«Τραβάγαμε το σκοινί από τις βάρκες που ήταν στο λιμάνι. Ήμουν δυνατό παιδί. Και με εξιτάριζε η δύναμη που χρειάζονταν να καταβάλω, για να φέρω τη βάρκα κοντά. Και μετά τις αφήναμε απότομα. Και βλέπαμε τη βάρκα να φεεεεεεύγει... μέχρι ένα σημείο, εκεί που τελείωνε το σχοινί. Και μετά ξανά η ίδια διαδρομή. Με κάποιο τρόπο μαθαίναμε τις αποστάσεις». Όποτε μιλάω μαζί του, σ΄ ένα σύμπαν κάπου, πάνω από τα συνήθη... Oι εικόνες του ξεκλειδώνουν δικές μου. Πες το σαν χορό. Καβαλιέρος-ντάμα. Σε τραβάει μια φιγούρα της μνήμης πάνω του.
Εκείνη η βάρκα που έφτανε μέχρι ένα σημείο κι ωστόσο έμοιαζε ταξίδι ολόκληρο. Να, όπως τα χελιδόνια τα δικά μου... Εκείνα τα χελιδόνια που είδα πρόσφατα στην Κέρκυρα. Έμεινα να τα κοιτώ στον ουρανό κι ήταν αβάσταχτος ο πόνος αποχωρισμού καθώς φώναζε η παρέα «Άντε, ξεκόλλα». Πώς να ξεκολλήσω; Αλλά και πώς να πεις "αφήστε με να κοιτάω τα χελιδόνια και μου φτάνει". Θα μπορούσα να είμαι ακόμα εκεί, να τα κοιτώ. Ανάμεσα σε δυο κτίρια σ΄ ένα καντούνι, μια φέτα ουρανός και πολλά χελιδόνια. Κοντοστέκονταν σ΄ ένα σπίτι, της μιας πλευράς, κάτι έλεγαν μεταξύ τους. Μάλλον πολλά έλεγαν. Κουβεντούλες! Χαλούσαν τον κόσμο. Γι΄ αυτό άλλωστε στην αρχή κοντοστάθηκα και τα κοίταξα. Οι φλυαρίες τους σχεδόν με εξανάγκασαν. Μα, τι διάολο έλεγαν; Πόσα είχαν να λένε; Και ξαφνικά πέταγαν, έφευγαν, τόσο αποφασιστικά, τόσο σπινταριστά που έλεγες "Πάει! Την έκαναν! Ποιος να ξέρει για πού και για πόσο;". Κι ωστόσο το μόνο που έκαναν ήταν ένας μεγάλος κύκλος. Τόσο ωραίο, τόσο μαγευτικό κύκλο. Τόσο ανοιχτό κύκλο. Τι όμορφη πτήση αξιώνονταν! Τόσο γλυκά που έσκιζαν ή χάιδευαν ουρανό και αέρα, πέρναγαν πάνω από το απέναντι κτίριο και ακριβώς σ΄ εκείνο το σημείο, εκεί... σαν σε πίστα, τα έδιναν ξαφνικά όλα, έγερναν πιο λοξά, μικρή βύθιση, μικρή ανάταση και, και, και... Και τσουπ! Κατέφθαναν εκεί απ΄ όπου είχαν φύγει. Και ξαναμοιράζονταν τιτιβίσματα-κουβέντες. Λες και είχαν γυρίσει τον κόσμο όλο. Γιατί όταν αξιώνεσαι δική σου πτήση κι ουρανό, μετριούνται αλλιώς οι αποστάσεις. Πόσο νομίζεις χώρο ελευθερίας χρειάζεται ν΄ απλώσει ρούχο ο άνθρωπος; Μπορεί και μια ταράτσα ουρανό!
Κι έτσι όπως με πήρε ο χορός της συζήτησής μας... Από τη δική του φιγούρα μνήμης στη δική μου... Μια έγειρα πάνω του, μια εκείνος πάνω σε μένα... Από κάπου... Πάλι από το πουθενά... Να κι ένα τραγούδι. «Ήταν ένα μικρό καράβι, ήταν ένα μικρό καράβι που ήταν Α-Α-Αταξιδευτό, που ήταν Α-Α-Αταξιδευτό, οεοΕοΕοΕ». Ένα τραγούδι συνδεδεμένο απόλυτα με ταξίδια. Με πετυχημένες εκδρομές. Κεφάτες, γλεντζέδικες, ανέμελες, μεθυσμένες. Κι ωστόσο Α-Α-Αταξίδευτo το καράβι που δοξάζαμε ακόμα και με παλαμάκια. Για φαντάσου! Πόσο πιο σοφά ήμασταν ως παιδιά. Μου πήρε 50 χρόνια και έναν έμπειρο καβαλιέρο απέναντί μου για να εμπεδώσω ότι τα ταξίδια μπορεί να είναι και Α-Α-Αταξίδευτα. Πόσο χώρο να θες για ένα ταξίδι; Μπορεί και τόσο δα! Μια αγκαλιά χώρο.
*Το πρώτο βιβλίο της Ρέας Βιτάλη "ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ ΓΡΑΨΩ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ" κυκλοφορεί ήδη στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Ποταμός
*Το πρώτο βιβλίο της Ρέας Βιτάλη "ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ ΓΡΑΨΩ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ" κυκλοφορεί ήδη στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Ποταμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου