκτορ αφηγείται πως πολλούς αιώνες πριν απ’ αυτόν, μια Εστιάδα της πόλης Έλβα, ενώ πήγαινε να γεμίσει με νερό το σταμνί της, τη βίασαν και γέννησε τον Ρώμο και τον Ρωμύλο, τους οποίους βύζαξε μια λύκαινα κ,λπ. Ο ρωμαϊκός λαός πίστεψε αυτόν το μύθο· δεν εξέτασε εάν εκείνη την εποχή υπήρχαν Εστιάδες στο Λάτιο, εάν ήταν αληθοφανές να βγει η κόρη ενός βασιλιά από το μοναστήρι με το σταμνί της, εάν ήταν πιθανό μια λύκαινα να βυζάξει δυο παιδιά αντί να τα φάει. Η προκατάληψη καθιερώθηκε.
Ένας μοναχός έγραψε ότι ο Κλόβις, ενώ βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο στη μάχη του Τολμπιάκ, υποσχέθηκε να γίνει χριστιανός εάν γλίτωνε· αλλά είναι φυσικό ν’ απευθύνεται κανείς σ’ έναν ξένο Θεό σε μια τέτοια περίσταση; Λεν είναι αλήθεια πως μια τέτοια στιγμή η θρησκεία μέσα στην οποία γεννιέται κανείς επενεργεί με τη μεγαλύτερη ισχύ; Ποιος χριστιανός, σε μια μάχη εναντίον των Τούρκων, δεν θα απευθυνόταν στην Παρθένο Μαρία αλλά στον Μωάμεθ; Πείτε επίσης πως ένα περιστέρι μετέφερε στο ράμφος του την Αγία Φιάλη για να χρίσει τον Κλόβις, και ένας άγγελος έφερε την Κόκκινη Σημαία για να τον οδηγήσει. Η προκατάληψη πίστεψε όλες τις ιστοριούλες αυτού του Είδους. Όσοι γνωρίζουν την ανθρώπινη φύση ξέρουν καλά ότι ο σφετεριστής Κλόβις και ο σφετεριστής Ρολόν ή Ρολ έγιναν χριστιανοί για να κυβερνήσουν εκ του ασφαλούς τους χριστιανούς, όπως οι Τούρκοι σφετεριστές έγιναν μουσουλμάνοι για να κυβερνήσουν εκ του ασφαλούς τους μουσουλμάνους. 
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Εάν η παραμάνα σας είπε πως η Δήμητρα προστατεύει τα σιτηρά, ή πως ο βΙσνού και ο Ξάκα μεταμορφώθηκαν σε ανθρώπους πολλές φορές, ή πως ο Σαμονοκοδόμ ήρθε να κόψει ένα δάσος, ή πως ο Οντίν σας περιμένει στην αίθουσά του προς την Ιουτλάνδη, ή πως ο Μωάμεθ ή κάποιος άλλος ταξίδεψε στον ουρανό· εάν τελικά ο παιδαγωγός σας έρχεται στη συνέχεια για να χώσει βαθιά μέσα στο μυαλό σας αυτά που χάραξε η παραμάνα σας, τότε δεν γλιτώνετε για τα υπόλοιπα χρόνια που έχετε να ζήσετε. Και εάν η κρίση σας θέλει ν’ αναμετρηθεί με αυτές τις προκαταλήψεις, οι γείτονές σας και ιδίως οι, γειτόνισσές σας φωνάζουν ότι είστε άπιστος και σας τρομοκρατούν· ο δερβίσης σας, επειδή φοβάται ότι θα μειωθεί το εισόδημά του, σας κατηγορεί στον καδή, και ο καδής σας, εάν μπορεί, σας παλουκώνει, επειδή θέλει να κυβερνήσει βλάκες, και πιστεύει πως οι βλάκες υπακούουν καλύτερα. Κι αυτό θα διαρκέσει μέχρι τη στιγμή που οι γείτονές σας, και ο δερβίσης, και ο καδής„ θ’ αρχίσουν να καταλαβαίνουν ότι η βλακεία δεν χρησιμεύει σε τίποτα και ότι ο διωγμός είναι κάτι φοβερό. 
***
Βολτέρος - Φιλοσοφικό Λεξικό
Το «Φιλοσοφικό Λεξικό», είναι ένα βιβλίο που προκάλεσε σκάνδαλο όταν πρωτοεκδόθηκε, που ρίχτηκε στην πυρά στο Παρίσι, στη Γενεύη, στην Ολλανδία και που σίγουρα αξίζει να το ξαναδιαβάσουμε σήμερα. Ο Βολτέρος, επηρεασμένος από το «Ιστορικό και Κριτικό Λεξικό» του Μπέιλ και επιφυλακτικός απέναντι στο ογκώδες μέγεθος της «Εγκυκλοπαίδειας» των Ντιντερό και Ντ Αλαμπέρ, στρέφεται προς έναν «εύχρηστο εγκυκλοπαιδισμό», προς την ιδέα ενός πιο συνοπτικού και περιεκτικού έργου, ικανού ν αποτελέσει προσιτό εργαλείο γνώσης. Το «Φιλοσοφικό Λεξικό» εκδίδεται ανώνυμα το 1764 στο Λονδίνο, ενώ έχει εκδοθεί παράνομα και στη Γενεύη. Ο Βολτέρος εκθέτει εδώ τις σκέψεις του λιγότερο συστηματικά και διεξοδικά απ ό,τι θα περίμενε κάποιος από ένα πραγματικό λεξικό. «Τα πιο χρήσιμα βιβλία -γράφει στον πρόλογό του- είναι αυτά τα οποία διαμορφώνουν κατά το ήμισυ από μόνοι τους οι αναγνώστες. Αναπτύσσουν τις σκέψεις, τα σπέρματα των οποίων τούς παρουσιάζουμε εμείς. Διορθώνουν αυτό που τους μοιάζει ατελές και ενδυναμώνουν με τις σκέψεις τους αυτό που τους μοιάζει αδύναμο». Είναι αληθινά εντυπωσιακές οι αφηγηματικές στρατηγικές και το ύφος που υιοθετεί ο Βολτέρος, με σκοπό να ελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να διευκολύνει την επαφή του με το κείμενο. Ζωντανοί διάλογοι, παραβολές, χιούμορ, σαρκασμός και ειρωνεία, τόλμη και γλαφυρότητα, απλότητα και σαφήνεια συνδυάζονται κατατείνοντας στη μέγιστη δυνατή αναγνωστική απόλαυση.

«Παιδεία: Τροφός της Δημοκρατίας»

Γράφει ο  

«Παιδεία: Τροφός της Δημοκρατίας»

«Παιδεία… σημαίνει αντιλαμβάνομαι τον κόσμο που με περιβάλλει, όχι σαν ένα τετελεσμένο, αναγκαίο και χωρίς διέξοδο κόσμο, αλλά σαν μια κατάσταση που περιορίζει και καταπιέζει τον άνθρωπο και που μπορώ να αλλάξω». (Γκαρωντύ)
Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών (συζητήσεις στο κοινοβούλιο, μετακινήσεις – μεταγραφές βουλευτών, χαμηλό επίπεδο επιχειρημάτων, αποστεωμένο λεξιλόγιο…) και οι επικείμενες εκλογές (Ευρωεκλογές, Εθνικές και αυτοδιοικητικές) έφεραν στην επιφάνεια το θέμα της σχέσης της Πολιτικής με την Ηθική αλλά περισσότερο ανέδειξαν το ρόλο της Παιδείας ως τροφού της Δημοκρατίας. Κι αυτό γιατί η Παιδεία και η Δημοκρατία βαδίζουν παράλληλα κι αλληλοτροφοδοτούνται.
Επειδή η σχέση Παιδείας και Δημοκρατίας είναι σχέση συναρτησιακή και όχι αιτιοκρατική, καθίσταται αναγκαίος ο επαναπροσδιορισμός της στάσης, τόσο της κοινωνίας όσο κι εκείνων που διαμορφώνουν κι εκφράζουν τον προβληματισμό και τα οράματά της, απέναντι στους δυο όρους του διωνύμου, Παιδεία και Δημοκρατία. Ειδικότερα η σχέση των δυο όρων του διωνύμου και η στάση μας προς αυτό αναδύεται μέσα από τις παρακάτω διαπιστώσεις, που αναδεικνύουν τόσο την παράλληλη πορεία Παιδείας και Δημοκρατίας όσο και την ανάγκη διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου – πολίτη με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου.
Η παιδεία ως τροφός της δημοκρατίας
paideia_2.jpg
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ως πολίτευμα του «μέτρου», χρειάζεται πολίτες που να έχουν την αίσθηση των «ορίων» των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους, πολίτες που να μπορούν να αντιστέκονται στο φανατισμό και τους διάφορους δογματισμούς, που τείνουν να διαβρώσουν την κοινωνική και πολιτική ζωή. Όλες αυτές τις ιδιότητες – ικανότητες – εφόδια μόνον η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να τα καλλιεργήσει μέσα από τη θεσμοποιημένη έκφραση αυτής την εκπαίδευση – σχολείο.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι ένα πολίτευμα «εν εξελίξει» και «εν τω γίγνεσθαι» και όχι οπωσδήποτε μια παγιωμένη και τελεσίδικα ολοκληρωμένη κατάσταση. Με την έννοια αυτή έχει ανάγκη από νέες ιδέες, ελπιδοφόρα ερεθίσματα και ακόμη χρειάζεται εκείνες τις σκέψεις – θέσεις, που θα την κρίνουν αυστηρά και θα την αμφισβητήσουν. Τις παραπάνω προϋποθέσεις της Δημοκρατίας μόνον η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να εξασφαλίσει, εκπαιδεύοντας άτομα με αυτόνομη σκέψη, κριτική ικανότητα, ελεύθερη βούληση και γόνιμη αμφισβήτηση.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ως πολίτευμα, που προϋποθέτει την άμεση και ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, έχει ανάγκη άτομα – πολίτες, που να θέλουν και να γνωρίζουν τον τρόπο συμμετοχής τους σ’ εκείνες τις διαδικασίες για την επίλυση προβλημάτων, που αφορούν τόσο την προσωπική όσο και την κοινωνική τους ζωή. Στην ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης και της απότοκης πολιτικής συνειδητοποίησης συμβάλλει σημαντικά η ΠΑΙΔΕΙΑ, μέσα από τις παρεχόμενες γνώσεις αλλά και μέσα από τον τρόπο διοίκησης του σχολείου.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ως πολίτευμα της ελεύθερης έκφρασης της σκέψης και του λόγου, έχει ανάγκη από άτομα που μπορούν να συνδιαλέγονται μεταξύ τους, εκφράζοντας προσωπικές θέσεις και σκέψεις και όχι αναπαράγοντας τα κακέκτυπα ομοιώματα σκέψεων και ιδεολογημάτων των Μ.Μ.Ε και της πολιτικής παραπληροφόρησης. Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση συνθηκών για την ανάπτυξη όλων εκείνων των δυνατοτήτων του ανθρώπου, που θα τον οδηγήσουν στην πνευματική του ολοκλήρωση. Ένας πνευματικά αυτάρκης και καλλιεργημένος άνθρωπος έχει περισσότερες ευκαιρίες και δυνατότητες να βοηθήσει στη στήριξη και ανανέωση της Δημοκρατίας.
 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ χρειάζεται άτομα με πλήρη επίγνωση των στοιχείων της ατομικότητάς τους και των ιδιαιτεροτήτων τους. Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να συμβάλει σ’ αυτό καλλιεργώντας όλες εκείνες τις εσωτερικές αντιστάσεις του ανθρώπου απέναντι στους διάφορους μηχανισμούς, που τείνουν να εξαφανίσουν το «διαφορετικό» και να επιβάλλουν μια ισοπεδωτική ομοιομορφία σκέψης και συμπεριφοράς.
 Τέλος η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι το πολίτευμα του «ωραίου» και της αισθητικής αναζήτησης. Η ελευθερία, η ισονομία, η αξιοκρατία και η δικαιοσύνη που αποτελούν τα βασικά θεμέλια αυτής (δημοκρατίας) εμπεριέχουν το «ωραίο». Η ΠΑΙΔΕΙΑ μπορεί να προσφέρει αυτήν την αισθητική καλλιέργεια όχι μόνο μέσα από τη διδασκαλία ειδικών μαθημάτων (λογοτεχνία, μουσική….) αλλά και μέσα από τις αρμονικές και ανθρώπινες σχέσεις, που αναπτύσσονται στο σχολικό χώρο, χωρίς ίχνος υστεροβουλίας και οικονομικών σκοπιμοτήτων.
dimokratia-1.jpg
Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις φέρνουν στην επιφάνεια ένα γενικότερο ερώτημα που συνδέεται με το ρόλο της εκπαίδευσης – παιδείας – και με τη σχέση αυτής προς τη δημοκρατία. Προετοιμάζει η εκπαίδευση τους ανθρώπους για μια πηγαία και ελεύθερη συμμετοχή στις κοινωνικές δραστηριότητες ή απλώς τους προετοιμάζει να δεχτούν την επικρατούσα κατάσταση; Αποβλέπει η παιδεία στην προετοιμασία ανθρώπων ικανών και υπεύθυνων να συμμετέχουν στον προσδιορισμό των σκοπών της κοινωνικής ζωής και στη διαχείριση και τον έλεγχο των μέσων, σ’ όλους τους τομείς και σ’ όλες τις εκδηλώσεις ή αποσκοπεί στη δημιουργία ανδρεικέλων που θα δεχτούν υποτακτικά την ιεραρχημένη εξουσία που επιβάλλεται από δυνάμεις και παράγοντες τους οποίους δεν μπορούν να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να ελέγξουν;
Ο πλούτος της παιδείας
Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα προϋποθέτει και συνεπάγεται την ακριβή καταγραφή εκείνων των στοιχείων που καθιστούν την Παιδεία αποφασιστικό παράγοντα ατομικής εξέλιξης, κοινωνικής προόδου και οξυγόνωσης της δημοκρατίας.
Η παιδεία δεν διευρύνει μόνο τους νοητικούς ορίζοντες του ατόμου αλλά διαμορφώνει και τους κώδικες ερμηνείας της πραγματικότητας. Με τη βοήθεια αυτών ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας και αντιδρούμε απέναντι σε εκείνα τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά μας και απειλούν την ισορροπία της κοινωνίας.
Βέβαια, η παιδεία δρα και ως αντίδοτο όχι όταν ταυτίζεται με το στείρο εγκυκλοπαιδισμό αλλά όταν συγκροτεί τη βιοθεωρία του ανθρώπου πάνω στα θεμέλια του λογικού, του ηθικού και του πολιτικού ορθολογισμού. Παράγωγα «προϊόντα» της υγιούς Παιδείας και οι σύνθετες σκέψεις, οι αφηρημένοι συλλογισμοί, η άσκηση κριτικής και ο ορθολογισμός που μπορούν να αποτελέσουν για το άτομο τα αναγκαία εφόδια για την αντιμετώπιση των αρνητικών στοιχείων που απορρέουν από τον εκφυλισμό της πολιτικής και την έκπτωση του πολιτικού λόγου.
Εξάλλου η παιδεία καλλιεργεί την ευαισθησία, οξύνει τον ανθρωπισμό, εμπλουτίζει την αισθητική της συμπεριφοράς μας και γενικότερα χαράσσει τους όρους και τα όρια μιας «υγιούς» αντίδρασης απέναντι σε φαινόμενα που αποφλοιώνουν τη ζωή μας από κάθε νόημα και αξία. Επιπρόσθετα η παιδεία – στην υγιή της έκφραση και όχι στην τεχνοκρατική της εκδοχή- διαμορφώνει και ενεργοποιεί τους αξιολογικούς κώδικες του κοινωνικού – πολιτικού ανθρώπου και τον γαλουχεί με τις αρχές της ανεκτικότητας, της ειρηνικής συνύπαρξης με το διαφορετικό και κύρια με το σεβασμό των δικαιωμάτων του συνανθρώπου του (αυτονομία, αυτοπροσδιορισμός….)
Γενικότερα η παιδεία, λειτουργεί ως ανασταλτικός μηχανισμός στην ανθοφορία συμπεριφορών και φαινομένων που διαβρώνουν τα ηθικά μας αντισώματα κι αποδομούν τα σταθερά σημεία της ζωής μας. Εξημερώνει, επίσης, το «κτήνος» που κρύβεται στην ανθρώπινη φύση και λειτουργεί ως καθαρκτικό κάθε μολυσματικής πράξης.
 Παιδεία και Πολίτης
«Σκοπός της παιδείας είναι να μας βοηθήσει να δώσουμε νόημα στη ζωή μας, να ερμηνεύσουμε το παρελθόν και να γίνουμε άφοβοι και ανοιχτοί στο μέλλον» (Έρμαν Έσσε).
Η μέριμνα, λοιπόν, για την παιδεία είναι ταυτόχρονα φροντίδα για τη δημοκρατία γιατί:
«Δημοκρατία χωρίς μόρφωση σημαίνει υποκρισία χωρίς όρια» και «Δεν υπάρχει δημοκρατία, όπου δεν υπάρχει παιδεία».
Αμετάθετο χρέος όλων μας και ιδιαίτερα των ταγών της εξουσίας να διακονήσουμε την παιδεία, γιατί με αυτήν μπορούμε να πετύχουμε την ισορροπία και συλλειτουργία της ατομικότητας και της συλλογικότητας. Πρέπει να ξαναγίνουμε πολίτες.
dhmokratia2.jpg
«….Σήμερα οι «παγκοσμιολόγοι» επικαλούνται ως χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανθρώπου σωρεία αριθμών, υπολογιστές, ορίζοντες παραγωγής, διακινήσεις αγορών, εικονικό χώρο και πλαστικό χρόνο. Τα όντα ζουν σαν να κινούνται μηχανικά πάνω στη σκακιέρα της διεθνούς αγοράς, υπάκουα στις προσταγές της παραγωγής και της κατανάλωσης. Ούτε μια λέξη για παιδεία, ούτε ένας ψίθυρος για πολιτική αρετή». (Τζον Άντον).

Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε

Επιμελείται ο 


Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε

Αναρωτηθήκατε άραγε ποτέ τι ακριβώς ερωτευόμαστε σ’ έναν άλλο άνθρωπο; Σας έχει απασχολήσει αυτό το αίνιγμα; Τι είναι εκείνο πάνω του που συνεγείρει τις στρατιές των εφησυχασμένων μας αισθήσεων και μας ρίχνει άοπλους σε μια μάχη εκ των προτέρων χαμένη; Σε ποιο σημείο βρίσκεται η δύναμη του άλλου, εκείνη η δύναμη που μας ωθεί ολόγυμνους στο ναρκοπέδιο μιας άγνωστης ως χθες αγκαλιάς;
Εμπρός, λοιπόν, στραφείτε με προσοχή στο παρελθόν σας και προσπαθήστε να θυμηθείτε - αν βέβαια έχετε μια τέτοια άξια ανάμνηση: τι σχήμα είχε το στιλέτο που σας πλήγωσε κάποτε θανάσιμα;
Ήταν υγρό σαν ένα βλέμμα θαλασσί, στέρεο σαν περπάτημα ή αέρινο, όπως το σχήμα των χεριών που κλείνουν σ’ ένα χάδι βαθύ ως μέσα στις ρίζες;
Ματαιοπονείτε. Ποτέ σας δεν θα βρείτε μιαν απάντηση. Όποιος προσπάθησε να εξηγήσει τον έρωτα δεν υπήρξε ποτέ του ερωτευμένος. Μόνο μια εκκωφαντική σιωπή ταιριάζει στην απόλυτη φύση ενός τέτοιου δώρου. Μια σιωπή σπαρμένη με τ’ ανείπωτα του σύμπαντος που ανθίζουν μόνο μια στιγμή: όσο κρατάει ένα σμίξιμο ιδρωμένο.
Θυμάμαι τώρα… Πριν να τον δω τον γνώριζα καλά, ως την παραμικρή λεπτομέρεια, μέχρι τον κόμπο της μπέρτας και το μικρό εκείνο κυκλάμινο στην αγκράφα της ζώνης του – σημάδι κοριτσίστικο, υπαινιγμός μιας τρυφερότητας που έφτανε για να καταλάβει κανείς ότι το ξίφος δεν ήταν άλλο από μια γελοία σύμβαση που ήθελε πολεμιστές όλα τ’ αγόρια της γενιάς του, μια μάσκα ανίκανη να κρύψει μια ψυχή ευαίσθητη και νωχελική. Τον θαύμαζα μυστικά, τον αγαπούσα σιωπηλά, πάντοτε υπολόγιζα σ’ αυτόν, σ’ ένα του βλέμμα ενθαρρυντικό στρεφόμουν για να συνεχίσω να ζω προστατευμένη, με σκεπασμένη τη φωνή, μ’ ολόκληρο το σώμα μου.
Όταν ένα απόγευμα μου τον σύστησαν, επιτέλους, στα σκαλιά της πλατείας, άλλο δε βρήκα για να πω παρά μονάχα «βιάζομαι, οι φίλοι μου μισούν να περιμένουν» - κι έφυγα με λυμένη την εσάρπα μου. Αργότερα έμαθα τι όμορφα που χόρευε στο κέντρο της φωτιάς, με πόση ακρίβεια, με πόση τέχνη και σπάνια προσήλωση στην πράξη του, βύθιζε τα μαχαίρια στο λαιμό του: χωρίς μια στάλα αίμα να χυθεί, χωρίς να πάψει ούτε στιγμή να τραγουδάει…
Αν δεν ήταν αυτός άντρας για μένα, τότε ποιος;
Μέρες μετά, ζούσα μες στον χορό του. Τον σκεφτόμουν επίμονα, εντατικά, με κατοικούσανε ολόκληρη τα μάτια του. Του αφιερωνόμουν νοερά, όπως εκείνοι οι πιστοί που λατρεύουν έναν Άγιο κι όπου κι αν βρίσκονται, όπου κι αν πηγαίνουν, περιφέρουν εντός τους την εικόνα του προσδοκώντας να φανερωθεί, διψώντας για το θαύμα.
Μ’ έκαιγε η σκέψη του, ο ύπνος μου γέμιζε νερά, χανόμουν στο βυθό του. Με μάγευε αυτή μου η αφοσίωση. Μπέρδευα τις κινήσεις μου, το σάλιο μου μαλάκωνε, γλιστρούσαν οι κουβέντες μου υγρές, σκόρπιζαν πριν προλάβω να μιλήσω. Τριγυρνούσα στο σπίτι αδιάφορη στα φλύαρα βλέμματα των υπηρετών που σχολίαζαν μ’ αυτόν τους τον τρόπο την απουσία οποιουδήποτε λόγου να βρίσκομαι συνεχώς ανάμεσα στα πόδια τους. Τα μαλλιά μου μπλέκονταν στα έπιπλα όπως τα κέρατα του ελαφιού στα κλαδιά των θάμνων. Μέτραγα την ανάσα μου κι απορούσα: τόσο λίγη που ήταν πώς γινόταν και ζούσα ακόμη;
Άνεμοι τρυφεροί με ταξιδεύανε, με κάθιζαν στα γόνατα κι ύστερα, πάνω μου περνώντας, με κουρσεύανε.
Τον έφερνα κοντά μου, πλάι μου, τον κρατούσα μέσα μου με μια τυφλή ορμή, μια δύναμη αντρική, αταίριαστη στο φύλο μου.
Έφτανε μια στιγμή να τον σκεφτώ και σα να κέρδιζα ύψος - όχι ανεβαίνοντας όμως, πετώντας ναι, μα κατευθείαν αγκαλιάζοντας το χώμα. Μ’ έβρισκε η παραμάνα αναίσθητη στο πάτωμα, ξέπνοη. Όταν συνερχόμουν, παραδινόμουν σε μια ατέλειωτη ρέμβη. Ήμουνα μόνη μου ξανά κι ήμουνα δυο αγκαλιασμένοι σφιχτά μέσα στο αίμα μου. Μυρμήγκιαζαν οι φλέβες μου και στο κορμί μου άνθιζε ένας δροσερός πυρετός που έκανε τα πόδια μου να τρέμουν, να συνηθίζουν δρόμους που μακραίνανε.
Δάκρυζα αυθόρμητα κοιτώντας τους αγρούς να πρασινίζουν, κάρπιζε η γη μου σαν καρδιά από παράφορη χαρά βαλαντωμένη. Ήταν ο χρόνος φίλος μου, οι ώρες με φροντίζαν, γεφύρια μου ‘χτιζε το φως του σκοταδιού τα μέρη να περάσω. Καθόμουν στο παράθυρο, κεντούσα, ίδια ομίχλη διάφανη, ίδια χελιδονάκι. Έραβα κόκκινες καρδιές στις μαξιλαροθήκες, στρίφωνα την παλιά μου πουκαμίσα, θύμωνα που με χώραγε - σα να μην είχα ποτέ μου μεγαλώσει.
Ερχόταν καλοκαίρι. Κατέβαινα να γνέσω στο πηγάδι, μπλεκόταν το φεγγάρι στην ανέμη μου, αστέρια πέφταν στα νερά και η κλωστή μου γέμιζε μπουμπούκια. Μια πένθιμη χαρά με κατοικούσε.
Και μ’ αναστάτωνε βαριά, σαν να μηνούσε έναν χαμό λυτρωτικό, μια νύχτα φόνου.
Ήρθε από τότε τέσσερις φορές.
Με παραφύλαγε και μ’ έβρισκε πάντοτε μόνη.
«Άμποτε να ’χα κρατήσει τους τύπουςάμποτε, άμποτε ν’ αρνιόμουνα τα λόγια του».
Ο φόβος, Κύριε, είναι ένας δρόμος κλειστός για τον έρωτα. Ένα τραχύ μονοπάτι γεμάτο με φιδοφωλιές και βρώμικα χορτάρια. Στο τέρμα του φαντάζει απρόσιτο το χλοερό αλωνάκι της αγάπης. Μα μόνο έτσι πολεμάς γι’ αυτό που νιώθεις: περπατώντας αυτόν τον δρόμο, ματώνοντας τα πόδια στα χαλίκια του, παραμερίζοντας με τους αγκώνες τα σαρκοβόρα αναρριχητικά που γλείφουν λαίμαργα το δέρμα σου, κοιτώντας πάντοτε μπροστά, κοιτώντας μέσα σου, εκεί όπου παφλάζει η επιθυμία που σε οδηγεί, που ο πόθος ξεδιπλώνει τον βαθύ του ουρανό, εκεί που η καρδιά χτυπάει μόνη της και μια φωτιά ανάβει μεσοπέλαγα.
Ερωτεύομαι θα πει Πηγαίνω. Προχωρώ. Διασχίζω και Διασχίζομαι. Και Ξεμακραίνω. Για ν’ αγγίξω κάποτε τον πάμφωτο προορισμό που αξιώθηκα.
Θα πει Φτάνω. Ξυπόλητη, λουσμένη στον ιδρώτα, κατάκοπη, γδαρμένη, δίχως νύχια, δίχως δόντια, με βλέφαρα καμένα, πρησμένα γόνατα, με χέρια τρυπημένα και τη φωνή τριμμένη πάνω στις συλλαβές του σ’ αγαπώ - έστω κι έτσι, μόνο έτσι Φτάνω.
Γιατί ο έρωτας, Κύριε, άλλο δεν είναι από μια δυνατότητα.
Ένα Μπορώ.
Να γνωρίζω και να αγνοώ μαζί.
Να εγκληματώ και να ’μαι η μόνη αθώα.
Να παραλύω στην πιθανότητα της αποκάλυψης κι αυτός ο φόβος, ο Φόβος, Κύριε, να με δυναμώνει.
Μόνο οι γενναίοι αγαπούν - να το θυμάστε. Οι άλλοι απλώς ξεγελούν τα όνειρα. Εγώ ήμουνα στους πρώτους.
Πέμυ Ζούνη - Μάνος Χατζιδάκις
Ορχήστρα νυκτών εγχόρδων Δήμου Πατρέων
Άκης Δήμου – «…και Ιουλιέττα» Εκδόσεις: Εξάντας

Δ. Λιαντίνης - Η απόκριση του Φάουστ στην ξακουστή ερώτηση της Μαργαρίτας

Επιμελείται ο 

Δ. Λιαντίνης - Η απόκριση του Φάουστ στην ξακουστή ερώτηση της Μαργαρίτας

Πιστεύεις στον θεό;Glaubst du an Gott?
Αυτή είναι η ξακουστή Ερώτηση της Μαργαρίτας.Το βάρος και την αξία της, που την έκαμαν οδηγητική για τη μέθοδο έρευνας του προβλήματος του θεού από τη σκοπιά της επιστήμης, η ερώτηση τα οφείλει στην απόκριση κυρίως που έδωκε ο Φάουστ.
Με άλλα λόγια είναι, όχι η ερώτηση της Μαργαρίτας αλλά η απόκριση του Φάουστ που γεννά το βαθύπλουτο του προβλήματος.
Παρόμοια, όπως είναι, όχι ο έρωτας του Δία για τη Λήδα στον Ευρώτα που γέννησε την αθάνατη Ιλιάδα, αλλά η Ελένη. Η απάντηση, δηλαδή, που έδωκε η Λήδα στον έρωτα του Δία.
Ποιος τολμάει να ειπεί πιστεύω στον θεό;Ποιος τολμάει να ειπεί δεν πιστεύω στον θεό;
Έτσι αποκρίθηκε ο Φάουστ στην ερώτηση της Μαργαρίτας.Η θέση αυτή ανθρώπινα συνιστά τη μόνη δυνατή απόκριση που μπορεί να δοθεί στο ερώτημα. Είναι η απόκριση, σύμφωνα με τη Λογική επιστήμη, που καταργώντας την αρχή της αντίφασης δέχεται το τρίτο, καθώς αλληλοαναιρεί το πρώτο και το δεύτερο. Όπως έδειξε και στη Φυσική εντελώς πρόσφατα η αρχή της Απροσδιοριστίας. Στο tertium non datur ο Φάουστ θα απαντήσει: tertium datur, τρίτον χωρεί. Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα, που είπε ο Ελύτης προτού γεράσει. Και τα χάσει.
Εάν είμαι άνθρωπος, κατά την έννοια ότι έχω συνείδηση των ορίων μου και επίγνωση του πόσο βαθύ είναι το πρόβλημα του όντος, δεν είναι δυνατό να δώσω άλλη απόκριση στην ερώτηση της Μαργαρίτας.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, ναι! πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Όταν στην ερώτηση αποκριθώ, όχι! δεν πιστεύω στον θεό, γίνομαι αυτοστιγμεί μωρός. Γιατί δέχομαι στενόκαρδα και στενόμυαλα, κάτι που δεν το ξέρω, σαν αληθινό. Καταντώ δογματικός. Και η επιστήμη θα με πετάξει αυτόματα έξω από τα όρια της με την παρατήρηση: διότι λες ανοησίες.
Τι απομένει να αποκριθώ; Αυτό ακριβώς είναι το λεπτό σημείο, που γεννά την ανεξάντλητη γονιμότητα του προβλήματος.
Το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε είναι το εξής. Ό,τι σου μένει και ό,τι σου δίνεται είναι εκείνο το σημείο, το άπειρα ελάχιστο ανάμεσα στο όχι και το ναι, να το ευρύνεις, να το πλατύνεις, να το βαθύνεις, να το εκτείνεις. Να το μεταχειριστείς μ' έναν τέτοιον τρόπο απόπειρας, και δοκιμασίας, και βασανισμού, και αγωνίας, ώστε από το απειροελάχιστο σημείο να δημιουργήσεις διάσταση, και έκταση, και διάρκεια, χώρο και χρόνο.
Να πλάσεις, δηλαδή, από το ανάμεσα στο ναι και στο όχι ζωή, αλήθεια, και ύπαρξη.
Είναι χρεία το σημείο το ελάχιστο της αδυνατότητας και της ουτοπίας ανάμεσα στο ναι και στο όχι να το κοιτάξουμε έτσι, ώστε να απορροφήσει σε όλη τη ζωή τη ζωή μας. Τη βιοτική μας μέριμνα, δηλαδή, την πνευματική ορμή, την υπαρκτική ετοιμότητα, την ηθική πράξη.
Σ' ένα επίπεδο σημάνσεων μυθικών, το πνεύμα και το νεύμα του Γκαίτε θα το μεταγλώττιζα ως εξής:
Είσαι μέσα στις Συμπληγάδες πέτρες της αναζήτησης σου, που ανοιγοκλείνουν ακατάπαυστα. Κάμε να μη σε συντρίψουν. Μαζί με τους Αργοναύτες.
Ανεβάζεις το βράχο της απορίας σου από τη βάση του όρους στην κορυφή, και γκρεμίζεται ακατάπαυστα. Κάμε να μην παραιτηθείς. Μαζί με τον Σίσυφο.
Δεμένος πιστάγκωνα σκύβεις στη λίμνη να πιείς, και κάτωθέ σου το νερό υποχωρεί ακατάπαυστα. Κάμε να μην πεθάνεις από τη δίψα σου. Μαζί με τον Τάνταλο.
Και σ' ένα πλαίσιο καταλογισμού ευθυνών αναφορικά με την ατομική μας προαίρεση, στην ερώτηση της Μαργαρίτας η απόκριση του Φάουστ θα είχε να μας ειπεί:
Όποιος πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό θεό.Όποιος δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του έναν νεκρό άνθρωπο.Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στον θεό, έχει μέσα του ζωντανό τον νόμο της φύσης. Απλά, καταληπτά, και στα μέτρα του ανθρώπου ζει το θαύμα του κόσμου.
Το κρίνω απλό και αυτονόητο, πως εκείνος ο θεός, στην αναζήτηση του οποίου μας προάγει η Ερώτηση της Μαργαρίτας, δεν έχει καμία σχέση με τους θεούς φαντάσματα, που κατά καιρούς έπλασαν οι ποικίλες ιστορικές θρησκείες. Οι πολυώνυμοι, δηλαδή, όπως ο Δίας στους έλληνες και ο διάβολος στους ινδούς, εκείνοι Μωυσής, και Μωάμεθ, και Βούδας και Κομφούκιος, και Μαρδούκ και Κυβέλη και Μίθρας, και Βάαλ και Αστάρτη και Λούθηρος. Οι βραχμάνες, οι ραββίνοι, οι μουφτήδες, οι μουλάδες, ο πατριάρχης κι ο πάπας. Ο Πετράκης κι ο Παυλάρας, μ' έναν λόγο. Εκείνοι οι γυρολόγοι με τη λατέρνα.
Το άρωμα του ζητούμενου θεού, που αναδίνεται από το λουλούδι της Μαργαρίτας, απευθύνεται στον δίκαιο άνθρωπο. Στον φρόνιμο, δηλαδή, τον λογικό και τον πάσχοντα.
Εάν η υπαρκτική μας εφόπλιση, η λογική δηλαδή το βίωμα η φαντασία η διαίσθηση το συναίσθημα και τα πάθη μας, δεν υπερβαίνει τη χωρητικότητα των φυσικών μας ορίων· εάν γνωρίζει και καταφέρνει να μας συγκρατεί στα μέτρα της φυσικής μας κατασκευής· εάν δε διαχέεται στο χάος της υπερβολής, σ' εκείνη την τύφλα που οι έλληνες τραγικοί την είπανε Ύβρι, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά να παραδεχτεί την απόκριση που έδωκε ο Φάουστ στη Μαργαρίτα:
Ζήτα το άγνωστο. Χτύπα να σου ανοίξει να περάσεις ο τοίχος που δεν έχει πόρτα. Κάμε να μεταλλάξεις την απορία σου σε δημιουργία, και το ανθρωπινό σου σε λύτρωση.
Γιατί ο θεός για τα μέτρα του ανθρώπου είναι και δεν είναι να υπάρχει, που λέει ο Φάουστ. Έχει και δεν έχει όνομα, που είπε ο Ηράκλειτος. Βρίσκεται άγνωστος, και τέτοιος θα παραμένει, όπως μας παρακινεί η επιγραφή στη βάση του βωμού στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας: τῷ Ἀγνώστῳ.
Για τον δίκαιο άνθρωπο ο θεός, το υπέρτατο ον, θα μένει ανάμεσα στο ναι και στο όχι. Θα δηλώνει το σημείο της αιώνιας αναζήτησης, και της αιώνιας απορίας. Θα είναι το ον, τό ἀεὶ ζητούμενον καί ἀεὶ ἀπορούμενον, που γράφει ο Αριστοτέλης στα Μετά τά Φυσικά του.
Αυτόν τον δίκαιο, που στέκεται στο χαλεπό μεταίχμιο του ναι και του όχι, οι άλλοι άνθρωποι του καιρού του και του τόπου του, άνθρωποι μικρόνοες και μίζεροι, χαμοζωήδες και θελωζήσηδες στη γλώσσα του Λασκαράτου, θα τον δικάζουνε για άθεο. Όπως δικάσανε τον δίκαιο Σωκράτη, και τον δίκαιο Αριστοτέλη, και τον δίκαιο Τζορντάνο Μπρούνο.
Δύο γενεές μετά τον Γκαίτε, που χάραξε στην πέτρα του μόνιμου την Ερώτηση της Μαργαρίτας, ένας άλλος ευρωπαίος ποιητής, ίδιο μπόι και ίδιο σθένος, θα επαναλάβει στερεότυπα την ερώτηση, τραβώντας τον ιδικό του κακοτράχαλο δρόμο.
Ο σλάβος Ντοστογιέβσκι στην ερώτηση της Μαργαρίτας θα δώσει την ίδια απόκριση που έδωσε και ο Γκαίτε:
Εάν ο Σταυρόγκιν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι πιστεύει·εάν ο Σταυρόγκιν δεν πιστεύει, δεν πιστεύει ότι δεν πιστεύει.
Ο Σταυρόγκιν, λοιπόν, ο πρίγκιπας Νικολάι Σταυρόγκιν. Ο Σταυρόγκιν με το καθαρό ήθος. Ο Σταυρόγκιν, που νέος τριάντα χρονώ αρπάζει με το χέρι το ηλεκτροφόρο καλώδιο της αυτοκτονίας του, πιστεύει, ή δεν πιστεύει;
Μιλάμε για τον Σταυρόγκιν, την ώρα που κοιτάει στα μάτια έναν άλλον δαίμονα. Τον αριστογείτονα Κυρίλωφ, τον μηχανικό.
Αλλά δεν ενεούργησαν ούτε ο Γκαίτε, ούτε ο Ντοστογιέβσκι. Και οι δύο στο ερώτημα των ερωτημάτων διάβηκαν πύλες ανοιχτές.
Είκοσι αιώνες παλαιότερα και τους δύο τους είχε προφτάξει ένας μεγάλος έλληνας. Την Ερώτηση της Μαργαρίτας την απάγγειλε πρώτος σε ιαμβικά μέτρα ο Ευριπίδης ο αθηναίος στην τραγωδία του Ελένη:
Τί είναι θεός, και τί μη θεός, και τί ανάμεσα τους;Ποιος άνθρωπος τό 'ψαξε, και βρήκε μακρυνότερο τέλος;
Ο θεός του Ευριπίδη είναι το «πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Ο μη θεός του Ευριπίδη είναι το «δεν πιστεύω» του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Και το ανάμεσα στο θεός και μη θεός του Ευριπίδη είναι το ανάμεσα στο ναι και στο όχι του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Είναι ο άνθρωπος της γης που, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε ζωή και σε θάνατο, αγωνίζεται να κατανοήσει το νόημα της ύπαρξής του μέσα στο σύμπαν.
 ***
Γκέμμα - Η Ερώτηση της Μαργαρίτας

Ότι δεν σε πληγώνει σε κάνει πιο δυνατό;

Γράφει ο  

Ότι δεν σε πληγώνει σε κάνει πιο δυνατό;

Οι πληγές στις ιστορίες των ανθρώπων δεν είναι πάντα εύκολες. Ούτε καν συχνά! Είναι κάποιες πληγές τόσο βαθιά ριζωμένες στην ψυχή μας που νομίζουμε πως ποτέ δεν θα επουλωθούν. Πιστεύουμε πως πάντα θα είναι εκεί, να στέκουν ορθάνοιχτες, να μας πονάνε και να μας θυμίζουν το βαθύ τραύμα των αναμνήσεών μας, βαθιά ριζωμένο μέσα μας.
Είναι κάποιες πληγές που δεν μας αφήνουν να προχωρήσουμε. Θες πες το τύψεις και ενοχές, θες πες το φόβο, αδυναμία, ανημποριά. Μας κρατούν καθηλωμένους σε ένα ανεπανόρθωτο αίσθημα αβοηθησίας, μα αίσθηση ακινησίας, τελικά έναν ψυχικό βάλτο. Εκεί μέσα βουλιάζουμε στάσιμοι, σαν αμήχανα μπροστά στο τίποτα και ατενίζουμε (;) το μέλλον. Ποιο μέλλον; Ο χρόνος σταματά και παρόν, παρελθόν και μέλλον γίνονται ένα: Ένας χρόνος άχρονος…
Κι όμως αν μιλάω τόσο γλαφυρά για την ανθρώπινη αδυναμία, είναι γιατί έχω βαθιά πίστη στην αντίστροφή της. Μια πίστη στην ανθρώπινη δύναμη, την δύναμη της ψυχής μας (ότι κι αν σημαίνει αυτό: νους, πνεύμα, βιώματα, αναμνήσεις και εμπειρίες). Ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς- αρκεί να το επιτρέψουμε. Σε ποιον; Στον εαυτό μας. Είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να δώσουμε το Ο.κ., την εντολή για να ξαναπάρουμε μπρος. Να πάμε μπροστά, να πάμε παρακάτω. Να σπρώξουμε τον χρόνο απ’ το παρόν στο μέλλον, να (ξε)περάσουμε το παρελθόν.
Όχι, εξελίσσομαι δεν σημαίνει ξεχνάω. Δεν το αφήνουν οι πληγές μας εξάλλου κάτι τέτοιο. Οι πληγές ακόμα κι αν κλείσουν αφήνουν πίσω τους ουλές, να μας θυμίζουν τον πόνο, την ήττα, την απώλεια… Εξελίσσομαι σημαίνει προχωράω, μαζεύω τα συντρίμμια μου, μαθαίνω απ’ τα λάθη μου, συγχωρώ τις αδυναμίες μου, πηγαίνω παρακάτω.
Εκεί θα βρω τον νέο μου εαυτό. Σοφότερο, δυνατότερο, εμπειρότερο ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πιο τρωτός: Ο πόνος ίσως κάποτε να μειωθεί και να φύγει, αυτό που μένει είσαι Εσύ. Εσένα πρέπει να μην εγκαταλείψεις στο παρελθόν και τη λήθη.

Γράφει ο Γιάννης Ξηντάρας, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής στην Αθήνα (www.xidaras.gr)

«Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας»

Γράφει ο  

«Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας»

“Η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας είναι το πρώτο μυστικό της επιτυχίας” - Ραλφ Έμερσον, φιλόσοφος
Όλοι κάποια στιγμή, είτε σε νεαρή ηλικία είτε σε μεγαλύτερη, συνειδητά πια κατανοούμε πως αν δε δώσουμε αγάπη στον εαυτό μας (αποδοχή, συγχώρεση, προσπάθεια για αυτοβελτίωση) και οι άλλοι αντίστοιχα δε θα μας τη δώσουν ή ακόμη κι αν το κάνουν, με δυσκολία θα νιώσουμε το κάλεσμά τους, για να ανταποκριθούμε κατάλληλα.
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με την επιτυχία. Επιτυχία όχι μόνο σε εξωτερικούς τομείς σημαντικούς αυτής της ζωής, αλλά και την επιτυχία στους συνεχείς αγώνες που δίνει ο καθένας μας με τον ίδιο του τον εαυτό.
Για την επιτυχία αυτή χρειάζεται ένα βασικό συστατικό που μας ανυψώνει, την εμπιστοσύνη στον ίδιο μας τον εαυτό.
Και αυτό δε σημαίνει να πιστεύουμε για τον εαυτό μας ότι είμαστε υπέροχοι ή αλάνθαστοι σε όλα. Αντίθετα, απαιτείται μία μετριόφρων στάση και ειλικρινής αναγνώριση των πολλών αρετών, χαρισμάτων που έχουμε.
Γιατί, ας σκεφτούμε, ταπεινότητα δεν είναι να κρύβουμε τα ταλέντα μας, τα δυνατά μας στοιχεία, αλλά να τα βλέπουμε και να τα μοιραζόμαστε και με άλλους.
Από την άλλη πλευρά, χρειάζεται να αναγνωρίζουμε όλες εκείνες τις ιδιότητες που εμποδίζουν την εξέλιξή μας στο να προχωρήσουμε μπροστά, να ανοίξουμε θαρραλέα την καρδιά και το νου μας προς την αλλαγή.
Ας μη χάνουμε την εμπιστοσύνη μας και την αυτοπεποίθησή μας για όλες τις παραλείψεις και τα λάθη μας.
Εξάλλου, κι αυτά καλύτερους ανθρώπους μας κάνουν, αν επιλέξουμε να τα διαχειριστούμε με αυτόν τον τρόπο.
Η εμπιστοσύνη λοιπόν είναι η δύναμη του ανθρώπου που έχει μέσα του, ακόμη κι αν δεν την έχει αναγνωρίσει, ακόμη κι αν δειλιάζει εκφράζοντας τα άπειρα «μήπως, αν δεν ή δεν μπορώ..»
Είναι δύναμη και κατά παράξενο τρόπο απαιτεί και μια δυναμική στάση ζωής για να εκδηλωθεί, να εκφραστεί.
Θυμηθείτε, όμως, όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος!
Αν νομίσεις πως έχεις νικηθεί, είσαι νικημένος.
Αν νομίσεις πως είσαι άτολμος, δε θα τολμήσεις.
Αν θέλεις να κερδίσεις, αλλά σκέπτεσαι πως δεν μπορείς, είναι σίγουρο πως δε θα μπορέσεις.
Αν νομίσεις ότι θα χάσεις, έχεις χάσει.
Έτσι, βλέπουμε μέσα στη ζωή ότι η επιτυχία αρχίζει με την ανθρώπινη θέληση.
Όλα εξαρτώνται από την κατάσταση του νου.
Αν νομίσεις ότι είσαι ευγενικής καταγωγής …είσαι.
Πρέπει να έχεις υψηλή σκέψη για να ανυψωθείς.
Οι μάχες της ζωής μπορεί να νομίζουμε ότι κερδίζονται από εκείνους που δείχνουν τυχεροί,
Αλλά …τελικά κερδίζει ο άνθρωπος που πιστεύει πως μπορεί.
Άγνωστοι στοχαστές

Γράφει ο Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής Γιάννης Ξηντάρας (xidaras.gr)

Η ευδαιμονία στην αρχαία Ελλάδ

Επιμελείται ο 

Η ευδαιμονία στην αρχαία Ελλάδα

Κοινός παρονομαστής όλων των ελληνιστικών σχο­λών είναι η αναγνώριση της επίγειας προσωπικής ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού, ή τέλους (τέλος = ο σκοπός για τον όποιο κάθε τι άλλο αποτελεί μέσον). Όλη η μεταπλατωνική ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων είναι ευδαιμονιστική. Αν κάποιος είναι ευδαίμων, αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον δικό του έλλογο νου, και όχι σε εξω­τερικές περιστάσεις. (Οι Στωικοί φρονούν ότι οφείλεται ΜΟΝΟ στον έλλογο νου). Γι’ αυτό και λέγεται ευδαίμων: το θεϊκό στοιχείο (ο δαί­μων) εντός του, δηλαδή ο νους (ή, κατά τους Στωικούς, το ηγεμονι­κόν), είναι «καλό».
Η νεοελληνική σημασία των λέξεων ευδαιμονία και ευδαιμονισμός (ταυτισμένη με την υλική «καλοζωΐα» όπως την εννοούμε σήμερα) είναι αποπροσανατολιστική. Ευδαιμονία σημαίνει το να είναι κανείς πλήρως ικανοποιημένος από τη ζωή, χάρη στις δικές του αρετές. Οι Στωικοί ορίζουν την ευδαιμονία, αντικειμενικά, με δύο λέξεις: εύροια [=αρμονική ροή] βίου. Ενώ η ευτυχία (όπως την εννοούμε σήμερα) έχει εφήμερο ή φευγαλέο χαρακτήρα, καθώς εξαρτάται από εξωτερι­κές περιστάσεις και έχει να κάνει με ικανοποίηση επιθυμιών και με έντονα θετικά συναισθήματα, η ευδαιμονία έχει χαρακτήρα διάρκειας, θεμελιωμένη καθώς είναι στην προσωπικότητα και στις αρετές του ατόμου. (Η ίδια η λέξη, όπως είδαμε, παραπέμπει στην προσωπικό­τητα του ατόμου).
Οι διαφωνίες και αντιπαραθέσεις μεταξύ των σχολών, στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας, αφορούν τόσο στο περιεχόμενο της ευδαιμο­νίας (αν λ.χ. αυτή ταυτίζεται με την αρετή ή με την επικούρεια στα­τική ηδονή ή με την αταραξία που επιφέρει η εποχή -η μη τοποθέτη­ση, η αναστολή της κρίσης- των Σκεπτικών) όσο στα ποιητικά της ευδαιμονίας, δηλαδή σ’ αυτά που οδηγούν στην ευδαιμονία. Και πάλι, επικούρειοι, στωικοί και αριστοτελικοί -από διαφορετική σκοπιά αναγνωρίζουν ως πρωταρχικό τον ρόλο των 4 θεμελιωδών αρετών (φρόνηση, ανδρεία, εγκράτεια, δικαιοσύνη), στην κατάκτηση της ευ­δαιμονίας. (Αντίθετα οι χριστιανοί, ξένοι προς την λογική της ελλη­νικής ευδαιμονίας, θεωρώντας ως υπέρτατο σκοπό την επιβράβευση από τον θεό τους, αντικατέστησαν τις 4 θεμελιώδεις αρετές με ένα δικό τους τρίπτυχο αρετών -πίστις, ελπίς, αγάπη- εκ των οποίων οι δύο πρώτες είναι ολωσδιόλου ασύμβατες με τις ελληνικές αρετές).
***
Λουκιανός - Περί των σχολών της φιλοσοφίας ή Ερμότιμος
Εκδόσεις: ΘΥΡΑΘΕΝ
Εισαγωγή – Μετάφραση: Γιάννης Αβραμίδης

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019






Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κάθεται

Όνομα: Ηλέκτρα
Λέξη κλειδί: Εμμονή

~ Και μιας και φτάσαμε ως εδώ ας μην ξαχάσουμε όσους φυλακίστηκαν, όσους εξορίστηκαν, όσους ξερριζώθηκαν. Αυτό είναι για σένα, Ορέστη.~

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.




Κάτι που μάλλον δε γνωρίζαμε σχετικά με τα αφρικανικής προέλευσης χτενίσματα.
Οι λεπτές πλεξούδες που είναι κολλημένες στο κεφάλι, μαρτυρούν την αντίσταση των γυναικών, οι οποίες αναζητούσαν για τους σκλάβους οδούς διαφυγής από τις φυτείες της Καραϊβικής.
Συγκεκριμένα, οι γυναίκες που δούλευαν στα σπίτια, συναντιόντουσαν στις αυλές για να χτενίσουν τα νεαρά κορίτσια και χάρη στην παρατήρηση του βουνού, σχεδίαζαν στο κεφάλι τους ολόκληρους χάρτες με μονοπάτια!
Αξιοποιώντας αυτόν τον κώδικα επικοινωνίας, οι άντρες που δούλευαν στις χασιέντας ήξεραν έτσι ποιο δρόμο να πάρουν για να δραπετεύσουν!
................
Από το βιβλίο της Lina Maria Vargas:
La poética del peinado Afrocolombiano
Αναδημοσίευση από το
@Γη και Ελευθερία - Tierra y Libertad

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2019


Η εικόνα ίσως περιέχει: κείμενο


ΕΚΛΟΓΕΣ
Όταν οι εργάτες ψηφίζουν το ίδιο κόμμα με τα αφεντικά τους τότε έχουμε την απλή σχέση αφεντικού δούλου με τη μεσολάβηση πολιτικών.
Χ.Π.Σ

Κοιμήθηκα....
Κι όταν ξύπνησα η Β. Ηπειρος ήταν Αλβανικη.
Σιωπή μου είπαν.... μη μιλήσεις.... έτσι έπρεπε, να γίνει.
Κοιμήθηκα... 
Κι όταν ξύπνησα η μισή Κύπρος ήταν σκλαβωμενη.
Σιωπή μου είπαν....μη μιλήσεις....κάτι έπρεπε, να θυσιαστει...
Κοιμήθηκα κι όταν ξύπνησα είχαν πουλήσει το όνομα Μακεδονία.
Σιωπή μου είπαν... μη μιλήσεις...μην είσαι μονοφαγας.
Κοιμομουν κι ο γείτονας μου αυτοκτόνησε.
Σιωπή! Μη μιλήσεις... είχε ψυχολογικά προβλήματα.
Κοιμομουν κι όταν ξύπνησα το παιδί μου ήταν μίλια μακριά.
Σιωπή μου είπαν... Για το καλό του γίνεται.
Κοιμομουν και ο φίλος μου έχασε το σπίτι του.
Σιωπή μου είπαν... Μη μιλήσεις.....ένας κακοπληρωτης ήταν....Τι τον λυπάσαι;
Κοιμήθηκα κι όταν ξύπνησα η σημαία μου είχε κατεβει, από το μπαλκόνι μου.
Σιωπή... Μη μιλάς... Μη προκαλείς.
Κοιμομουν και παραποιησαν τα βιβλία μου, την ιστορία μου.
Σιωπή μου είπαν...στη Σμύρνη έγινε συνωστισμος.
Κοιμήθηκα κι όταν ξύπνησα δεν μπορούσα, να κυκλοφορω Ελεύθερα, στο τόπο μου.
Σιωπή... μου είπαν.... Ρατσιστής είσαι;.... Κάνε, πως δεν καταλαβαίνεις....κοιμησου πάλι....
Κοιμομουν και καίγονταν ανθρώπινες ψυχές και δάση.....
Σιωπή!!! Μη τολμήσεις, να μιλήσεις.... Φταίει ο.... άνεμος.
Κοιμήθηκα και όταν ξύπνησα τίποτε δεν ήταν, όπως τα ονειρευτηκα.
Σιωπή... Μη μιλάς... Δεν είναι καιρός για όνειρα.
Κοιμήθηκα.....κοιμήθηκα κι έχασα την αξιοπρέπεια μου,
Τα ιδανικά μου, τα πιστεύω μου, τις Αξίες μου.
Κοιμήθηκα και μου παρουσίασαν το βελτιστο ως φαυλο...και το φαυλο, ως βελτιστο.
Κοιμήθηκα και μου είπαν, να μη μιλώ για όλα αυτά.
Κοιμήθηκα, μα όταν, αποφασίσω, να ξυπνήσω, να ντραπω...., θα αγανακτησω και θα ουρλιάξω.
Για τη χαμένη μου Αξιοπρέπεια, που πέταξαν εκεί, στα σκουπίδια.
Εκεί όπου με βρίσκεις, να ψάχνω, πως θα ταισω τα παιδιά μου.
ΞΥΠΝΗΣΑ!!!
Και ΑΠΑΙΤΩ, να μη χάσω άλλη Πατρίδα...ΑΠΑΙΤΩ
το λαό της ΧΟΡΤΑΤΟ και με ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ.
Όπως του αξίζει!
Μαρία με λένε....κι αν ενοχλώ κάποιους,με τα γραφόμενα μου, αναλαμβάνω τη πάσα ευθύνη.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κείμενο



Η εικόνα ίσως περιέχει: 2 άτομα, κείμενο

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κείμενο


https://www.youtube.com/watch?v=0LYia7vK_QQ&fbclid=IwAR3E10YTVzfqjZh0ab1n4Xq4NdZiyBpXxXanWjZIoLeh8lsWtdrnA3RUJFw


https://www.facebook.com/perectroika/videos/452432571995292/UzpfSTEwMDAwMDM1Nzg2NTkzMDoyMzc5NTIwMzk4NzM2NTMy/?id=100000357865930

https://www.youtube.com/watch?v=fwAaK6GIXqg




Νονοι και δωρα (ιδεες)

  Ένα από τα πιο σημαντικά  δώρα  που πρέπει να κάνετε στα βαφτιστήρια σας είναι η πασχαλινή λαμπάδα. Συμβολίζει την Ανάσταση του Κυρίου, τη...